Tags

, , , , , , , , , ,


Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΑΙ Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ

Arstle8Εξαιτίας και της σχολικής μας παιδείας μάθαμε να θεωρούμε τον Αριστοτέλη ως τον βασικό, αν όχι τον απόλυτο, οδηγό για την κατανόηση του αρχαίου ελληνικού θεατρικού φαινομένου. Σήμερα οι φιλόλογοι αποδομούν τις προσεγγίσεις του Σταγειρίτη – και όχι αδίκως. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ποιητική είναι προϊόν επισταμένης επιστημονικής έρευνας· φέρει όμως και τη σφραγίδα των εμμονών του Αριστοτέλη και κυρίως παλινδρομεί ανάμεσα στην περιγραφή (τι συμβαίνει) και στην υπόδειξη (τι θα έπρεπε να συμβαίνει).

Παρόλα αυτά κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι:

(α) η Ποιητική, που γράφεται περίπου το 330 π.Χ., παρά τις εγγενείς ελλείψεις και τις ασάφειές της (μεταξύ άλλων δεν έχουμε το τελικό κείμενο του Αριστοτέλη, αλλά τις σημειώσεις των παραδόσεών του), είναι η αρχαιότερη σωζόμενη επιστημονική πραγματεία για το θέμα που μας απασχολεί·

(β) ο Αριστοτέλης είχε στη διάθεσή του πολύ περισσότερες πηγές πληροφοριών από ό,τι εμείς σήμερα διαθέτουμε·

(γ) ο ίδιος αλλά και οι μαθητές του είχαν αναπτύξει προχωρημένες μεθόδους έρευνας, οι οποίες τους επέτρεπαν να αξιολογούν και να διηθούν την πληροφορία.

Συνεπώς, η Ποιητική συνεχίζει να είναι αξιόπιστη πηγή για πολλά. Αξίζει τον κόπο να μελετήσουμε τις απόψεις του Αριστοτέλη για το τραγικό είδος, αρχής γενομένης από τον περίφημό του ορισμό.

Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΣ ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ

Όπως διαπιστώνει κανείς αναλύοντας το εν λόγω χωρίο, ο Αριστοτέλης συλλαμβάνει μεν με ευστοχία τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους, παραλείπει όμως παράλληλα σημαντικές διαστάσεις του είτε εξαιτίας των δικών του προτεραιοτήτων είτε εξαιτίας των αναπροσαρμογών και ανακατατάξεων που έλαβαν χώρα την εποχή κατά την οποία γράφει.

Slide026

ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΥ ΟΡΙΣΜΟΥ

Μίμησις πράξεως

Η τραγωδία μιμεται, δηλαδή αναπαριστά, ένα συγκεκριμένο γεγονός (πρᾶξιν). Η τραγωδία, δηλαδή, επικεντρώνεται σε μία κεντρικής σημασίας ενέργεια, μία κορυφαία στιγμή, που μεταβάλλει την τύχη των τραγικών ηρώων. Μια τραγωδία δεν μπορεί να μιμηθεί επί σκηνής, π.χ., ολόκληρο τον τρωικό πόλεμο ή ολόκληρη την ιστορία του νόστου του Οδυσσέα. Μια τραγωδία επικεντρώνεται σε ένα κεντρικό γεγονός.

σπουδαίας

Αυτό το γεγονός δεν μπορεί παρά να είναι (α) σημαντικό, κρίσιμο και αποφασιστικό, αλλά επίσης (β) να αποτελεί την πράξη ενός εξίσου σημαντικού ανθρώπου. Η τραγωδία, άλλωστε, αφηγείται τη μοίρα ανθρώπων που είναι μείζους τῶν νῦν («σπουδαιότεροι από τους συγχρόνους μας»), δηλαδή την ιστορία ηρώων των μεγάλων μυθολογικών κύκλων, πολλοί από τους οποίους είναι κατά τον 5ο αιώνα δέκτες ηρωικής λατρείας ή ακόμη και θεών (σπανιότερα).

καὶ τελείας

Η πρᾶξις μίμηση της οποίας αποτελεί η τραγωδία πρέπει επίσης να είναι «ολοκληρωμένη», δηλαδή οι αιτίες, οι αφορμές και οι συνέπειές της για τον τραγικό ήρωα να παρουσιάζονται με τρόπο πλήρη και κατανοητό εντός του αφηγηματικού πλαισίου της παράστασης.

μέγεθος ἐχούσης

Η τραγική παράσταση απαιτείται να έχει ορισμένη διάρκεια. Η μέση τραγωδία έχει έκταση περίπου 1500 στίχους.

ἡδυσμένῳ λόγῳ

Εδώ ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί μια μεταφορά από τη μαγειρική. Τα «καρυκεύματα» που νοστιμίζουν τον λόγο κατά τον Αριστοτέλη είναι κυρίως ο ρυθμός (το μέτρο) και η μουσική.

Χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις

Διαφορετικά «καρυκεύματα» αναλογούν στα διαφορετικά μέρη της τραγικής παράστασης. Στα επεισόδια βασικό καρύκευμα είναι η ρυθμική απαγγελία (με βασικό μέτρο το ιαμβικό τρίμετρο), ενώ στα χορικά ο λόγος «καρυκεύεται» με τη μελοποιία και μια πλειάδα λυρικών μέτρων, καθένα από τα οποία έχει τον ιδιαίτερό του μουσικό και ρυθμικό χαρακτήρα.

δρώντων καὶ οὐ δι᾽ ἀπαγγελίας

Η επική ποίηση μιμείται πράξεις και πράττονες αποκλειστικά διά της απαγγελίας. Η τραγωδία ως θεατρικό είδος επιτελεί τη μίμησή της μέσα από δρώντα πρόσωπα, τα οποία παρουσιάζονται ενώπιον κοινού σε ζωντανό χρόνο.

Ο Αριστοτέλης αναφέρεται πιο κάτω στα μέσα της δραματικής μίμησης. Έστω και αν ο ίδιος προέκρινε σθεναρά μια θεατρικότητα μινιμαλιστική, που έδινε προτεραιότητα στον λόγο και θα μπορούσε θεωρητικά να σταθεί καὶ ἄνευ τοῦ ὁρᾶν (ακόμη και χωρίς κανείς να βλέπει τι συμβαίνει επί σκηνής), εντούτοις δεν μπορεί παρά να παραδεχθεί ότι ἐξ ἀνάγκης βασικό συστατικό της δραματικής ποίησης είναι η ὄψις, δηλαδή η οπτική διάσταση της παράστασης: η διαμόρφωση του σκηνικού χώρου, τα κοστούμια και τα προσωπεία των ηθοποιών κλπ.

δι᾽ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα

Βασική προϋπόθεση του τραγικού, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, είναι η δυνατότητα του θεατή να νιώσει

  • συμπόνια για τους τραγικούς ήρωες και τα φοβερά πάθη τους, τα οποία προκαλούν στη ζωή τους την απόλυτη περιπέτειαν, δηλαδή μεταβολὴν ἐς τὸ ἐναντίον στρέφοντάς τους κατά κανόνα από την ευτυχία στη δυστυχία,
  • αλλά και φόβο, δηλαδή ένα αίσθημα δέους, που άνθρωποι τόσο μεγάλοι και τρανοί, τόσο σπουδαιότεροι από μας τους ιδίους, έπεσαν θύματα συμφορών, ανάλογες των οποίων κάποτε μπορεί να βρουν κι εμάς (διότι τα πάθη των τραγικών ηρώων είναι ανθρώπινα πάθη) .

Απαραίτητη προϋπόθεση του τραγικού ἐλέου, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (προσοχή: ὁ ἔλεος, όχι το έλεος – στα αρχαία ελληνικά το ουσιαστικό είναι αρσενικό, όχι ουδέτερο) είναι ο ήρωας να μην είναι ούτε παντελώς φαύλος αλλά ούτε και παντελώς αναξιοπαθής. Γενικά ο Αριστοτέλης θεωρεί μη αρμόζουσες προς το τραγικό είδος τις ακόλουθες τρεις μορφές έκβασης των γεγονότων:

  • Όταν ένας αψεγάδιαστος άνθρωπος έχει άσχημο τέλος: η κατάληξη αυτή προκαλεί αγανάκτηση και σοκ
  • Όταν ένας παντελώς φαύλος άνθρωπος έχει καλό τέλος: η κατάληξη αυτή ούτε συγκινεί ούτε διδάσκει.
  • Όταν ένας κακός άνθρωπος έχει κακό τέλος: η κατάληξη αυτή διδάσκει, αλλά δεν συγκινεί.

Διεγείρεται αποτελεσματικότερα ο τραγικός έλεος, όταν ένας κατά βάση χρηστός αλλά όχι άμεμπτος άνθρωπος περιπίπτει σε συμφορές. Ο τραγικός έλεος, κατά τον Αριστοτέλη, προϋποθέτει επίσης ότι ο τραγικός ήρωας υποφέρει κατά βάση χωρίς να του αξίζει (ἀνάξιος δυστυχῶν). Η θέση αυτή πάντως δεν ισχύει για ουκ ολίγες περιπτώσεις τραγικών ηρώων.

978-0-226-31394-8-frontcoverΟι φυσικότερες ερμηνείες της αριστοτελικής θέσης είναι είτε (α) ότι ο Αριστοτέλης απλώς κάνει λάθος (βλ. παρακάτω) είτε (β) ότι η συμφορά που ο τραγικός ήρωας υφίσταται «δεν του αξίζει» επειδή είναι κατά πολύ δυσανάλογη του σφάλματός του, το οποίο στις πλείστες των περιπτώσεων οφειλόταν περισσότερο σε μια φυσική άγνοια των πραγμάτων παρά σε συνειδητή κακία.

Η ερμηνεία μας για τη φράση ἀνάξιος δυστυχῶν ενισχύεται από το γεγονός ότι, για να νιώσει ο θεατής «τραγικό» φόβο, πρέπει ο τραγικός ήρωας να μην είναι εντελώς ξένος προς την ανθρώπινη φύση (οι θεοί μπορεί να είναι χαρακτήρες στην τραγωδία, αλλά ποτέ τραγικά πρόσωπα!). Πρέπει επίσης τα πάθη του να μην έχουν ως αποκλειστική αιτία εξωγενείς και ειδικά μεταφυσικούς παράγοντες (τους θεούς, τη μοίρα, την τύχη) αλλά, όσο και αν τέτοιοι παράγοντες επηρέασαν, η μοίρα τους να αποτέλεσε ταυτόχρονα, σε μεγαλύτερο ίσως βαθμό, συνέπεια των δικών τους λανθασμένων επιλογών — ή έστω λανθασμένων επιλογών άλλων ανθρώπων, με τους οποίους σχετίζονται.

Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον όρο ἁμαρτία, για να αποδώσει την έννοια του τραγικού σφάλματος. Η ἁμαρτία, σύμφωνα με την επικρατέστερη ερμηνεία, είναι μια εσφαλμένη κρίση, η οποία κατά κανόνα οφείλεται, αφενός στην πεπερασμένη δυνατότητα του ανθρώπου να συνειδητοποιεί την κατάσταση στην οποία βρίσκεται (το μεθύστερον της ανθρώπινης γνώσης, το ότι δηλαδή ο άνθρωπος εκ των υστέρων συνήθως καταλαβαίνει πλήρως τα πράγματα, αποτελεί βασικό μοτίβο πολλών τραγωδιών), αφετέρου στο ἦθος του συγκεκριμένου ατόμου, δηλαδή στη φυσική και επίκτητη ροπή του προς το καλό ή το κακό, με άλλα λόγια τον χαρακτήρα του.

τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν

Υπάρχει τεράστια συζήτηση μεταξύ των φιλολόγων για το ακριβές νόημα της αριστοτελικής «κάθαρσης». Δεν εξυπηρετεί να επαναλάβουμε εδώ το σύνολο των θεωριών που διατυπώθηκαν· ως εκ τούτου θα επικεντρωθούμε στη θεωρία που έχει σήμερα τη μεγαλύτερη αποδοχή. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή η κάθαρση είναι ταυτόχρονα ένα συναισθηματικό-ψυχολογικό και ένα γνωστικό-ηθικό γεγονός: ο θεατής αποκαθαίρεται από τον ἔλεον και τον φόβον, όταν καταλαβαίνει τους παράγοντες που οδήγησαν τα τραγικά πρόσωπα στην καταστροφή και όταν αντλεί τα ανάλογα διδάγματα για τη δική του ηθική συμπεριφορά.

Ο όρος κάθαρση, λοιπόν, δεν αναφέρεται μόνο στο συναισθηματικό αποτέλεσμα μιας τραγικής παράστασης, αλλά και στο ηθικό προϊόν αυτών των συναισθημάτων (στο τι διδάσκεται κανείς από αυτά). Η τραγική κάθαρση έχει οιονεί ομοιοπαθητικό χαρακτήρα, εφόσον ο θεατής απαλλάσσεται από τον έλεο και τον φόβο νιώθοντας ακριβώς έλεο και φόβο. Τα συναισθήματα εδώ, με άλλα λόγια, συντονίζονται με τη λογική. Ο θεατής αντιδρά συναισθηματικά στα γεγονότα του δράματος (την αλυσίδα της αιτιότητας στο έργο, την ηθική των ηρώων, την αντίφαση ανάμεσα στις προθέσεις και τα αποτελέσματα, το μέγεθος της μεταβολῆς ἐς ἐναντίον). Αυτή η αντίδραση αφενός τον εκτονώνει ψυχολογικά, αφετέρου όμως βελτιώνει τον ίδιο τον συναισθηματικό του μηχανισμό, καθώς του προσδίδει σαφώς ηθικές διαστάσεις.

Slide006ΤΙ ΛΕΙΠΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ;

Από τον ορισμό του Αριστοτέλη λείπουν δύο βασικές διαστάσεις της τραγωδίας, οι οποίες καθορίζουν τον ιστορικό χαρακτήρα της:

  • Το πολιτικό της πλαίσιο: η τραγωδία αποτελεί θεσμό της πόλεως-κράτους, της οποίας την κυρίαρχη ιδεολογία θέτει σε βάσανο διαμέσου διδακτικών παραδειγμάτων από τον παραδοσιακό μύθο
  • Το τελετουργικό της πλαίσιο: η αθηναϊκή τραγωδία μπορεί να μην είναι καθ᾽ εαυτήν τελετουργική πράξη, αλλά αφενός παρουσιάζεται στο πλαίσιο ενός θρησκευτικού φεστιβάλ, αφετέρου ανακαλεί πλείστες όσες πτυχές της λατρείας και της τελετουργίας, ιδιαιτέρως της διονυσιακής. Η τελετουργία στην τραγωδία συνήθως παρουσιάζεται παρεφθαρμένη. Η παραφθορά αυτή είναι σύμπτωμα της εν γένει παθολογίας του τραγικού κόσμου, η οποία δεν είναι ασήμαντη πτυχή της αιτιότητας που επιφέρει την τραγική πτώση.

ΤΙ ΥΠΟΒΑΘΜΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ;

Επίσης, στον ορισμό του Αριστοτέλη, ο οποίος αντιμετωπίζει την τραγωδία περισσότερο ως ποίηση παρά ως θέατρο, δεν απουσιάζουν μεν αλλά παρόλα αυτά υποβαθμίζονται τρεις ακόμη διαστάσεις της τραγωδίας ως θεατρικού είδους:

  • Η οπτική διάσταση της παράστασης: η τραγωδία, όπως και κάθε μορφή θεάτρου, δεν είναι λογοτεχνία· είναι τρισδιάστατο γεγονός, συνδυασμός ήχου, εικόνας και κίνησης, το οποίο επιτελείται σε πραγματικό χρόνο ενώπιον ζωντανού ακροατηρίου.
  • Ο ρόλος του χορικού στοιχείου: ο Αριστοτέλης αναφέρεται μεν στα χορικά μέρη της τραγωδίας, αλλά δεν αναδεικνύει με τη δέουσα έμφαση τον κεντρικό ρόλο του χορού στην προώθηση της δράσης και στη διατύπωση των μεγάλων θεμάτων του έργου.
  • Η μουσική: ο Αριστοτέλης θεωρεί τη μουσική απλό καρύκευμα του λόγου. Στην πραγματικότητα, η τραγωδία, έστω και αν δεν είναι «μουσικό» θέατρο, παράγει ποικίλα εφέ μέσω του ρυθμού και της μουσικής. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι συγκεκριμένα είδη μουσικής επέβαλλαν συγκεκριμένους τύπους χορογραφίας και ίσως χειρονομίας.

maxresdefault

ΓΕΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Όπως τονίσαμε και πιο πάνω, πολλές από τις θέσεις του Αριστοτέλη απηχούν τις προσωπικές του αισθητικές προτιμήσεις (είναι σαφές, π.χ., ότι, παρόλο που θεωρεί τον Ευριπίδη τραγικώτατον τῶν ποιητῶν, προκρίνει τον Σοφοκλή ως τον τελειότερο εκπρόσωπο του τραγικού είδους από άποψη τεχνοτροπίας, διότι προτεραιότητα του Αριστοτέλη είναι η κατασκευή της πλοκής και εδώ ο Σοφοκλής κατά τη γνώμη του υπερέχει) ή/και εκπορεύονται από τη γενικότερη φιλοσοφία του.

Επίσης, όσο κι αν δεν δηλώνεται ρητά στο κείμενο της Ποιητικῆς, η εν γένει επιχειρηματολογία του Αριστοτέλη στην πραγματεία αυτή αποτελεί υπεράσπιση της τραγωδίας έναντι των κατηγοριών του Πλάτωνα. Ο Πλάτων είχε καταδικάσει συλλήβδην την τραγωδία με το επιχείρημα ότι προκαλεί επικίνδυνα, ανεξέλεγκτα συναισθήματα στους θεατές. Ο τρόπος με τον οποίο ο Αριστοτέλης αντιλαμβάνεται π.χ. την έννοια της καθάρσεως και υπερασπίζεται την ποιητική αξία της τραγωδίας συνιστά ευθεία απάντηση στον Πλάτωνα.

Εντούτοις, όπως τονίσαμε και πιο πάνω, ο Αριστοτέλης αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην περιγραφή και την ανάλυση από τη μια, την υπόδειξη από την άλλη: δεν κωδικοποιεί μόνο τις πρακτικές των συγχρόνων και παλαιότερων ποιητών αλλά επιχειρεί να επιβάλει κανόνες ως προς το πώς πρέπει να γράφεται (κυρίως να γράφεται· η ὑπόκρισις δεν τον ενδιαφέρει) η τραγωδία.

Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις στις οποίες η «συνταγή» του Αριστοτέλη δεν ισχύει ή δεν λειτουργεί. Πλείστα έργα του τραγικού δραματολογίου παρουσιά-ζουν χαρακτηριστικά που αποκλίνουν σαφώς από τις υποδείξεις του, αλλά παρόλα αυτά αναγνωρίστηκαν ήδη από τους αρχαίους ως τραγωδίες αρκετά σημαντικές, ώστε να αντέξουν στον χρόνο.

Ας αναφέρουμε λίγα μόνο παραδείγματα:

  • Λίγες από τις τραγωδίες που μας σώζονται παρουσιάζουν την «ιδεώδη» αριστοτέλεια πλοκή (ἁμαρτία, περιπέτεια-ἀναγνώρισις, καταστροφή-θρήνος). Αν και παλαιότερα οι μελετητές επιχειρούσαν να εντοπίσουν παντού και πάντοτε το περιβόητο «τραγικό σφάλμα», δεν είναι όλες οι τραγωδίες σαν τον Οιδίποδα Τύραννο!
  • Ο τύπος πλοκής επίσης που ο Αριστοτέλης θεωρεί πιο συγκεκριμένα ως τον καλύτερο, δηλαδή τον «τραγικότερο» (η «περίπλοκη» πλοκή, στην οποία ο φόνος ενός φίλου αποτρέπεται την τελευταία στιγμή μέσω της αναγνώρισης και γενικά υπάρχει μεταβολή από τη δυστυχία στην ευτυχία την υστάτη) δεν απαντά παρά σε ένα μικρό κλάσμα των τραγωδιών μας.
  • Η ίδια η έννοια του τραγικού σφάλματος στον Αριστοτέλη είναι ασαφής. Μόνο αν αποδώσουμε στην έννοια ἁμαρτία πολύ ευρύ περιεχόμενο, εντοπίζεται σε χαρακτήρες όπως, π.χ., η Αντιγόνη.
  • Επίσης, δεν είναι λίγοι οι χρηστοί τραγικοί ήρωες, που υποφέρουν χωρίς να το αξίζουν, με την έννοια ότι δεν έχουν διαπράξει κάποιο βαρύ ηθικό σφάλμα ή και δεν έχουν φταίξει σε τίποτα απολύτως, όπως η Ευρυδίκη στην Αντιγόνη, ο Φιλοκτήτης στην ομώνυμη τραγωδία, η Πολυξένη στην Εκάβη ή οι γυναίκες της Τροίας στις Τρωάδες. Εμείς όμως δεν θεωρούμε τα πάθη τους ανάξια του τραγικού είδους!
  • Σε αντίθεση, λοιπόν, με τις συνταγές του Αριστοτέλη, η τραγωδία παρουσίαζε μεγάλη ποικιλία τουλάχιστον ως προς τους τύπους της πλοκής της. Ήταν είδος που πειραματιζόταν με τα όριά του, αν και σε μικρότερο βαθμό από ό,τι η κωμωδία.

 Slide022ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: