Tags

, , , , , , , , , , , ,


Η Ανδρομάχη κοιτάζει από τα τείχη, καθώς ο Αχιλλέας διασύρει τον νεκρό του Έκτορα. Σαρκοφάγος του 2ου αι. μ.Χ. Museo Archeologico Nazionale, Reggio di Calabria (Wikimedia Commons)

[ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΗ ΕΚΔΟΧΗ ΔΙΑΛΕΞΗΣ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ]

Όπως σημειώσαμε σε προηγούμενο σχετικό κείμενό μας, βασικός στόχος του νέου Προγράμματος Σπουδών στο μάθημα της Αρχαίας Γραμματείας από Μετάφραση είναι η μελέτη των αρχαίων κειμένων ως λογοτεχνημάτων· η εστίαση δηλαδή στις εγγενείς εκείνες ιδιότητες του κειμένου που συντείνουν στην αισθητική (και διαισθητική) απόλαυση, αλλά καθιστούν επίσης το κείμενο όχημα γόνιμου διαλόγου με τις αρχές, τις αξίες, τις αγωνίες και τους προβληματισμούς μιας εποχής (ή περισσοτέρων). Τα «πραγματολογικά στοιχεία» που αφορούν στον κόσμο της ομηρικής Ιλιάδας μας ενδιαφέρουν – και πρέπει να αποτελούν αντικείμενο εξέτασης – μόνο στον βαθμό που μας βοηθούν να κατανοήσουμε βασικές ιδιαιτερότητες του ποιήματος και με προϋπόθεση ότι εντάσσονται οργανικά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο λογοτεχνικής ερμηνείας.

Όσα αφορούν στον κόσμο της Ιλιάδας ως κόσμο ηρώων, ο οποίος διασκελίζει την περίοδο των μυκηναϊκών βασιλείων και των αρχαϊκών αριστοκρατιών, ή όσα παρεμφερή αφορούν στην «ανθρωπομορφική» θρησκεία του Ομήρου, που παρουσιάζει θεούς (και θεϊκές κοινωνίες) κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν των ανθρώπων (και των ανθρώπινων κοινωνιών), αποτελούν αντικείμενα που παραδοσιακά έδειχναν να προσφέρονται για “αρχαιογνωστικές” προσεγγίσεις.

Πράγματι, τα «πραγματολογικά» και τα «αρχαιογνωστικά» του ηρωικού κώδικα αξιών που θα μπορούσαμε «να μπούμε στον πειρασμό» να διδάξουμε διά μακρών είναι πολλά:

  • το μυκηναϊκό και το αρχαϊκό ιστορικό υπόστρωμα του ομηρικού κόσμου·
  • η πολιτική οικονομία του κόσμου των ηρώων σε σχέση με τον κόσμο των μη ηρώων·
  • ο θεσμός της φιλοξενίας και των δώρων·
  • η υλική και εξωστρεφής διάσταση της τιμῆς·
  • η κοινωνιολογία της ἀριστείας και της ομηρικής μάχης – και πολλά άλλα.

Η επισήμανση βεβαίως τέτοιων στοιχείων ούτε άχρηστη ούτε άσκοπη ούτε ανούσια είναι.Πρωτίστως όμως οφείλουμε, κατά τη γνώμη μου, να διδάξουμε τον ηρωικό κώδικα ως ποιητική πρώτη ύλη για τον ποιητή της Ιλιάδας. Πώς με βοηθά λοιπόν η αντίληψη του ηρωικού ιδεώδους να ερμηνεύσω την Ιλιάδα ως λογοτεχνία; Τι είναι αυτό που καθιστά το ηρωικό ιδεώδες βασικό ερμηνευτικό κώδικα για το έπος; Πώς σχετίζεται με τον ποιητικό του προβληματισμό, τη χαρακτηρολογία ή άλλες λογοτεχνικές διαστάσεις του; Η αρχαιογνωστική πληροφορία, αν σερβίρεται αυτόνομη, ξεκομμένη από μια πλατύτερη, συνθετικότερη ερμηνευτική προσέγγιση του έπους ως λογοτεχνίας, αποπροσανατολίζει.

Jacques-Louis David, “H οργή του Αχιλλέα”. Fort Worth, Kimbell Art Museum (Wikimedia Commons)

Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΙ Η ΙΛΙΑΔΑ

Ο ηρωικός κώδικας δεν είναι δημιούργημα της Ιλιάδας: αποτελεί τη σχηματοποιημένη και φαντασιώδη απόδοση ενός κόσμου του παρελθόντος, που υπάρχει πια μόνο μέσα στο επικό τραγούδι (ή μόνο ως επικό τραγούδι), κληρονομιά, το τελευταίο, μιας μακραίωνης προϊλιαδικής παράδοσης. Η ιδιαίτερη ένταση όμως που διακρίνεται στον πυρήνα αυτού του ηρωικού ιδανικού, το οποίο στο πρόσωπο του Αχιλλέα ταυτόχρονα δοξάζεται και υπονομεύεται, είναι ιδιαζόντως ιλιαδική.

Πώς μπορώ να αναδείξω (και να αξιοποιήσω ερμηνευτικά) την ένταση αυτή, που εκλύει βεβαίως δυναμική ποιητική ενέργεια;

Με ενδιαφέρει να κατανοήσω όλως ιδιαιτέρως τον ηρωικό κώδικα, διότι ο κώδικας αυτός αποτελεί την ιστορική και ιδεολογική βάση της Ιλιάδας, αλλά επίσης ταυτόχρονα συνθέτει:

(α) τον ουσιαστικότερο στόχο του ποιητικού της προβληματισμού:  γύρω από τον ηρωικό κώδικα περιστρέφεται μια από τις πιο θεμελιώδεις και πιο δυναμικές αντιφάσεις του έπους: η αντίφαση ανάμεσα στο ηρωικό ιδεώδες, που θεωρεί τον θάνατο στη μάχη ως το μέσο για κλέος ἄφθιτον, και τον πόλεμο ως πηγή δυστυχίας (και τις αντίστοιχες νοσταλγικές εικόνες από την ειρηνική ζωή, που βλέπουμε, π.χ., στην ασπίδα του Αχιλλέα).

(β) το θεμέλιο της χαρακτηρολογίας της: Τι εστί επικός ήρωας; Το έπος παρέχει μια σειρά από εκδοχές του επικού ηρωισμού, στο επίκεντρο των οποίων βρίσκεται και έναντι των οποίων τοποθετείται το μοντέλο του Αχιλλέα.

Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο.

Ο Αχιλλέας θριαμβευτής. Αχίλλειον, Κέρκυρα (Wikimedia Commons)

Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ

Η ανάλυση του ηρωικού ιδεώδους ως κώδικα λογοτεχνικής ερμηνείας είναι απαραίτητη, για να αντιληφθούμε την οργάνωση του ιλιαδικού κόσμου και να κατανοήσουμε την αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων που τον κατοικούν.

Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, όπως και πολλά άλλα παραδοσιακά αφηγήματα, δομείται στη βάση συμμετρικών σχέσεων παραλληλισμού και αντίθεσης μεταξύ των μερών της. Οι χαρακτήρες, μεταξύ άλλων, συναποτελούν ένα τέτοιο σύστημα σχέσεων. Οι χαρακτήρες δεν «χαρακτηρίζονται» αφ’ εαυτών αλλά πάντοτε με αναφορά σε χαρακτήρες ομόλογους, παράλληλους και αντίθετους.

Στην Οδύσσεια, π.χ., ο Οδυσσέας αντιπαραβάλλεται με ανδρικά παραδείγματα, όπως ο Μενέλαος και ο Αγαμέμνονας, τα οποία «λένε κάτι», το καθένα κάτι διαφορετικό, για την ουσία του. Ορίζεται επίσης με αναφορά στις γυναίκες που τον περιστοιχίζουν κατά τον νόστο: την Καλυψώ, τη Ναυσικά και πάνω από όλες την Πηνελόπη. Δοξάζεται τέλος από την ὁμοφροσύνην που τον συνδέει, όχι μόνο με την Πηνελόπη, αλλά και με το θεϊκό alter ego του, την Αθηνά.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον Αχιλλέα, ο οποίος εκπροσωπεί μια ακραία τελικά εκδοχή του ηρωικού ιδεώδους. Ο προβληματικός χαρακτήρας αυτής της εκδοχής αποκαλύπτεται στη συναλοιφή με τις άλλες, αποκλίνουσες αλλά και “υγιέστερες” εκδοχές που την πλαισιώνουν.

Στην πραγματικότητα στην Ιλιάδα ενεργούν τρεις διαφορετικές τάξεις ηρώων, που κινούνται σε τρεις διαφορετικές σφαίρες ύπαρξης.

Την πρώτη σφαίρα καταλαμβάνουν οι τρεις ηρωικοί κολοσσοί που κινούν δυναμικά την πλοκή, ο Αγαμέμνονας, ο Αχιλλέας και ο Ἐκτορας: από τη μια δηλαδή ο ὄρχαμος λαῶν, που παραδόξως δεν είναι ο ἄριστος Ἀχαιῶν· από την άλλη ο ὠκύπους αλλά και ὠκύμορος γιος του Πηλέα· και ανάμεσά τους ο τραγικός υπερασπιστής της Τροίας. Πρόκειται, στην περίπτωση του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα, για ήρωες με υπέρογκα πάθη και υπερευαίσθητο θυμικό, που προσκολλώνται στην τιμήν και την αἰδῶ σε βαθμό που τους εξωθεί σε αυτοκαταστροφικά άκρα. Ο Έκτορας δεν φαίνεται να ανήκει σε αυτή την κατηγορία εκ πρώτης όψεως – θα δούμε όμως την περίπτωση αυτή στη συνέχεια.

Στο άλλο άκρο του φάσματος κινούνται ο Φοίνικας, ο Νέστορας και ο Πρίαμος, οι παροπλισμένοι δηλαδή παλαιοί πολεμιστές, που δεν έχουν την πολεμική έξαρση των παραπάνω, συμμετέχουν ελάχιστα στα πολεμικά τεκταινόμενα, αποτελούν όμως για αυτούς ακριβώς τους υπέρογκους νεαρούς ηγήτορες φωνή συνείδησης και πηγή σοφίας – αν και βεβαίως, κι αυτό είναι χαρακτηριστικό, μέχρι τη ραψωδία Ω είναι φωνές βοώντων ἐν τῇ ἐρήμῳ.

Ενδιαμέσως των δύο άκρων κινούνται δύο οικογένειες ηρώων που χρήζουν προσοχής. Ο Οδυσσέας ήδη στην Ιλιάδα προτείνει μια ιδιότυπη εκδοχή του ηρωικού ιδεώδους, που έχει μεν κάτι από τη μτιν του νεώτερου έπους, αλλά η οποία, ενώ στην Οδύσσεια μεγαλύνεται, στην Ιλιάδα κάθεται κάπως άβολα, ενίοτε  αμφίσημα και προβληματικά.

Η κατηγορία που εκπροσωπεί ο Γλαύκος, ο Διομήδης και ο Αίαντας είναι ακόμη πιο ενδιαφέρουσα, καθώς αυτοί οι ήρωες φαίνεται να ενσαρκώνουν στο έπος την υγιή, τη μετρημένη και εν τέλει την αυθεντική εκδοχή του ηρωικού ιδανικού, την οποία ο Αγαμέμνονας και βεβαίως ο ίδιος ο Αχιλλέας, όσο κι αν κόπτεται γι’ αυτήν στο Α, καταρρακώνουν. Αν μας ενδιαφέρει η σκηνή του Γλαύκου και του Διομήδη, αν ο θεσμός της φιλοξενίας αξίζει να καταστεί τμήμα της διδασκαλίας μας, είναι γιατί στη σκηνή αυτή ο Έλληνας και ο Τρώας τιμούν εκείνον ακριβώς τον κώδικα ηρωικής συμπεριφοράς, που ο υπετροφικός εγωισμός και η ανεξέλεγκτη μῆνις δεν επιτρέπουν στους δύο αρχηγέτες των Αχαιών να σεβαστούν. Ο Διομήδης και ο Αίαντας, αδιαμφισβήτητοι ριστες οι ίδιοι, γνωρίζουν εντούτοις όρια στην πολεμική τους δράση· όρια που τίθενται από τις φυσικές και τις θεϊκές δυνάμεις, τις ηθικές επιταγές, τις στρατηγικές συγκυρίες. Τέτοια όρια δεν γνωρίζουν ούτε ο Αγαμέμνονας ούτε βεβαίως ο Αχιλλέας.

Για να αντιληφθώ λοιπόν την Ιλιάδα ως λογοτέχνημα που λειτουργεί με τους δικούς του όρους, οι οποίοι δεν είναι κατ’ ανάγκην οι δικοί μας, δεν αρκεί να «χαρακτηρίσω» τον Αχιλλέα ως «οξύθυμο», τον Έκτορα ως «γενναίο», τον Αγαμέμνονα ως «αυταρχικό» και τον Διομήδη ως «ευγενή» (ή ό,τι άλλο παρεμφερές). Χρειάζεται να δώσω στους μαθητές μου να αντιληφθούν:

(α) ότι ο «χαρακτηρισμός» των ηρώων είναι προϊόν της συναλοιφής τους στην αφήγηση και προκύπτει πάντοτε συσχετιστικά·

(β) ότι πίσω από κάθε μείζονα τουλάχιστον ιλιαδικό ήρωα κρύβεται ένα ιδιαίτερο σύστημα αξιών, που αντιστοιχεί σε μια επίσης ιδιαίτερη εκδοχή του ηρωικού ιδανικού·

(γ) ότι κάθε τέτοια εκδοχή ενέχει τις ασυνέπειες και τις αντιφάσεις της και ότι οι αντιφάσεις αυτές είναι ακριβώς οι παραγωγικές εκείνες ποιητικές χειρονομίες που αναδεικνύουν τη βαθύτερη ουσία του ποιήματος.

Peter Paul Rubens, “Ο Θάνατος του Έκτορα”. Museum Boijmans Van Beuningen, Ρόττερνταμ (Wikimedia Commons)

ΗΡΩΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΗΡΩΩΝ

Ή ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΡΩΩΝ;

Μιλήσαμε πιο πάνω για τη βασική αντίφαση που διέπει τον ηρωικό κώδικα: ο επικός ηρωισμός στηρίζεται στον πόλεμο κι όμως ο πόλεμος παράγει θάνατο και πόνο, ο οποίος μόνο μερικώς (και μόνο για λίγους) απαλύνεται από την αθανασία που εξασφαλίζει η επική ποίηση.

Εύκολα διακρίνει κανείς επίσης στο έπος ανάλογη σύγκρουση ανάμεσα στον τρωικό πόλεμο ως πεδίον δόξης λαμπρόν για ήρωες που πολεμούν ως άτομα (και που μοιράζονται τις ίδιες βασικές αξίες με τους αντιπάλους τους) και στον τρωικό πόλεμο ως πανελλήνια εκστρατεία για την αποκατάσταση μιας «εθνικής» ντροπής (και αναλόγως ως μάχη για τη σωτηρία μιας επαπειλούμενης πατρίδας).

Τα επεισόδια στα οποία η ιδεολογική αυτή ένταση εμφαίνεται όλως ιδιαιτέρως είναι, όχι απροσδόκητα και όχι αταίριαστα,  κυρίως οι μεγάλες μονομαχίες: αρχικά στη μονομαχία Μενελάου-Πάρη και αργότερα, ίσως πιο καθαρά, στο επεισόδιο του Διομήδη και του Γλαύκου, όπου η σχέση ξενίας απαγορεύει τη σύγκρουση. Αυτή η παλινδρόμηση βεβαίως κορυφώνεται φυσιολογικά στις δύο καθοριστικότερες μονομαχίες, του Έκτορα με τον Πάτροκλο και του Αχιλλέα με τον Έκτορα.

Η ένταση ανάμεσα στον πόλεμο ως ατομική και ως συλλογική υπόθεση ενδεχομένως αποτελεί το σημείο τριβής ανάμεσα στα μυκηναϊκά και στα αρχαϊκά στρώματα της επικής αφήγησης. Θα μπορούσαμε να συζητάμε επί ώρες με τους μαθητές μας για το πώς αλλάζει η δομή της ελληνικής κοινωνίας τον 8ο αιώνα π.Χ., πώς αρχίζουν να διαμορφώνονται στοιχεία εθνικής συλλογικότητας την εποχή ακριβώς αυτή και πώς μεταρρυθμίζεται η κοινωνική οργάνωση προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης ισότητας και μαζικότερης συμμετοχής. Λιγότερο όμως πρέπει να μας απασχολεί αυτό καθαυτό το ιστορικό συγκείμενο. Περισσότερο πρέπει να ψάχνουμε πώς τέτοιες ιστορικές γνώσεις μπορούν να μας ωθήσουν στα ενδότερα της ιλιαδικής ποίησης.

Εκ πρώτης όψεως η αντίθεση ατομικισμός-πατριωτισμός φαίνεται να αντιστοιχεί στο ζεύγος Αχιλλέας-Έκτορας. Το γεγονός είναι εξ ορισμού ενδιαφέρον, διότι αναβαθμίζει με τρόπο «περίεργο» (περίεργο και για μας αλλά και για τους αρχαίους!)  τον Έκτορα: ο Αχιλλέας είναι «the individualist hero par excellence» (Silk, 79)· ο Έκτορας, αντίθετα, έχει ρίζες και οικογένεια. Είναι όμως τόσο απλά και μονοσήμαντα τα πράγματα; Είναι η Ιλιάδα η απλοϊκή εν τέλει ιστορία του «ατομιστή» Αχιλλέα, που ζητεί από τον Δία να βασανίσει τους Αχαιούς, ώστε «να δουν τι βασιλιά έχουν» (ἵνα πάντες ἐπαύρωνται βασιλῆος), και του «πατριώτη» Έκτορα, για τον οποίο εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης; Σαφώς και όχι… Αν ήταν, θα αποτελούσε ποίημα πολύ κατώτερης στάθμης.  

Peter Paul Rubens, “Η μῆνις του Αχιλλέα”. Museum Boijmans Van Beuningen, Ρόττερνταμ (Wikimedia Commons)

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΡΑΣ


Η αντίθεση Αχιλλέα-Έκτορα δεν είναι τόσο κάθετη όσο δείχνει και η αποδόμησή της αποκαλύπτει πολλά για τη λειτουργία του ηρωικού κώδικα ως παραγωγού τραγικότητας στην Ιλιάδα.

Ας σκεφτούμε το εξής. Ο θάνατος του Αχιλλέα είναι ουσιαστικά αναπόφευκτος, νομοτελειακό αποτέλεσμα όχι τόσο της μοίρας του, όσο κυρίως των αποφάσεων και των επιλογών του, οι οποίες υπαγορεύονται  αναπόδραστα από την υπερτροφική του προσήλωση στην τιμήν και από τις ακραίες εκδηλώσεις του θυμικού του. Ο Αχιλλέας δεν θα ήταν Αχιλλέας, αν είχε πράξει διαφορετικά.

Τι συμβαίνει όμως με τον Έκτορα; Είναι ο δικός του θάνατος αναπόφευκτος;

Το φοβερό όραμα του Πριάμου και ο θρήνος της Εκάβης στο Χ είναι πράξεις ομόλογες με τις ικεσίες της Ανδρομάχης, τις τύψεις του Έκτορα και τη σπαρακτική του προσευχή για τον Αστυάνακτα, το βυζανιάρικό του, στο Ζ: αυτή είναι άλλωστε η μέθοδος με την οποία η Ιλιάδα κοιτάει μπροστά στην άλωση της Τροίας. Κι όμως, στο Χ, η στιγμιαία υπαναχώρηση του Έκτορα δείχνει ότι θεωρητικά υπήρχε διέξοδος: να συμβιβαστώ για το καλό της Τροίας; Να παραδώσω την Ελένη; Να αποφύγω τη μάχη και τον θάνατο;

Ο Έκτορας έχει επιλογές και το γνωρίζει. Πιθανή υποχώρησή του δεν θα σήμαινε κατ’ ανάγκην δειλία ή φυγομαχία, αφού η παρουσία του αποτελούσε τη μοναδική ελπίδα για την πόλη και τον οίκο του. Εντούτοις αποφασίζει να πολεμήσει γνωρίζοντας ότι θα πεθάνει και κυρίως γνωρίζοντας ότι ο θάνατός του ισοδυναμεί, σχεδόν συμπίπτει, με την πτώση της Τροίας – τη στιγμή που ο ίδιος αποκαλύπτει πως υπάρχει περιθώριο σωτηρίας. Κατά την κορυφαία του στιγμή ο Έκτορα δεν προτάσσει, αυστηρά μιλώντας, το συμφέρον της “πατρίδος”, αλλά κάτι άλλο.

Ένα “τυπικό” στοιχείο επικής αφηγηματικής τεχνικής εδώ έχει ιδιαίτερη σημασία. Και στις δύο περιπτώσεις (Ζ 442, Χ 105), και στο Ζ και στο Χ ο πειρασμός να αποφύγει τη σύγκρουση αποκρούεται με γνώμονα την τιμήν και με δύο πανομοιότυπους στίχους:

αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους

Μόνο που στην πρώτη περίπτωση το αἰδέομαι φέρνει τον Έκτορα σε αντίθεση με τον Πάρη, ενώ στη δεύτερη ουσιαστικά τον ευθυγραμμίζει με τον Αχιλλέα.  Στην ψυχή (και) του Έκτορα υπερισχύει η «ατομική» αἰδώς και το κλέος. Προτιμάται ο ευκλεής θάνατος παρά η ακλεής επιβίωση του ιδίου (ή και της Τροίας!). Θα μπορούσε βεβαίως να πει κανείς ότι ο θάνατος του Έκτορα είναι αναπόφευκτος, ακριβώς διότι αναπόφευκτη και ακατάσχετη είναι η πορεία του Αχιλλέα προς τον δικό του χαμό, αλλά σε ό,τι αφορά στον ίδιο τον Έκτορα – θεωρητικά τουλάχιστον, αλλά ο ποιητής φροντίζει να το υπογραμμίσει αυτό ζωηρά, σε μια σκηνή που θυμίζει έντονα τον Χριστό στη Γεσθημανή – υπήρχε κι άλλη οδός. Ο θάνατος του Έκτορα, όσο κι αν μας φαίνεται περίεργο, προβάλλει στο Χ και αυτός σε μεγάλο βαθμό ως προϊόν αυτού του ιδιότυπου ηρωικού «ατομικισμού»! Και ο Έκτορας βεβαίως, αν είχε πράξει αλλιώς, δεν θα ήταν Έκτορας – απλά όχι για τον λόγο που είχαμε υποψιαστεί στο Ζ ή αλλού πιο πριν.

Ως συνήθως, η Ιλιάδα αντιμετωπίζει την απόφαση του Έκτορα υπό το πρίσμα των λεγόμενων «διττών κινήτρων» (double motivation), που συχνά καθορίζουν τις πράξεις των επικών ηρώων: ὀλοὴ μοῖρ’ ἐπέδησεν τον Έκτορα, λέγεται κάπου. Όμως το ότι ο Έκτορας στέκεται τελικά μπροστά στο άμαχο κύμα που είναι ο Αχιλλέας δεν είναι προϊόν θεϊκού καταναγκασμού – κι ας αποτελεί ο θάνατος του Έκτορα Διὸς βουλήν – αλλά ελεύθερη προσωπική του απόφαση, που υπαγορεύεται από έναν κώδικα αξιών που είναι ο ίδιος τόσο ακαταμάχητος όσο και ο αντίπαλός του. Η παρέκκλιση από αυτό τον κώδικα αξιών είναι αδιανόητη και για τον Αχιλλέα και τον Έκτορα, σε βαθμό που κάθε άλλη πιθανή νομιμοφροσύνη (προς τους συντρόφους, την πατρίδα, την οικογένεια) παραμερίζεται.

Η μοίρα και η προσωπική επιλογή, συνεπώς, δεν συνιστούν στην περίπτωση των δύο αυτών ηρώων δύο ανεξάρτητες συστάδες κινήτρων για δράση, αλλά δυνάμεις που εφάπτονται και σχεδόν ταυτίζονται: ο ηρωικός κώδικας ο ίδιος, που τους σπρώχνει νομοτελειακά προς τον θάνατο, είναι ακριβώς είδος ὀλοῆς μοίρας. Αναλόγως, η επιλογή του θανάτου δεν συνιστά ούτε “αυτοθυσία” αλλά ούτε βεβαίως και το αντίθετο, δηλαδή πρόταξη του Εγώ έναντι της συλλογικότητας: συνιστά συνεπή προσήλωση σε μια στάση ζωής που παραδόξως αφορά στο άτομο αλλά και την ίδια στιγμή το υπερβαίνει. Οι ίδιες δηλαδή οι μοντέρνες κατηγορίες Άτομο/Συλλογικότητα είναι απλουστευτικές, άρα εν δυνάμει παραπειστικές στην περίπτωση της Ιλιάδας, στην περίπτωση του Έκτορα και του Αχιλλέα.

Jacques-Louis David, “Ο νεκρός του Έκτορα”. Musée Fabre, Μοντπελιέ (Wikimedia Commons)

ΤΟ ΗΡΩΙΚΟ ΙΔΕΩΔΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ

Το ηρωικό ιδεώδες λοιπόν φέρει πολλαπλά προσωπεία στην Ιλιάδα, αλλά καταλήγει τελικά στην ίδια βαθιά ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ. Ο ηρωικός κώδικας, η επιταγή του αἰὲν ἀριστεύειν, της τιμῆς εν ζωή και του κλέους μετά θάνατον, βιώνεται από τους ήρωες της Ιλιάδας και ειδικά από τον Αχιλλέα και τον Έκτορα, σε μια κοινωνία που επενδύει τόσα στην αἰδῶ, ως ΜΟΙΡΑ. Ο πόλεμος ως μέσο για κλέος ἄφθιτον και ως πηγή δυστυχίας είναι σε τελική ανάλυση στοιχεία τραγικώς αδιαχώριστα, ειδικά μάλιστα όταν ο αποτελεσματικότερος τρόπος για το ἄφθιτον κλέος είναι ακριβώς η φυσική φθορά.

Αντιλαμβανόμαστε πώς η απάντηση στο ερώτημα ΤΙ ΕΣΤΙ ΕΠΙΚΟΣ ΗΡΩΑΣ μας οδηγεί στα ενδότερα της Ιλιάδας, στην προσέγγιση των πιο σπουδαίων ΜΕΓΑΘΕΜΑΤΩΝ του ποιήματος: της σχέσης ανάμεσα στην (ιδανική) ζωή και τον (ιδεώδη) θάνατο, τον πόλεμο και το κλέος, τον ήρωα και τον μη ήρωα. Ο ηρωικός κώδικας πάνω από όλα είναι το στοιχείο που προσδίδει στο ποίημα το πιο ιδιάζον και πιο διαχρονικό λογοτεχνικό του γνώρισμα, αυτό που ο Richard Rutherford ονόμασε «tragic form and feeling».

Η Ιλιάδα είναι πρωτίστως το ποίημα εκείνο στο οποίο δύο μοναδικοί, απαράμιλλοι ήρωες, που προσδιορίζουν ουσιαστικά ο ένας τον άλλο, κινούνται αναπόφευκτα, νομοτελειακά, αλλά και πάλι απολύτως συνειδητά και ελεύθερα, προς τον χαμό τους – για να παραφράσουμε τον όρκο των Αθηναίων εφήβων: μόνοι, ακόμη κι αν μάχονται μετὰ πολλῶν. Η απομόνωση του Αχιλλέα και στο τέλος του Έκτορα από τους συμπολεμιστές τους προαναγγέλλει γραμματολογικά την απομόνωση του τραγικού ήρωα, όπως θα τη δούμε κυρίως στον Σοφοκλή.

Οι μεγάλοι ήρωες, τόσο ο Αχιλλέας όσο και ο Έκτορας, είναι εξ ορισμού οντολογικώς απομονωμένοι, ακριβώς διότι το τραγικό τους μεγαλείο αποτελεί στην ουσία, όσο κι αν μας φαίνεται περίεργο, μορφή εκκεντρισμού: συνιστά ακραία εκδοχή – ή εξώθηση στα άκρα – της κυρίαρχης κοινωνικοπολιτικής ιδεολογίας του επικού κόσμου. Την «υγιή», μετρημένη εκδοχή του ηρωικού ιδεώδους εκπροσωπούν στην Ιλιάδα πιο χαρακτηριστικά, όπως είπαμε, ο Γλαύκος και ο Διομήδης. Τη διαφορετική έκβαση που θα μπορούσαν να πάρουν τα πράγματα, χωρίς κατ’ ανάγκην υποτιμητικές εκπτώσεις στην τιμήν, υπαινίσσονται επίσης ματαιωμένες πράξεις, όπως η μονομαχία του Μενελάου και του Πάρη. Την εκπροσωπεί ακόμη, αλλά με τη μορφή του τραγικού ἀδυνάτου, όπως είδαμε, η στιγμιαία παλινδρόμηση του Έκτορα στο Χ. Η τραγικότητα όμως των ηρώων αυτών τους επενδύει με μια αξιοπρέπεια μοναδική: από αυτή την άποψη είναι ανώτεροι και από τους θεούς.

Καθώς λοιπόν καταρρέει η φαινομενική αντίθεση Αχιλλέα και Έκτορα, ο ηρωικός κώδικας στην ιδιαίτερη ιλιαδική εκδοχή του μας ενδιαφέρει ως κώδικας λογοτεχνικής ερμηνείας, διότι αναδεικνύει μια ακόμη σημαντική διάσταση της Ιλιάδαςο ηρωικός κώδικας συνέχει, δεν διαχωρίζει τους αντιμαχομένους. Η «ορθή» ερμηνεία της Ιλιάδας, συνεπώς, απαιτεί συνειδητό «μπλοκάρισμα» της μοντέρνας αντίληψης της ιστορίας υπό το πρίσμα της εθνικής συνείδησης.

Σε μια εποχή κατά την οποία αρχίζουν να διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις μιας ελληνικής εθνοσυλλογικότητας, και παρά το γεγονός ότι οι κατοπινότερες γενιές (αρχαίων) Ελλήνων θα δουν τον τρωικό πόλεμο ως το αρχέτυπο της σύγκρουσης μεταξύ Ελλάδας και Ασίας, η Ιλιάδα η ίδια κινείται υπεράνω της διάκρισης μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων. Ο ηρωικός κώδικας στην Ιλιάδα είναι ένα κοινό σύνολο αξιών, μια ιδιαίτερη ανθρωπολογία, που προσδιορίζει είδος ανθρώπου, το οποίο κρίνεται με διττή αναφορά, αφενός στους «υφισταμένους» του, τους απλούς και ταπεινούς βροτούς, και αφετέρου στους «προϊσταμένους» του, τους θεούς. 

Peter Paul Rubens, “Ο θάνατος του Αχιλλέα”. Museum Boijmans Van Beuningen, Ρόττερνταμ (Wikimedia Commons).

ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΘΕΟΙ

Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα και την ποιητική (και ποιητολογική) σκοπιμότητα του περιβόητου «ανθρωπομορφισμού» των θεών στην Ιλιάδα: όσο πιο πολύ οι θεοί φέρονται να μοιάζουν στους ανθρώπους, τόσο εντυπωτικότερα αναδεικνύεται το αδιαπέραστο φράγμα που διαχωρίζει τις δύο οντολογικές κατηγορίες.

Η μια όψη του νομίσματος είναι ότι η ομοιότητα ανάμεσα στις κοινωνικές των ανθρώπων και των θεών ως προς την οργάνωση, τις αξίες και τον κώδικα συμπεριφοράς, ακόμη και τις αδυναμίες, τα πάθη, τις μικροπρέπειες, αποτελεί πράξη ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ της πολιτικής οικονομίας του ιλιαδικού κόσμου (ο τρόπος οργάνωσης των βροτείων πραγμάτων αποτελεί αντι-καθρέφτισμα της θείας τάξης).

Η άλλη όψη όμως φανερώνεται από αυτό που ο Karl Reinhardt αποκάλεσε «sublime triviality»: οι διαμάχες μεταξύ των θεών δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από αυτές των ανθρώπων σε ένταση και πάθος, «στερούνται» όμως αυτό που κάνει τις ανθρώπινες διαμάχες ανθρώπινες: τον πόνο, την καταστροφή και τέλει τον θάνατο. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά o Michael Silk (69 κ.ε.), οι θεοί στην Ιλιάδα είναι πανίσχυροι, πανέμορφοι και βεβαίως αθάνατοι· βρίσκονται πάνω από τη φθορά και πέρα από τον χρόνο. Έχουν σίγουρα λιγότερα να χάσουν στις αντιπαραθέσεις τους. Έχουν όμως αδιαμφισβήτητα και λιγότερα να κερδίσουν. 

Ιδού λοιπόν πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε δύο «πραγματολογικά» δεδομένα του ποιήματος, το ηρωικό ιδεώδες και τον ανθρωπομορφισμό των θεών, για να διεισδύσουμε στα ενδότερα της ιδεολογίας, της ανθρωπολογίας και της ποιητολογίας του – δηλαδή για να διδάξουμε την Ιλιάδα ως ποίημα αρχίζοντας από το κείμενο και τελειώνοντας σε αυτό.

Ἕκτορος λύσις. Ερυθρόμορφη κύλικα των αρχών του 5ου αι. π.Χ. Ζωγράφος της Βρισηΐδος. Βρετανικό Μουσείο (Wikimedia Commons)