Tags

, ,


Με την ολοκλήρωση του πρώτου έτους εφαρμογής του νέου αναλυτικού προγράμματος σπουδών στην Αρχαία Γραμματεία από Μετάφραση είναι νομίζω σκόπιμο χάριν ενημέρωσης των φίλων του ιστολογίου μας να ανασκοπήσουμε τους στόχους και να εξηγήσουμε εν συντομία τις μεθοδολογικές και θεωρητικές βάσεις του Προγράμματος αυτού. Στα κείμενα που δημοσιεύονται εδώ στη σειρά “Στιγμές της Οδύσσειας” (δέστε 1, 2, 3, 4, και 5), στο σύντομο εισαγωγικό μας κείμενο για τα ομηρικά έπη, αλλά και στο κείμενό μας για την Ιλιάδα μπορείτε να δείτε να τίθενται σε πρακτική εφαρμογή, στο επίπεδο βέβαια της φιλολογικής ανάλυσης, κάποιες από τις αρχές που εκθέτουμε παρακάτω.

[Το νέο αναλυτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και γραμματείας μπορείτε να το βρείτε εδώ.

Εδώ θα βρείτε το υποστηρικτικό υλικό για τη διδασκαλία της Οδύσσειας στην Α΄ Γυμνασίου.

Στους παρακάτω συνδέσμους θα βρείτε υλικό που δημιούργησε ο Αναπλ. Καθ. Αντώνης Τσακμάκης για τη διδασκαλία της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας: 1, 2, 3, 4, 5, 6]

ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Όταν λάβαμε την εντολή, μαζί με ομάδα καλών φίλων και συναδέλφων, να συνεργαστούμε για τη σύνταξη του νέου Αναλυτικού Προγράμματος για τη διδασκαλία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας από Μετάφραση, διαπιστώσαμε με χαρά ότι δεν υπήρχε ανάγκη να… κατεδαφίσουμε τον Ναό και να τον ξανακτίσουμε σε τρεις μέρες! Πολλές από τις καλές πρακτικές και προσεγγίσεις που είχαμε κατά νου να προτείνουμε εφαρμόζονταν ήδη, αν και διάσπαρτα και κάπως αμέθοδα, συχνότερα με προσωπική πρωτοβουλία φωτισμένων συναδέλφων παρά με παρότρυνση και συστηματική υποστήριξη από τους επίσημους φορείς της παιδείας.

Χρειαζόταν λοιπόν συστηματοποίηση, οργάνωση και κυρίως θεσμοθέτηση μιας μοντέρνας μεθοδολογίας στη σύλληψη, τον σχεδιασμό και την εκτέλεση της διδασκαλίας. Επιβαλλόταν επίσης συντονισμός του μαθήματος με τον σύγχρονο επιστημονικό λόγο περί των αρχαίων κειμένων, με «χειρουργικές» παρεμβάσεις στη διάρθρωση της ύλης (μεταξύ άλλων για να καταρριφθούν και κάποιες τεχνητές ιεραρχήσεις μεταξύ των λογοτεχνικών γενών αλλά και των ιδίων των κειμένων) και κυρίως με ανανέωση του εκπαιδευτικού υλικού. Επιδιώχθηκε επίσης να συντονιστούν οι στόχοι του μαθήματος της Αρχαίας Γραμματείας από Μετάφραση με τους στόχους του προγράμματος σπουδών για τη διδασκαλία της νέας ελληνικής γλώσσας, κυρίως όμως της λογοτεχνίας, καθώς επίσης και με τις σύγχρονες θεωρίες της λογοτεχνίας και της σπουδής του πολιτισμού.

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Βασικός στόχος των νέων αναλυτικών προγραμμάτων για την Αρχαία Γραμματεία είναι ο κριτικός λογοτεχνικός και πολιτισμικός γραμματισμός των μαθητών διαμέσου της αρχαίας λογοτεχνίας.

Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός – που είναι μεγάλος αλλά, ελπίζουμε, όχι μεγαλεπήβολος – ο σχεδιασμός μας στηρίχθηκε στους ακόλουθους τέσσερις μεθοδολογικούς άξονες:

1. Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΑΙΣΘΗΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΛΛΑ ΦΟΡΕΑΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ:

Το αξίωμα αυτό αναλύεται στις εξής δύο αρχές:

(α) Ο πολιτισμός, άρα και η λογοτεχνία ως επιμέρους έκφανση πολιτισμού, δεν είναι έννοια φυσική και υπερβατική, αλλά ιστορικά προσδιορισμένη, προϊόν δηλαδή διαπραγμάτευσης μεταξύ διαφόρων ιστορικών παραγόντων (της γεωγραφίας, των κοινωνικών τάξεων, της συγκυρίας κτλ)·

(β) Η λογοτεχνία δεν συνιστά απλή αντανάκλαση της περιρρέουσας ιδεολογίας, αλλά είναι πρωταγωνιστικός παράγοντας στη δημόσια διαχείριση τόσο καίριων κοινωνικοπολιτικών εννοιών όσο η ταυτότητα, το φύλο, η πολιτική συμμετοχή και οι σχέσεις εξουσίας.

2. ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ

Στόχος είναι ακόμη να δούμε τα αρχαία κατά το δυνατόν με… αρχαίο μάτι: να αποκαταστήσουμε δηλαδή στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό τα προσληπτικά φίλτρα και τους ερμηνευτικούς κώδικες της εποχής που τα δημιούργησε, χωρίς ταυτόχρονα όμως να ξεχνάμε ότι εμείς ΔΕΝ είμαστε μέτοχοι αυτού του πολιτισμού, ότι ως ερμηνευτικά υποκείμενα «είμαστε στην απ’ έξω».

Είναι εντυπωσιακό πόσες παρεξηγήσεις μπορούν να προκληθούν, αν παραβλέψει κανείς αυτή την αυτονόητη κατά τα άλλα πραγματικότητα, ότι το παρελθόν είναι επί της ουσίας «μια ξένη χώρα», όσο και αν φαίνεται εντυπωσιακά κοντινό σε μας, και πως συνεπώς απαιτείται αυστηρή αυτοκριτική και αυτολογοκρισία πριν τη διατύπωση οποιωνδήποτε προτάσεων για την ερμηνεία του.

3. “ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΕΙΝΑΙ ΞΕΝΗ ΧΩΡΑ”

Μέσα από τη διδασκαλία λοιπόν των αρχαίων κειμένων πρέπει ακόμη, γενικότερα, να καταστεί συνειδητή η ετερότητα του αρχαιοελληνικού παρελθόντος και της αρχαίας λογοτεχνίας ως συνθήκη επιστημονικής προσέγγισης των έργων χωρίς αναχρονιστικές παραμορφώσεις.

žΕπιβάλλεται να ξεκινήσει κανείς από το παραπλανητικά οικείο, για να αντιληφθεί εν τέλει το ανοίκειο του αρχαίου πολιτισμού (δείτε ένα παράδειγμα αυτής της προσέγγισης σε αυτό μας το κείμενο). žΗ ανάδειξη της ετερότητας του αρχαιοελληνικού παρελθόντος — όχι ως ιδεοληπτική άρνηση της σχέσης του με το παρόν, αλλά ως αναγνώριση των ιστορικών του ιδιαιτεροτήτων, ακόμη και αν αυτές δεν επιβεβαιώνουν πάντοτε το διαφωτιστικό μύθευμα για την αρχαία Ελλάδα ως «χώρα του φωτός» — όχι μόνο δεν μειώνει την ακτινοβολία του πολιτισμού που ίδρυσε τη σύγχρονη δυτική παράδοση, αλλά παραδόξως την αυξάνει.

4. Η ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΔΙΔΑΣΚΕΙ· ΕΜΕΙΣ ΔΙΔΑΣΚΟΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ

žΕπείγει επομένως να μεταβούμε από την παθητική στη μέση φωνή! Η άντληση διδαγμάτων από την αρχαιότητα συνιστά πράξη επιλογής, αφαίρεσης και σε μεγάλο βαθμό σχηματοποίησης και εξομάλυνσης. žΤέτοιες μεταγνωστικές αναγωγές συνιστούν προέκταση, επεξεργασία και κυρίως οικειοποίηση του κειμένου. žΗ διαδικασία αυτή είναι καθ’ όλα νόμιμη και θεμιτή. Πρέπει όμως η πράξη της οικειοποίησης να είναι συνειδητή και κυρίως κριτική και ενεργητική, ώστε η αρχαιότητα να μην προσεγγίζεται με φετιχισμό και αρχαιοπληξία αλλά ούτε και με εθελότυφλο αναθεωρητισμό, αλλά να αναπτύσσεται στο μυαλό των μαθητών διαλεκτική σχέση με το υλικό που επεξεργάζονται.

ΑΠΟ ΤΗΝ “ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑ” ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Από όλες πάντως τις παρεμβάσεις που κρίθηκε απαραίτητο να γίνουν για τη μεταρρύθμιση και τον εκμοντερνισμό του μαθήματος της Αρχαίας Γραμματείας από Μετάφραση,πιο επιτακτική αναδείχθηκε η ανάγκη για αποφασιστική, οριστική και αδιαπραγμάτευτη στροφή προς την κατεύθυνση της ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ και όχι πια της περιβόητης και παρεξηγημένης «αρχαιογνωσίας».

Η κατάχρηση της «αρχαιογνωσίας», μεταξύ άλλων, έχει προκαλέσει αποκρουστικές αγκυλώσεις στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών καθιστώντας επαχθή και απεχθή ακόμη και τη θεωρητικώς «ελαφρότερη» πτυχή του. Η «αρχαιογνωσία» οδήγησε το μάθημα της Αρχαίας Γραμματείας σε ατέρμονο κυνήγι και του τελευταίου reale, με τον εκπαιδευτικό να σπαταλά ώρες επί ωρών είτε σημειώνοντας στον πίνακα σχόλια είτε ετοιμάζοντας φυλλάδια με πακτωλούς πληροφοριών, οι οποίες μπορεί μεν να μην ήταν ανούσιες αφ’ εαυτών, δεν οδηγούσαν όμως στην αισθητική, διαισθητική και αισθαντική σύλληψη της λογοτεχνικής ουσίας του κειμένου.

Η «Αρχαιογνωσία» χρησιμοποιεί, υποδουλώνει, αποστεώνει τα κείμενα. Για τις ανάγκες του μαθήματος της Αρχαίας Γραμματείας από Μετάφραση τα ομηρικά έπη, π.χ., δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως μεταλλεία ιστορικών πληροφοριών, ως αφορμές «για να εξακριβώσουμε μια εποχή», αλλά να αναλύονται ως μεγάλη λογοτεχνία· να προσεγγίζονται όχι ως ιστορικά ντοκουμέντα, μέσα για διαδρομές έξω από το έπος και πέρα από αυτό, αλλά ως εισιτήριο προς τα ενδότερα αυτής της ιδιαίτερης, θεμελιακής ποιητικής μορφής. Τα πάντα στο έπος (ή στην τραγωδία ή αλλού) μας ενδιαφέρουν ως λογοτεχνικοί και όχι ως ιστορικοί κώδικες.

Η ιστορική και ιδεολογική διάσταση του ποιήματος δεν είναι βεβαίως κάτι έξω από το ποίημα, αποτελεί βασικό κώδικα για την ερμηνεία του. Ακριβώς γι’ αυτό τα «πραγματολογικά” λεγόμενα στοιχεία μας ενδιαφέρουν – και πρέπει να αποτελούν αντικείμενο εξέτασης – αλλά μόνο στον βαθμό που μας βοηθούν να κατανοήσουμε βασικές ιδιαιτερότητες του ποιήματος.

Η ορθή φορά της γνώσης στο μάθημα της Αρχαίας Γραμματείας πρέπει να κινείται από την «αρχαιογνωσία» στα κείμενα και όχι από τα κείμενα στην “αρχαιογνωσία”.

Χρειάζεται λοιπόν να διερωτώμαστε κάθε φορά:

  • Πόσες και τι είδους αρχαιογνωστικές πληροφορίες χρειάζεται πραγματικά να μεταδώσουμε στο μάθημά μας, ώστε να επιτύχουμε τους διδακτικούς μας στόχους, κυρίως να βοηθήσουμε τους μαθητές μας να αντιληφθούν βιωματικά, δηλαδή να ΝΙΩΣΟΥΝ, γιατί και πώς τα κείμενα που τους διδάσκουμε είναι μεγάλη λογοτεχνία;
  • Έχουν ενσωματωθεί οργανικά οι αρχαιογνωστικές πληροφορίες που συσσωρεύσαμε στην ερμηνεία που επιχειρήσαμε να δώσουμε στα κείμενα; Με άλλα λόγια έχουμε αξιοποιήσει τις πληροφορίες αυτές ως κώδικες λογοτεχνικής ανάλυσης, έτσι ώστε οι μαθητές να μην νιώσουν ότι χάνεται η εστίαση στο βασικό αντικείμενο του μαθήματος;
  • Έχουμε φροντίσει να αποφύγουμε στην προσέγγισή μας, πέρα από τον σχολαστικισμό, και τον άλλο μεγάλο εχθρό μας, τον στείρο φορμαλισμό, (επειδή και η τεχνητή διάκριση μορφής και περιεχομένου, αυτή η ατέλειωτη και βασανιστική ανάλυση των “τεχνικών του ποιητή”, ήταν πρακτική που αποψίλωνε το μάθημα από κάθε ενδιαφέρον); Εφαρμόσαμε την αρχή που προσωπικά αρέσκομαι να αποκαλώ “τρίγωνο της λογοτεχνικής ανάλυσης”, δηλαδή τη σύζευξη του ΤΙ, του ΠΩΣ και του ΓΙΑΤΙ του ποιήματος;

Τα λογοτεχνικά έργα είναι, όπως είπαμε, έργα τέχνης και discourse, discourse και έργα τέχνης. Οι δύο αυτές διαστάσεις δεν είναι διακριτές, δεν είναι καν παραπληρωματικές, είναι αδιαχώριστες. Αυτό δεν πρέπει ποτέ να μας διαφεύγει.