Tags

, , , ,


Όπως θα έχουν αντιληφθεί μέχρι τώρα οι φίλοι των “Λωτοφάγων”, το ιστολόγιο αυτό δεν σχολιάζει τις εφήμερες πολιτικές εξελίξεις. Αντιθέτως επικεντρώνεται στο (δι)αχρονικό: τη μεγάλη λογοτεχνία και δη τη λογοτεχνία της ελληνικής αρχαιότητας. Παρόλα αυτά, αυτή ακριβώς η λογοτεχνία είναι μερικές φορές τόσο λαχταριστά σύγχρονη, που δεν μπορείς να αντισταθείς στον πειρασμό να επισημάνεις τις λοξές συνδέσεις της με το σήμερα.

Βιώσαμε όλοι τις τελευταίες μέρες την ξεκαρδιστική φαρσοκωμωδία της προεκλογικής σύλληψης του Άκη Τσοχατζόπουλου – για ψευδή δήλωση πόθεν έσχες, αν τα ξεδιάλυνα σωστά.

Η ιστορία έχει κάτι το συμπαθητικά μελό, αν το καλοσκεφτείς. Ο άνθρωπος που στο μεσουράνημά του κόνεψε χήρες κι “ορφανά” έμεινε ξαφνικά μόνος κι έρημος, με τ’ ανεμοσκορπίσματα των σοκαρισμένων πάλαι ποτέ συντρόφων του. Τον αποκήρυξε ακόμη και πολιτικός φίλος νυν μεγαλουργών και αεί μεγαλόσχημος, ο οποίος αναφέρθηκε στο πρόσωπο του Άκη με όρους που παραπέμπουν σε ακαλαίσθητες σωματικές λειτουργίες.

Το ιστολόγιο αυτό δεν έχει άποψη, φυσικά, για την ποινική ουσία της υπόθεσης. Το μόνο που καταλαβαίνει είναι ότι η όλη ιστορία επιβάλλει ένα καλό κοκτέιλ από στωικότητα και παραίτηση, για να αποφύγεις την παλινδρόμηση του οισοφάγου. Απαιτεί επίσης, πάνω από όλα, ουρανίσκο καλά ασκημένο στις ραφιναρισμένες γεύσεις του πολιτικού παραλόγου και της (κωμικο)τραγικής ειρωνείας.

Ως συνήθως, όμως, ευτυχώς, μια βόλτα στο Θέατρο του Διονύσου είναι το καλύτερο φάρμακο διά πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν. Το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, κομμάτι από τα πρακτικά της ανάκρισης του πρώην πιο έμπιστου ανθρώπου του πρώην πιο λαοφιλούς Προέδρου, που χρέωσε την Ελλάδα στους Έλληνες. Είναι απόσπασμα από τη χαμένη σήμερα κωμωδία Ἔμπορος του Διφίλου από τη Σινώπη (απ. 31 στην έκδοση των Kassel και Austin).

Παραθέτουμε το αρχαίο κείμενο ασχολίαστο (και αμετάφραστο: είναι γραμμένο σε πολύ απλή γλώσσα) και σας ευχόμαστε καλή διασκέδαση.

Τι σχέση έχουν λοιπόν όσα ο Δίφιλος λέει εδώ με τα βάσανα του εσχάτως άφιλου, καλού μας Άκη;Όλα αυτά τα κακόγουστα περί λωποδυτεῖν και τοιχωρυχεῖν και συκοφαντεῖν και μαρτυρεῖν ψευδῆ ουδεμία σχέση, ασφαλέστατα, μπορούν να έχουν με τη σύγχρονη πραγματικότητα: είναι πικαρισμένες κακοήθειες του κωμικού προσώπου (Α), που ζηλεύει μιας κι ο (Β) σήκωσε τα ψάρια όλα απ’ το παζάρι (προσέξτε ιδιαίτερα τον παρακείμενο του ἥρπακας: δηλαδή, πάει, τελείωσε, δεν έχει κανείς άλλος καμία πιθανότητα…!).

Δεν γνωρίζουμε αν ο Δίφιλος μεταφέρει στην κωμική σκηνή γνωστό περιστατικό της εποχής του (ναι, αυτά συμβαίνουν και εις Παρισίους) ή αν ο νόμος περί “πόθεν ἔσχες” στον οποίο αναφέρεται υπήρχε πράγματι και εφαρμοζόταν (κυρίως αυτό) στην αρχαία Κόρινθο. Το διασκεδαστικό για μας είναι ότι η ζωή και η ιστορία πάντοτε τελικά μιμούνται τη (φαρσική) τέχνη. Κι ό,τι προσωπικά δεν μπορώ να προσπεράσω στο απόσπασμά μας χωρίς γέλωτα μέχρι δακρύων είναι αυτό το αθάνατο:

ὀρθῶς γε νὴ Δί’. ἀλλὰ δὴ τἰ τοῦτ’ ἐμοί; (Καλά είν’ όλα αυτά που λες, ρε φίλε, μα τον θεό. Αλλά τι σχέση έχω εγώ!;)

Ή άλλως: “Ποιος, ρε, εγώ;”.

Που πάει βέβαια πακέτο με το: “Αυτός; Για σκέψου!”