Tags

, , , , , ,


Στο κείμενο που ακολουθεί κατατίθενται θεωρητικές κυρίως σκέψεις, που έχουν σκοπό να συμβάλουν στην απάντηση μιας σειράς δύσκολων αλλά κρίσιμων ερωτημάτων, τα οποία ταλανίζουν τους φοιτητές, όταν έρχονται σε πρώτη επαφή με το αρχαίο ελληνικό θέατρο και ειδικά την τραγωδία:

  • γιατί απασχολεί τόσο πολύ την τραγωδία η γυναικεία μορφή, τη στιγμή που στη σύγχρονη αθηναϊκή κοινωνία του 5ου αι. π.Χ. η γυναίκα δείχνει περιθωριοποιημένη;
  • για ποιο λόγο ειδικά ο Ευριπίδης επιμένει τόσο σε γυναικείες προσωπικότητες ακραίες, αντιφατικές, “άβολες”, ενίοτε ακόμη και αποκρουστικές;
  • Είναι τελικά η τραγωδία, του Ευριπίδη συγκεκριμένα, “μισογυνική”;
  • Ή μήπως είναι το αντίθετο, τρόπον τινά “φεμινιστική”;

ΑΠΟ ΑΝΔΡΕΣ ΓΙΑ ΑΝΔΡΕΣ

Είναι γεγονός ότι στην αρχαία ελληνική σκηνή, για την οποία γράφουν άνδρες, στην οποία παίζουν άνδρες και την οποία παρακολουθούν άνδρες κατά συντριπτική πλειοψηφία (αν όχι αποκλειστικά), η γυναίκα κατέχει δυσανάλογα σπουδαία θέση.

Στον Ευριπίδη ειδικά, η γυναίκα – ο τύπος της προκλητικά δυναµικής και ανεξάρτητης θηλυκής μορφής, όπως η Φαίδρα, η Σθενέβοια, η Εκάβη, η Μήδεια, η Μελανίππη κτλ – φαίνεται να κυριαρχεί. Οι ανεκδοτολογικές αιτιάσεις για τον «µισογυνισµό» του Ευριπίδη, άλλωστε, δεν είναι τίποτε άλλο παρά µεταµορφωµένες κριτικές τοποθετήσεις για τη θέση και τη φύση της γυναίκας στο έργο του.

Τόσο παράξενες, ανατρεπτικές αλλά και αναμφίβολα γοητευτικές φαίνονταν οι γυναίκες του Ευριπίδη στο σύγχρονό τους κοινό, που η μεν βιογραφική παράδοση, η οποία εκπηγάζει μάλλον από τις Θεσμοφοριάζουσες του Αριστοφάνη, τις θέλει να σκοτώνουν τον δημιουργό τους από αγανάκτηση για τις “συκοφαντίες” που δέχονται, ο δε Αριστοτέλης στην Ποιητική (1454α) χρησιμοποιεί κάποιες από αυτές, συγκεκριμένα τη Μελανίππη και την περίφημη ρήση της, ως παραδείγματα ἤθους ἀπρεποῦς καὶ μὴ ἁρμόττοντος!

Αρχαία Ελληνίδα γυναίκα. Museo archeologico regionale Paolo Οrsi (Wikimedia Commons)

Αρχαία Ελληνίδα γυναίκα. Museo archeologico regionale Paolo Οrsi (Wikimedia Commons)

Δεν πρέπει να µας κάνει εντύπωση, όμως, η προβολή της γυναίκας στο αρχαίο ελληνικό θέατρο: για τους αρχαίους Έλληνες, όπως και για τις πλείστες παραδοσιακές, προνεωτερικές κοινωνίες, η διαπραγµάτευση της ετερότητας ήταν µέθοδος προσδιορισµού της ταυτότητας εκ του αντιθέτου.

Στην Αθήνα του 5ου αι., η σηµασία της γυναίκας ως κοινωνικού παράγοντα ήταν τόσο µεγάλη όσο η συµµετοχή της στα κοινά ήταν περιορισµένη. Η τραγωδία, ειδικά του Ευριπίδη, χρησιµοποιεί τη γυναικεία µορφή, για να εξερευνήσει τα όρια και τις ανομολόγητες προκαταλήψεις της επίσημης πατριαρχικής κρατικής ιδεολογίας, τον τρόπο µε τον οποίο ένα ολόκληρο ιδεολογικό σύστημα περιβάλλει το Θηλυκό με εξιδανικείσεις και ταμπού, με σκοπό τον έλεγχο και την «προστασία» του ως δοχείου νόµιµης και γνήσιας αναπαραγωγής του πολιτικού σώµατος.

ΛΙΓΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΦΥΛΟΥ

O φεµινισµός υπήρξε κίνηµα του 20ου αιώνα, που έθεσε ως στόχο την εξίσωση των γυναικών µε τους άνδρες στον πολιτικό, κοινωνικό και οικονοµικό τοµέα.

Το κίνημα εκδηλώθηκε σε δύο ρεύµατα (ή «κύµατα»): αρχικά, (α) στις αρχές του 20ου αιώνα, με αίτημα την πολιτική εξίσωση και προεξάρχουσες τις περίφημες suffragettes· και αργότερα, (β) από δεκαετία του 1960 και εντεύθεν με αίτηµα την πλήρη και πραγµατική ισότητα σε όλους τους τοµείς, συµπεριλαµβανοµένης της σεξουαλικότητας, την αποκάλυψη και αποδόµηση των πατριαρχικών δοµών εκείνων που διαιώνιζαν την καταπίεση και την υποβάθµιση των γυναικών.

ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Critique of women's studies or gender studies

Το σύμβολο του φεμινιστικού κινήματος (Photo credit: Wikipedia)

Στις λογοτεχνικές σπουδές ο φεµινισµός έστρεψε την προσοχή του σε τρεις κατευθύνσεις: (α) στο πώς οι γυναίκες γράφουν (και κατ’ επέκταση πώς και το γιατί οι γυναίκες συγγραφείς (δεν) εισήλθαν στους λογοτεχνικούς κανόνες· (β) το πώς οι γυναίκες διαβάζουν (αν επιτυγχάνουν ή δεν επιτυγχάνουν να αναγνωρίσουν τις στρατηγικές υποταγής των γυναικών, όπως αυτές κωδικοποιούνται στη λογοτεχνία, ώστε να αντισταθούν σε αυτές)· (γ) το πώς οι γυναίκες παρουσιάζονται στη λογοτεχνία.

Οι Σπουδές του Φύλου (Gender Studies) ειδικότερα, η σύγχρονη έκφραση του φεµινιστικού κινήµατος στη λογοτεχνική κριτική, επιχειρούν να αναλύσουν τον τρόπο µε τον οποίο η παρουσίαση των γυναικών στη λογοτεχνία (και πέραν από αυτή) απηχεί ανδρικές προκαταλήψεις και στερεότυπα ή/και αποτελεί απόπειρα ανδρών να «συλλάβουν» ή να ελέγξουν ιδεολογικά το φαινόµενο Γυναίκα.

ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΦΥΛΟ (SEX) ≠ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΥΛΟ (GENDER)

Πιο συγκεκριµένα, οι Σπουδές του Φύλου επισηµαίνουν τη θεµελιώδη διάκριση ανάµεσα στο βιολογικό φύλο (sex), ένα εκ γενετής, φυσικό και αντικειµενικό χαρακτηριστικό, και στο κοινωνικό φύλο (gender), που συνιστά ένα σύνολο στερεοτύπων, ψυχολογικών χαρακτηριστικών και κοινωνικών ρόλων, τους οποίους οι διαφορετικές τοπικές κοινωνίες και κουλτούρες επιβάλλουν στις γυναίκες — και µάλιστα, κατά κανόνα, σε αντίστιξη µε τους άνδρες (η γυναίκα ως «ατελής άνδρας» ή ως κοινωνικός Άλλος).

Χαρακτηριστικά, η Simon de Beauvoir στο περίφημο βιβλίο της Δεύτερο Φύλο (1949) γράφει:

«δεν γεννιέται κανείς γυναίκα, γίνεται».

Το ενδιαφέρον σε όλη αυτή τη διαδικασία — και το στοιχείο που πρωτίστως πρέπει να «αποδοµηθεί», δηλαδή να ξεσκεπαστεί ως συµβατικό και τεχνητό — είναι ότι οι κοινωνίες επιχειρούν να παρουσιάσουν τέτοιες κοινωνικά κατασκευασµένες διαφορές µεταξύ του αρσενικού και του θηλυκού, του άνδρα και της γυναίκας, ως φυσικές διαφορές (δηλαδή να ταυτίσουν το βιολογικό µε το κοινωνικό φύλο). Επιτυχηµένη ιδεολογία άλλωστε είναι αυτή που πείθει τους φορείς της ότι οι συνισταµένες της δεν αποτελούν συµβάσεις, αλλά προέρχονται εκ φύσεως, ακόµη και εκ Θεού. Αυτό συντείνει στην εσωτερίκευση (internalisation) της ιδεολογίας από τους φορείς της.

Είναι πολύ σηµαντικό για την κατανόηση της σηµασίας του φύλου στην κλασική λογοτεχνία γενικότερα, αλλά και για τη µελέτη της Μήδειας ειδικότερα, να επισηµάνουµε ότι στην αρχαία Ελλάδα τέτοια χαρακτηριστικά και κοινωνικοί ρόλοι, που γίνονταν αντιληπτοί ως ιδιότητες του Αρσενικού και του Θηλυκού, είναι δυνατό να ενσαρκώνονται από άτοµα (δηλαδή να αποδίδονται σε άτοµα) που βιολογικώς δεν ανήκουν στο αρσενικό ή το θηλυκό φύλο. Ένας άνδρας µπορεί να έχει (δηλαδή να του αποδίδονται) «θηλυκά» χαρακτηριστικά και συµπεριφορές και το αντίθετο: µια γυναίκα, όπως η Μήδεια, µπορεί να οικειοποιείται στάσεις, αρχές, αξίες, που θεωρείται ότι «ανήκουν» στους άνδρες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, βέβαια, κάτι τέτοιο γίνεται αισθητό (ή προβάλλεται) ως εκτροπή.

Female homicides in Ciudad Juárez

Τα σύμβολα του Αρσενικού και του Θηλυκού (Photo credit: Wikipedia)

Το κοινωνικό φύλο, με άλλα λόγια, αποτελεί µέσο κατηγοριοποίησης, αλλά και ελέγχου, των µελών µιας κοινωνίας: ελέγχου των γυναικών από τους άνδρες, αλλά και ελέγχου ανδρών από άνδρες. Η κατηγορία του «θηλυπρεπούς» ή το αντίθετο, η εντύπωση ότι µια γυναίκα παρεισδύει στη σφαίρα δράσης του άνδρα, µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως όπλο στον κοινωνικό ανταγωνισµό.

Ο ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑΙΑ

Η φεµινιστική κριτική συνέβαλε τα µέγιστα στην ανάδειξη της κοινωνικής θέσης της γυναίκας στην αρχαία Ελλάδα και στη µελέτη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η µελέτη αυτή είναι ιδιαιτέρως δυσχερής, από τη στιγμή που το κυρίαρχο ιδεώδες της σιγῆς και της αφάνειας των γυναικών οδήγησε σχεδόν στην έκλειψη της αρχαίας ελληνικής θηλυκής φωνής.

Στη δηµόσια σφαίρα οι Αθηναίες γυναίκες εκπροσωπούνται από τους άνδρες κυρίους τους. Ελάχιστα λογοτεχνικά έργα γραµµένα από γυναίκες σώζονται, κι αυτά δεν γράφτηκαν από Αθηναίες (Σαπφώ, Ήριννα, Νοσσίς κτλ). Κάθε λογοτεχνικό έργο που παρουσιάζει γυναίκες το κάνει στο πλαίσιο των συµβάσεών του και για τους δικούς του ιδιαίτερους λόγους. Κανένα λογοτεχνικό ή άλλο έργο, ούτως ή άλλως, δεν έχει σκοπό να αποδώσει τη ζωή των γυναικών: όσες πληροφορίες δίδονται προκύπτουν έµµεσα.

O φεµινισµός αποκάλυψε µια πολύ ζοφερή εικόνα για την κοινωνική θέση της Αθηναίας. Η Αθηναία γυναίκα:

  • Δεν δικαιούται να κατέχει περιουσία παρά µόνο εµµέσως (προίκα)
  • Δεν συµµετέχει στη διοίκηση της πόλης (Εκκλησία του Δήµου, αξιώµατα, δικαστήρια).
  • Δεν έχει δηµόσια φωνή, εφόσον εκπροσωπείται παντα από τον κύριόν της.
Νεαρή Ελληνίδα. Επιτύμβια στήλη του 4ου αι. π.Χ.Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά (Wikimedia Commons)

Νεαρή Ελληνίδα. Επιτύμβια στήλη του 4ου αι. π.Χ.Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά (Wikimedia Commons)

Εν ολίγοις, δίνει την εντύπωση ότι δεν διαφέρει πολύ από τους δούλους. Αυτό όμως είναι η μισή αλήθεια. Η Αθηναία μπορεί μεν να θεωρείται «καταπιεσµένη» και «υποταγµένη» µε τα κριτήρια του 20ου αιώνα· η θέση και η σηµασία της όµως στην αθηναϊκή πόλη- κράτος ήταν τεράστια.

  • Η Αθηναία εγγυάται τη γνήσια και νόµιµη αναπαραγωγή του πολιτικού σώµατος: κανείς δεν λογαριαζόταν Αθηναίος πολίτης αν δεν καταγόταν ἐκ δυοῖν ἀστοῖν, δηλαδή αν και οι δύο γονείς του δεν ήταν Αθηναίοι πολίτες. Η «ιδιωτική» δραστηριότητα της τεκνοποιίας και της διεύθυνσης του οίκου είχε τεράστια δηµόσια και δη πολιτική σηµασία!
  • Η Αθηναία συµµετέχει ενεργά στη θρησκευτική ζωή της πόλης, ιδιαίτερα (και πολλές φορές κατ᾽ αποκλειστικότητα) σε τελετουργίες γονιµότητας (Αλώα, Σκίρα, Θεσµοφόρια, κλπ), δηλαδή σε τελετές κυρίως για τη Δήμητρα, τον Διόνυσο και την Αφροδίτη, καθώς και σε τελετουργίες µετάβασης (γάµος, κηδεία) και προστασίας της οικογένειας Ήρα, Εστία). Η γυναίκα δηλαδή μεσιτεύει προς τη θεότητα, για να εξασφαλιστεί, ουσιαστικά, η διαιώνιση της ζωής και της ευηµερίας. Ο ρόλος της είναι κυριολεκτικά ζωτικός.

Πρέπει λοιπόν να αντιληφθούµε τη θέση της γυναίκας στην αρχαία Αθήνα µε αρχαιοελληνικούς και όχι µε σύγχρονους όρους: η «καταπίεση» της γυναίκας, ιδιαίτερα ο έλεγχος της σεξουαλικότητάς της, απηχεί την αγωνιώδη ανδρική προσπάθεια να ΠΕΡΙΦΡΟΥΡΗΘΕΙ ΤΟ ΘΗΛΥΚΟ, ακριβώς εξαιτίας της ΣΗΜΑΣΙΑΣ του: η γυναίκα αποτελεί θεµελιώδη προϋπόθεση για τη salus publica.

Η ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ

Οι τραγωδικές γυναίκες “παίζουν στο γήπεδο” των ανδρών και απηχούν ανδρικές αγωνίες. Θυµηθείτε την «επικίνδυνη γυναικεία µορφή» που είδαµε στις Τραχίνιες, το Θηλυκό που παγιδεύει το Αρσενικό (αλλά και που συµπαρασύρεται το ίδιο στη δίνη που προκαλείται) εξαιτίας του ακαταµάχητου σεξουαλικού µαγνητισµού που εκπέµπει ή/και εξαιτίας της ἀκρασίας που το χαρακτηρίζει, για να ανακαλέσουμε έναν αριστοτελικό όρο, της αδυναµίας της να ελέγξει τις άλογές της ορμές.

Ακόµα και η ανατοµία του γυναικείου σώµατος προσλαµβάνεται και κωδικοποιείται ως αξία µέσα από πολιτισµικά φίλτρα, τα οποία παρέχει η ανδρική κρατούσα τάξη: η εικόνα του γυναικείου σώµατος στην κοινωνία όσο και στη λογοτεχνία είναι προϊόν ανδρικών φαντασιώσεων και επιθυµιών.

Η ίδια η γλώσσα (οι πλείστες γλώσσες) είναι διαποτισµένη µε τον ανδρικό κώδικα αξιών, απέναντι στον οποίο οι γυναίκες είναι υποχρεωµένες να τοποθετηθούν. Για τον φεµινισµό, η γλώσσα είναι µέρος της πολιτικής διεργασίας για την καταπίεση των γυναικών. Το συγκεκριµένο, η επικυριαρχία των ανδρών στον ίδιο τον γλωσσικό κώδικα, υπήρξε κεντρικό ζήτηµα του φεµινισµού (παράθεμα από (Schmitz,180):

«πώς µπορούν οι γυναίκες να εκφραστούν πραγµατικά µε µια γλώσσα που τους είναι θεµελιωδώς ξένη και που κυριαρχείται ολοκληρωτικά από την ανδρική οπτική γωνία;»

Το πρόβληµα αυτό γίνεται οξύτερο στη λογοτεχνία και ακόµη πιο ορατό στο θέατρο, όταν δεν µιλάµε πια για γνήσιο γυναικείο λόγο, αλλά για αναπαράσταση του γυναικείου λόγου από άνδρες δραµατουργούς και άνδρες ηθοποιούς ενώπιον ενός κοινού ανδρικού κατά συντριπτική πλειοψηφία.

Ο ίδιος ο Ευριπίδης στη Μήδεια, στην αντιστροφή του Α΄ Στασίµου (421-9), αναγνωρίζει το γεγονός ότι από τη λογοτεχνία απουσιάζει η γυναικεία φωνή, όταν παρουσιάζει τον χορό των Κορινθίων γυναικών να σχολιάζει:

µοῦσαι δὲ παλαιγενέων λήξουσ΄ ἀοιδῶν

τὰν ἐµὰν ὑµνεῦσαι ἀπιστοσύναν.

οὐ γὰρ ἐν ἁµετέρᾳ γνώµᾳ λύρας

ὤπασε θέσπιν ἀοιδὰν

Φοῖβος͵ ἁγήτωρ µελέων· ἐπεὶ ἀντάχησ΄ ἂν ὕµνον

ἀρσένων γέννᾳ.

Η ενδοσκοπική, αυτογνωστική λειτουργία, λοιπόν, της τραγωδίας απογειώνεται στην περίπτωση της εξέτασης του αθηναϊκού συστήµατος των φύλων. Μιλάµε βέβαια για το «σύστηµα των φύλων», για να τονίσουµε ότι οι σχέσεις ανδρών και γυναικών δεν ενδιαφέρουν την τραγωδία αυτές καθαυτές. Εντάσσονται, όπως είπαµε, στο πλαίσιο ευρύτερων εξερευνήσεων, όπως π.χ. η σχέση της ιδιωτικής και της δηµόσιας σφαίρας ή, ακόµη ευρύτερα, η ίδια η έµφυλη άρθρωση της αθηναϊκής δηµοκρατίας.

ΠΡΟΣΕΞΤΕ, ΟΜΩΣ: ακόµη και όταν µιλά για γυναίκες, ακόµη και όταν διερωτάται για τα δύο µέτρα και δύο σταθµά, για τους αποκλεισµούς και για τις ανισότητες της δηµοκρατίας, για τη θέση των «ηρωικών αξιών» και της παραδοσιακής ηθικής του quid pro quo σε µια ευνοµούµενη κοινωνία, η τραγωδία του Ευριπίδη ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠ´ ΟΥΔΕΝΙ ΕΙΔΟΣ ΠΡΩΤΟ-ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΟΥ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟΥ.

Παραµένει:

(α) ανδρική διεργασία, µέσο διαπραγµάτευσης της ανδρικής ταυτότητας και όχι σάλπισµα για κοινωνική απελευθέρωση των γυναικών·

(β) τραγικό θέατρο, δηλαδή έργο τέχνης που αρέσκεται στη διαλεκτική των αντιθέτων, επομένως φροντίζει να διευρύνει το χάσμα που διαχωρίζει τους συγκρουόμενους πόλους.