Tags
"Καραντί", "Μαραμποὐ", Γραμμές των Οριζόντων, Θάνος Μικρούτσικος, Νίκος Καββαδίας, Ξέμπαρκοι, μελοποιημένη ελληνική ποίηση
Το ποίημα συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή «Πούσι» (1947) και αφιερώνεται «Στο κορίτσι από το Βόλο». Το “Καραντί” παρά ταύτα δεν έχει προφανή ερωτικό χρωματισμό μέχρι τους τελευταίους έξι στίχους, όπου αναδύεται και πάλι το γνωστό, αινιγματικό, πληθυντικό Εσύ του Καββαδία, το οποίο — και εδώ — αποτυγχάνει, αστοχεί και απομακρύνεται τόσο αιφνιδιαστικά όσο εισάγεται.
Και στο ποίημα αυτό εναλλάσσονται, ως συνήθως, εικόνες κίνησης και ακινησίας· εικόνες μιας αέναης πορείας που όμως ισοδυναμεί με φθαρτική, αρρωστημένη στασιμότητα· και όλα αυτά περιβεβλημένα με μια διάχυτη αίσθηση του παραλόγου και της ματαιότητας.
«Καραντί» είναι η φουσκοθαλασσιά, κλυδωνισμός του οποίου η αιτία είναι κρυφή, βαθιά και μακρινή, εν τέλει ακατανόητη στο συνειδητό. Το καραντί, ο ίλιγγος που προκαλείται και ο κίνδυνος που υφέρπει εξαιτίας του ακόμη και σε περιβάλλον φαινομενικής σταθερότητας, ανατρέπει οποιαδήποτε ψευδαίσθηση ότι ο ναυτικός μπορεί οπουδήποτε να «στεριώσει». Το καραντί στο νερό αντιστοιχεί απόλυτα με τη «στεριανή ζάλη» (βλ. το ομότιτλο ποίημα, καθώς και το υπόμνημά μας στο «Μαρέα»), που ο ναυτικός βιώνει στη «στέρεα γη», που δεν του «πρέπει» («Πούσι»), που γι’ αυτόν ουσιαστικά δεν υπάρχει.
Το “Καραντί” μελοποιήθηκε αρχικά από τους Ξέμπαρκους (Ηλία Αριώτη και Νότη Χασάπη) και συμπεριλήφθηκε στον δίσκο “S/S Ionion 1934” (1985). Μελοποιήθηκε επίσης από τον Θάνο Μικρούτσικο και συμπεριλήφθηκε στον δίσκο “Γραμμές των Οριζόντων” (1991). Μπορείτε να ακούσετε τη μελοποίηση του Μικρούτσικου σε εκτέλεση Γιώργου Νταλάρα, της Μίλβα (με ιταλικό στίχο), Ρίτας Αντωνοπούλου, Γιάννη Κότσιρα, Κώστα Θωμαΐδη και του ιδίου του Θάνου Μικρούτσικου.
[Διαβάστε εδώ το υπόμνημά μας στο ποίημα “Μαρέα” και εδώ το αντίστοιχο για το “Καφάρ”]
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
1. μπάσσες στεριές, ήλιος πυρρός και φοινικιές: το καράβι ταξιδεύει σε τροπικές περιοχές, όπου καραδοκούν μολυσματικές ασθένειες. Οι μπάσες στεριές, γνωστές και ως αμπασσαδούρες, είναι χαμηλές στεριές, που διακρίνονται δύσκολα από μακριά (Τράπαλης, 52). Και αυτή η τοπογραφική λεπτομέρεια είναι χαρακτηριστική των τροπικών περιοχών.
Ο εντοπισμός της στεριάς αποτελεί για τον ναυτικό το σινιάλο του τέλους του ταξιδιού. Οι μπάσσες στεριές, που υπάρχουν αλλά δεν τις βλέπεις, δεν παρέχουν την αίσθηση της επικείμενης ανακούφισης· είναι εκεί αλλά δεν μπορείς να τις φτάσεις· είναι εκεί, αλλά όχι για σένα. Το καράβι του «Καραντί» βρίσκεται πολύ κοντά στη στεριά, αλλά δεν τη «βλέπει», καθώς δεν επιτρέπεται στους ναύτες του να ξεμπαρκάρουν εξαιτίας της καραντίνας (βλ. παρακάτω). Η εικονοπλασία του φευγαλέου, του άπιαστου, του ταντάλειου, είναι κεντρική στην ποίηση του Καββαδία.
2. παταράτσα: ο λεγόμενος παράτονος, σχοινί που στερεώνει το επιστήλιο του καταρτιού στο πλάι του πλοίου (Τράπαλης, 59).
3. στιγματισμένα: σημαδεμένα με τατουάζ. Το τατουάζ αποτελεί σύνηθες επίθημα στα ναυτικά κορμιά του Καββαδία. O ίδιος ο ποιητής είχε στο αριστερό μπράτσο του χαραγμένο το σώμα μιας γοργόνας. Ως ποιητικό σύμβολο το τατουάζ διηγείται σιωπηρά «μια θλιβερή ιστορία»· αποτελεί μια ακόμη υποστασιοποίηση του χαμένου έρωτα, της φευγαλέας γυναικείας μορφής, του άπιαστου ονείρου της εστίας, που στοιχειώνει τον αεικίνητο ναυτικό, ο οποίος δεν στεριώνει ποτέ. Το τατουάζ παραμένει ανεξίτηλο στο μπράτσο του ναυτικού: αυτό μπορεί να αποτελεί παρηγοριά, συχνότερα όμως συνιστά μόνιμο, βασανιστικό βάρος, από το οποίο ο ναυτικός επιχειρεί μάταια να απαλλαγεί· βλ. «William George Allum» (από το «Μαραμπού», 1933):
Είχε στα μπράτσα του σταυρούς, σπαθιά ζωγραφισμένα,μια μπαλαρίνα στην κοιλιά, που εχόρευε γυμνή
κι απά στο μέρος της καρδιάς στιγματισμένην είχε
με στίγματ’ ανεξάλειπτα μιαν άγρια καλλονή. […]
Πολλές φορές στα σκοτεινά τον είδανε τα βράδια με βότανα το στήθος του να τρίβει οι θερμαστές. Του κάκου. Γνώριζεν αυτός, καθώς το ξέρουμε όλοι, ότι του Αννάμ τα στίγματα δεν βγαίνουνε ποτές…
Συνδέεται ακόμη, όπως εδώ, με αρνητικές εικόνες ψυχοσωματικής, ακόμη και ηθικής φθοράς· εἰναι αυτό το «κάτι πιο βαθύ» που «λερώνει» τους ναυτικούς και τους σπρώχνει στα καράβια («Οι εφτά νάνοι στο S/S Kyrenia»)· πρβλ. «Μαραμπού» (επίσης από την ομώνυμη συλλογή):
Λένε ακόμα πως τραβώ χασίσι και κοκό πως κάποιο πάθος με κρατάει φριχτό και σιχαμένο, και το κορμί έχω ολόκληρο με ζωγραφιές αισχρές σιχαμερά παράξενες βαθιά στιγματισμένο.5. παντιέρα κίτρινη: η κίτρινη σημαία είναι το διεθνές σήμα της καραντίνας (Τράπαλης, 58) ή, αντιθέτως, του τέλους της καραντίνας (της αίτησης άδειας για απόπλου). Όπως δηλώσει η βενετσιάνικη λέξη από την οποία ετυμολογείται η «καραντίνα», η απομόνωση του πλοίου διαρκούσε αρχικά σαράντα μέρες, αλλά αργότερα οι κανονισμοί αυτοί χαλάρωσαν.
Το νοερό πλοίο του ποιήματος έχει εκτεθεί στην αρρώστια, ως εκ τούτου είναι τώρα αποκλεισμένο από τον κόσμο και καθηλωμένο στο λιμάνι. Η λοιμώδης νόσος (ο κίτρινος πυρετός, η μαλάρια, η σύφιλη) επανέρχεται τακτικά στην ποίηση του Καββαδία ως σύμβολο ψυχικών καταστάσεων αλλά και ως συνήθης πραγματικότητα της ζωής των ναυτικών, ιδιαίτερα όσων ταξιδεύουν σε τροπικές περιοχές (όπως ακριβώς το καράβι του εν λόγω ποιήματος).
Σινιάλο του νερού: σινιάλο αποκαλείται κυριολεκτικά το σήμα που αποστέλλει το πλοίο προς τη στεριά συνήθως με τη χρήση σημαιών (και ειδικών χειρονομιών) ή συνθηματικών αναλαμπών από φανάρια. Το σύστημα αυτό καταργήθηκε με την εφεύρεση των σημάτων Μορς. Καθώς η κάθε σημαία αντιστοιχεί σε ένα γράμμα του αγγλικού αλφαβήτου, οι σημαίες μπορούν σε συνδυασμό να σχηματίζουν λέξεις ή να εκπροσωπούν τα αρχικά λέξεων (η κίτρινη σημαία αντιστοιχούσε στο αγγλικό γράμμα Q, το αρχικό της λέξης quarantine, καραντίνα). Η έκφραση «σινιάλο του νερού» ίσως αναφέρεται στην κοινή πρακτική να αποβάλλονται τα νερά της σεντίνας (δηλαδή τα νερά που διαποτίζουν τη «σαβούρα» ή άλλως τα «έρμα», το πρόσθετο βάρος στο κάτω μέρος του καραβιού, που ρυθμίζει την ευστάθεια του πλοίου) στην κατάλληλη απόσταση πριν την είσοδο του απομονωμένου πλοίου στην αποβάθρα του λιμανιού. Εναλλακτικά, η φράση μπορεί να υποδεικνύει ότι μαζί με την ανύψωση της κίτρινης σημαίας το καράβι στέλλει και δεύτερο σήμα. Το σήμα αυτό μπορεί να αναφέρεται (α) στην ανύψωση της σημαίας W (αρχικό της αγγλικής λέξης water, νερό), που σήμαινε «χρειάζομαι ιατρική βοήθεια»· ή (β) της σημαίας Μ, που σημαίνει «το σκάφος μου έχει ακινητοποιηθεί στο νερό» ή/και «το σκάφος επιθεωρείται από ιατρό». Στον σύγχρονο διεθνή κώδικα σημάτων το σήμα «χρειάζομαι επείγουσα ιατρική βοήθεια» δηλώνεται με διάφορους συνδυασμούς σημαιών, που ξεκινούν πάντοτε με τη σημαία Μ (medical).
O Καββαδίας εδώ εμμέσως παίζει με το σχεδόν ομόηχο των λέξεων «καραντί» «και καραντίνα».
6. Φούντο τις δυο: «πόντισε και τις δύο (άγκυρες)»
Πρίμα βρέξε το πινέλο: «αλλά πόντισε πρώτα τη μικρή άγκυρα». Πινέλο (pennello) ονομαζόταν μικρή άγκυρα προσαρμοσμένη στη μεγαλύτερη, η οποία ποντιζόταν σε απόσταση από τη δεύτερη, με σκοπό να της εξασφαλίζει μεγαλύτερη σταθερότητα στον βυθό.
Το πλοίο αγκυροβολεί και πρόκειται να παραμείνει ακίνητο, λίγα μίλια μόνο μακριά από τη στεριά, μέχρι τη λήξη της καραντίνας. Πρόκειται για μια ακόμη εικόνα που δηλώνει το limbo, το μεταξύ, το οριακό που προσδιορίζει την οντολογία του ναυτικού στον Καββαδία. Ο ναυτικός αιωρείται πάντοτε μεταξύ θάλασσας και στεριάς, ες αεί κινούμενος αλλά πάντοτε κατ’ ουσίαν ακίνητος, αφού δεν φτάνει πουθενά.
7. τα δυο φανάρια της νυχτός: σχετικά με τα νυχτερινά φώτα πορείας στα σύγχρονα καράβια, δείτε εδώ.
Pisanello: Antonio di Puccio Pisano ή Antonio di Puccio da Cereto, διάσημος Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης (1395-1455). Δείτε εδώ χαρακτηριστικό δείγμα “ξεθωριασμένης” τοιχογραφίας του Πιζανέλλο, μια από αυτές που ίσως είχε υπόψη του ο Καββαδίας.
8. ξεθωριασμένος: ξανά η εικόνα της φθοράς, εδώ με συνδυαστική μεταφορά που δηλώνει τη φθορά που προκαλεί το κύμα στην προκυμαία, ο χρόνος στον άνθρωπο και κατ’ επέκταση το κύμα (η θάλασσα) στον ναυτικό.
Μετά την εικονοπλασία των τροπικών ασθενειών (στ. 1-4) και της ακινησίας λόγω καραντίνας (στ. 5-6), οι στίχοι 7-8 αποδίδουν συνδυαστικά την αίσθηση της πορείας στο σκοτάδι και της φθοράς που αλλοιώνει ό,τι πιο αγνό (την τέχνη ως σύμβολο της ανθρώπινης πνευματικής διαύγειας).
9. καραντί: η φουσκοθαλασσιά, ο κυματισμός, του οποίου η αρχική αιτία μπορεί να εξέλιπε ή να μην είναι εμφανής.
Οι προηγούμενες εικόνες της κίνησης και της ακινησίας συμφύρονται στο «καραντί»: το πλοίο κινείται, αλλά η κίνηση αυτή δεν είναι αγαθή· είναι ύπουλη και επικίνδυνη και απειλεί να μπατάρει, να ανατρέψει, το καράβι. Η συνηθέστερη αιτία για το καραντί είναι τα διερχόμενα πλοία: πρόκειται δηλαδή για αφύσικη μορφή τρικυμίας, αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης στο φυσικό στοιχείο. Τέτοιου είδους «αφύσικη» μορφή είναι και ο ναυτικός: ο άνθρωπος που δεν ανήκει στη στεριά σαν τον κανόνα του είδους του, αλλά στη θάλασσα. Ακριβώς επειδή ο ναυτικός κινείται στη μεθόριο αυτή της ύπαρξης, κλυδωνίζεται συνεχώς, χωρίς προφανή αιτία.
10. σάπια βρεχάμενα: βρεχάμενα είναι τα ύφαλα, το μέρος του πλοίου κάτω από την ίσαλο γραμμή. Η σαπίλα των υφάλων πυκνώνει περαιτέρω την εικονοπλασία της φθοράς και της παρακμής στο ποίημα.
11-12. μάσκα…πιλοτάρει: μάσκα στη ναυτική γλώσσα αποκαλείται η παρειά της πλώρης (Τράπαλης, 48). Κολυμπώντας στα πλάγια του πλοίου ακολουθεί την πορεία ένας καρχαρίας, δίνοντας την εντύπωση ότι αυτός οδηγεί το καράβι. Τα ταξίδια του Καββαδία συχνά στοιχειώνονται από εικόνες πνιγμού ή άλλες μορφές βίαιου θανάτου στη θάλασσα. Πρβλ. από τη «Στεριανή Ζάλη»:
Ο λοστρόμος ξυπνάει και καταριέταιμια μιγάδα που κλαίει και μια μποτίλια.
Ανοιχτά κάπου εννιά χιλιάδες μίλια
το σκυλόψαρο προσμένει και βαριέται.
Επιτείνοντας την αίσθηση της τυχαίας πορείας στο άγνωστο, τελικός προορισμός της οποίας θα είναι κατά πάσα πιθανότητα ο χαμός, ακόμη και ο καρχαρίας-πιλότος «κοιμήθηκε».
13. όρντινα…ιστό: όρντινα (τα) είναι οι διαταγές. Τα παλιά ιστιοφόρα είχαν στον κεντρικό ιστό τους παρατηρητήριο, από το οποίο παρακολουθούσε την πορεία του καραβιού ο «βισταδόρος» ή «βιγλάτορας».
Όπως το πλοίο το πιλοτάρει καρχαρίας, έτσι και ο παρατηρητής είναι ένας παπαγάλος. Το πλοίο αυτό καθώς πορεύεται βυθίζεται στο παράλογο και το γελοίο.
13-14: παπαγάλος…στου Κολόμπου την κουκέτα: σε ποίημα που κινείται στους άξονες του θέματος «ταξίδι στο άγνωστο», ο Κολόμβος και το θρυλικό πρώτο ταξίδι του κατέχει δικαιωματική θέση. Οι παπαγάλοι, εξωτικά πουλιά που αφθονούσαν στον Νέο Κόσμο, συνοδεύουν και τον Μαγγελάνο στο ποίημα «Μαρέα». Είναι επίσης ένας από τους συνήθεις συντρόφους των ναυτικών στη μοναχική τους ζωή πάνω στο καράβι (πρβλ. «απόψε ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι» από το ποίημα «Kuro Siwo»). Στο ποίημα «Black and White» ο παπαγάλος αποτελεί εσωτερική σοφή φωνή, που προειδοποιεί για τον επερχόμενο χαμό. Στο ποίημα αυτό επανέρχεται η αρχετυπική μορφή του Κολόμβου, αλλά και οι ναύτες του, οι οποίοι «ξύπνησαν», δηλαδή ετοιμάζονται για ανταρσία:
Μέσα μου μιλεί ένας παπαγάλοςγέρος στραβομύτης και μεγάλος
μα γιομάτος πείρα και σοφός.
Μέσα μου βαθιές αναπνοές.
Του Κολόμβου ξύπνησαν οι ναύτες.
Όλες τις ρουκέτες τώρα καφ’ τες
και Marconi στείλε το S.O.S.
15. να τυλίξεις την μπαρκέτα: μπαρκέτα είναι το δρομόμετρο, το όργανο με το οποίο καταμετρείται η ταχύτητα του πλοίου. Όπως σημειώνει ο Τράπαλης (52), στα παλαιά ιστιοφόρα η μπαρκέτα ήταν ένα σχοινί, που ριχνόταν στα νερά με ένα τριγωνικό κομμάτι ξύλου δεμένο στην άκρη του (εξ ου «να τυλίξεις»).
Το τύλιγμα της μπαρκέτας ισοδυναμεί με την ανακοπή της πορείας του πλοίου, το σταμάτημα. Το ποιητικό Εγώ προσμένει χρόνια αυτή τη στιγμή, η οποία όμως δεν έρχεται ποτέ — ξανά το ατέρμονο, άσκοπο ταξίδι.
16. τη στεριά να ζαλιστώ: το ρήμα ζαλίζομαι εδώ έχει διπλή έννοια. Αφενός παραπέμπει στη μέθη (η κραιπάλη με αλκοόλ και πόρνες συνιστά το τυπικό μοτίβο συμπεριφοράς για τον στεριωμένο ναυτικό, που δεν έχει πού αλλού να καταλήξει). Αφετέρου όμως παραπέμπει και στην περίφημη «στεριανή ζάλη», που καταλαμβάνει τον ναυτικό, ο οποίος στη στεριά νιώθει εντελώς εκτός τόπου. Διαβάστε εδώ το ομότιτλο ποίημα, το οποίο συνδυάζει ακριβώς τις δύο προαναφερθείσες έννοιες του ρήματος «ζαλίζομαι» (μπορείτε να ακούσετε και μελοποιημένο από τη Μαρίζα Κωχ), και εδώ το σχετικό σχόλιό μας στο ποίημα «Μαρέα».
Όπως και στο «Μαρέα», έτσι κι εδώ η ζάλη στη στεριά παραβάλλεται με τον ίλιγγο που προκαλεί το καραντί. Ο ναυτικός δεν ανήκει πουθενά, αιωρείται, παλινδρομεί, μετεωρίζεται, τελεί σε κατάσταση αέναης εκκρεμότητας.
17. ιθαγενείς: μια ακόμη λεπτομέρεια που παραπέμπει στο θέμα του Κολόμβου, το οποίο διατρέχει το ποίημα.
19-20. Της θάλασσας…να φανείς: το δίστιχο εισάγει το γνωστό αινιγματικό β’ ενικό πρόσωπο, προς το οποίο αποστρέφονται πολλά καββαδιακά ποιήματα. Η μορφή αυτή, προφανώς ερωτική και γυναικεία, φορτώνεται τις ελπίδες του ναυτικού για σωτηρία (να κατανικηθεί ο θάνατος).
Οι ελπίδες αυτές θα καταρρεύσουν πολύ γρήγορα, στο αμέσως επόμενο τετράστιχο, όταν η μορφή αυτή, την οποία το ποιητικό Εγώ αναμένει να φτάσει από ψηλά (“στην ανεμόσκαλα…”) αποδεικνύεται ότι κοιμάται «για πάντα στα βαθιά». Είναι η μορφή μιας πνιγμένης γυναίκας, ίσως μιας από αυτές τις πλωριές γοργόνες, τις πλανεύτρες και τις προδότρες, στις οποίες ο Καββαδίας αναφέρεται στο «Μαρέα» και αλλού.
21. φύκια: ότι η μορφή αυτή, η τάχα σωτήρια, έχει φύκια πλεγμένα στα μαλλιά και στο στόμα προετοιμάζει τον αναγνώστη για την αποκάλυψη ότι βρίσκεται στον βυθό.
23. κατάστιχτη… σπαθιά: ρεαλιστική λεπτομέρεια, που παραπέμπει στην πλωριά γοργόνα πολεμικού πλοίου ή πλοίου που δέχθηκε επίθεση από πειρατές ή από ιθαγενείς;
24. των Ινκάς τα σκουλαρίκια: η αναφορά ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως, ως μια ακόμη ψηφίδα στο μοτίβο της αναζήτησης του απατηλού, φευγαλέου και εν τέλει μοιραίου (ψυχικού) Νέου Κόσμου· ως έμβλημα του βασικού κινήτρου που οδηγεί στην αναζήτηση αυτή (το χρυσό)· ή ως η τελική πινελιά της ειρωνείας σε ένα ταξίδι που εξαρχής ήταν καταδικασμένο να καταλήξει στην άβυσσο.
Pingback: διάφοροι σύνδεσμοι
Συγχαρητήρια για την πολύ ενδιαφερουσα δουλειά που έχετε κάνει.
Αναφορικα με το “καραντι” εχω ακούσει μία αλλη εξήγηση η οποια νομίζω αξίζε να διερευνθεί.
Το καραντί είναι το πιστοποιητικό αξιοπλοίας το οποίο έπρεπε να έχουν τα πλοία για να αναχωρήσουν. Σε συνδυασμό με αυτό που αναφερει αλλος σχολιαστής για τις πρόχειρες επισκευές με χρήση τσιμέντου στα σιδερενια πλοία και το “σαπια βρεχαμενα τσιμέντα και σκουριά” εννοείται το εξής
…Προκειμένου να πάρει το χαρτί και να αναχωρήσει το πλοιό γίνονταν προχειρες επισκευες με τσιμέντο. Όμως το τσιμέντο επηρεαζε την ευστάθεια του πλοίου και τότε είχε κίνδυνο να μπατάρει…
Είναι όμως σαφές ότι το καραντί είναι διαφορετικό απο την καραντίνα..
LikeLike
Σας ευχαριστώ για τα καλά λόγια! Έχετε πηγή για την ερμηνεία αυτή;
LikeLike
Εξαιρετική δουλειά. Ξανακούω τις μελοποιήσεις με περισσότερες εικόνες πια.
Εδώ να προσθέσω οτι στο ” τη στεριά να ζαλιστώ” μπορεί επίσης να υπονοεί, την ψεύτικη κίνηση κυματισμού που αισθάνεται ο ναυτικός όταν βγαίνει στη στεριά μετά από μέρες σε φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Βγαίνεις στη στεριά για να ηρεμήσεις και είσαι πάλι εκτός ισορροπίας. Θέλεις ώρες, ίσως και πάνω από μέρα για να ξαναβρείς τα πατήματα σου.
LikeLike
Ευχαριστώ! Μια επεξεργασμένη, επαυξημένη εκδοχή των υπομνημάτων θα κυκλοφορήσει σύντομα (ελπίζω) και σε μορφή βιβλίου.
LikeLike
Λογική η εικασία για τον στίχο, ναι. Ο Καββαδίας βέβαια δίνει συγκεκριμένο περιεχόμενο στην έννοια της «στεριανής ζάλης».
LikeLike
Ενδιαφέρον επίσης έχει η πρώτη εξήγηση, περί πραγματικής μέθης και η σύνδεσή της με μια τυπική (ίσως και αναγκαία) συμπεριφορά ενός ναυτικού. Δεν μου πέρασε από το μυαλό αρχικά.
LikeLiked by 1 person
Ευχαριστώ θερμά για το σχόλιο!
LikeLike
Συγχαρητήρια , πολύ καλή προσπάθεια .
Το ” σάπια βρεχαμενα τσιμέντο και σκουριά” πέρα από την λογοτεχνική ερμηνεία έχει και την πραγματική .
Τα σιδερένια πλοία μέχρι και δεκαετία του 70 όπως άκουγα από τον πατέρα μου και αλλους ναυτικούς , είχαν αρκετά σαπισματα . Το τσιμενταρισμα ήταν τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος .
LikeLike
Σας ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο! Η εμπειρία των ανθρώπων που έζησαν τα καράβια είναι υπερπολύτιμη για την ερμηνεία των ποιημάτων αυτών, που είναι καθόλα βιωματικά ποιήματα.
LikeLike
Το γκαραντι είναι η κίτρινη σημαία μόνο που εδώ αναφέρεται ότι το πλοίο ήταν σάπιο. Είχε χαμηλή ευστάθεια και σηκώνοντας τη σημαία θα μπαταριζε. Είναι αστεία ορολογία της ναυτικής διαλέκτου
LikeLike
Πολύ ενδιαφέρων σχόλιο, σε συνδυασμό με μια άλλη παρατήρηση σε αυτή τη σελίδα, ότι “σε τροπικά μέρη δεν υπήρχαν φουσκοθαλασσιές” (η άλλη σημασιολογία της λέξης καραντί), η εξήγηση αυτή έχει περισσότερο νόημα.
LikeLiked by 1 person
Πολύ καλή δουλειά, συγχαρητήρια
LikeLiked by 1 person
Ευχαριστώ πολύ!
LikeLike
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Καραντί” του Νίκου Καββαδία – Αντικλείδι
Καλησπέρα,
Η ιστορία του κοριτσιού από τον Βόλο υπάρχει στη “Βάρδια” και συμπληρώνει πολύ όμορφα το ποίημα.
Δυστυχώς δεν έχω εύκαιρο το βιβλίο, για να σας δώσω τις ακριβείς σελίδες.
LikeLike
Με την ερμηνεία που δίνετε στο καραντι διαφωνώ. Το καραντι δεν είναι ή φουσκοθαλασσια αλλά ή καραντίνα που εμπενε το πλήρωμα κάθε καραβιού. Εξαλου στα τροπικά νησιά του Ειρηνικού ( μπασες στεριές) οι τρυκιμιες είναι ανυπαρκτες!
Θεωρώ ότι ο ποιητής με την φράση το “καραντι το καραντι θα μας μπαταρει”, εννοεί καθαρά ότι η καραντίνα που μπήκε το καράβι θα τους μπαταρει ψυχολογικά. Αφού μετά από ένα μεγάλο ταξίδι ( πέραν του ενός μηνός) φτάνουν σε τροπικά νησιά αλλά δεν μπορούν να βγουν έξω λόγω της καραντινας!
Στα καράβια ανυψωνετε η κίτρινη σημαία ( γράμμα Q – Η υγιεινή κατάσταση στο πλοίο είναι καλή και ζητώ ελευθεροκοινωνια) όταν ένα καράβι φτάσει σε λιμάνι για να δείξει στις αρχές ότι το πλήρωμα είναι απαλαγμενο από μολυσματικές ασθένειες και ότι μπορεί να γίνει επιθεώρηση από τις υγειονομικές αρχές. Έτσι το πλήρωμα μπορεί να βγει ελεύθερα έξω και να ξεδωσει!
LikeLike
Αγαπητέ φίλε, σε ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο. Όλες οι απόψεις καταγράφονται κι η καθεμιά τους πλουτίζει με τον τρόπο της την αναγνωστική μας εμπειρία!
LikeLike
Όπως μας ενημερώνει ο Τράπαλης με το γλωσσάρι του στην ποίηση του Νίκου Καββαδία: “καραντί, τὸ : σκαμπανέβασμα τοῦ καραβιοῦ ἐξαιτίας θαλασσοταραχῆς ποὺ συνεχίζεται καὶ μετὰ τὴν παύση τοῦ ἀνέμου, φουσκοθαλασσιά”.
…Η ελληνική ναυτική παράδοση ωριμάζει και αλλάζει με το χρόνο καθώς αλλάζουν και οι συνθήκες και οι ανάγκες του επαγγέλματος, ως εκ τούτου κάποιες έννοιες χάνονται, αλλοιώνονται κι άλλες γεννιούνται.
Συγχαριτήρια για αυτά σας τα αφιερώματα.
Φιλικά.
LikeLike
Σχετικά με το 13-14: (παπαγάλος…στου Κολόμπου την κουκέτα) ίσως και να υπαινίσσεται τελικά οτι οι ορντινες που έρχονταν από του Κολόμβου την κουκέτα, να μην ήσαντε καθόλου του θρυλικού καπετάνιου αλλά … του παπαγάλου του, δεδομένου ότι στην ουσία πήγαινε στα κουτουρού ο άνθρωπος
LikeLiked by 1 person
Λογικό, ναι
LikeLike
Να ‘σαι καλά ρε Αντώνη 🙂
LikeLiked by 1 person
Κι εσύ! Ευχαριστώ που διαβάζεις Λωτοφάγους!
LikeLike
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα «Γυναίκα» του Νίκου Καββαδία (Μέρος Β᾽) | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα «Fata Morgana» του Νίκου Καββαδία: Μέρος Γ᾽ | Λωτοφάγοι
Όπως πάντα καταπληκτική δουλειά, με έχετε βοηθήσει απίστευτα μέχρι στιγμής! Αν μπορούσατε κάποια στιγμή να κάνετε κάτι και για το Federico Garcia Lorca, που είναι, κατά τη γνώμη μου, από τα μεγαλύτερα έργα του ποιητή παρόλο που “ξεφεύγει” από την κύρια θεματολογία του, θα με βοηθούσατε πάρα πολύ!
Μία πολύ μικρή διόρθωση: Το Καραντί ήταν στη συλλογή “Πούσι” (1947), και όχι στο “Μαραμπού”. Καλή συνέχεια!
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/nikos_kabbadias/1947_poysi_home.htm#02
LikeLiked by 1 person
Σας ευχαριστώ. Καλά να είμαστε, θα ακολουθήσουν κι άλλα κείμενα!
LikeLike
Συγχαρητηρια για την δουλεια σας.. Δεν υπαρχουν και πολλες αναλυσεις των ποιηματων του Καββαδια..Απαιτει εξειδικευμένες γνωσεις στην ναυτικη ορολογια και παλι δεν ειναι τοσο ευκολο να τον αναλυσεις…εχετε κανει πολυ καλη δουλεια…Ευχαριστουμε πολυ που την μοιραζεστε μαζι μας..
LikeLiked by 1 person
Να ᾽στε καλά!
LikeLike
Υπέροχη ανάλυση του ποιήματος!!!! Αυτός ο Καββαδίας έγραφε αριστουργήματα σωστά!!!! Και η ανάλυση που έχετε κάνει εδώ είναι πολύ προσεγμένη και επιμελής… Συγχαρητήρια!!!!
LikeLiked by 1 person
Και πάλι ευχαριστώ
LikeLike
Pingback: “Λωτοφάγοι”: Γενικό ευρετήριο | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Αντινομία” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Yara Yara” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Cambay’s water” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Ωραία δουλειά. Εξαιρετική η συσχέτιση καραντί ή ρεστίας (η λέξη που χρησιμποιείται συνηέστερα) με το ασυνείδητο. Μια παρατήρηση. Τα παταράτσα είναι όντως τα σχοινιά (συρματόσχοινα για τηνακρίβεια) που στερεώνουν την κορυφή του καταρτιού στο πλάι του πλοίου. Ο πρότονος ωστόσο είναι το αντίστοιχο συρμματόσζοινο που στερεώνει την κορυφή του καταρτιού στην πλώρη.
LikeLiked by 1 person
Σας ευχαριστώ πολύ για τις παρατηρήσεις και γενικά που διαβάζετε τους “Λωτοφάγους”. Μπορείτε να βρείτε άλλα έξι παρόμοια υπομνήματα. Καλά να είμαστε, θα ακολουθήσουν με τον καιρό κι άλλα! Σχετικά με τα παταράτσα, έγραψα “παράτονος”, όχι πρότονος, όπως σημειώνετε.
LikeLike
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Καραντί” του Νίκου Καββαδία | Φιλολογικός Ιστότοπος
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Μαρέα” του Νίκου Καββαδία | Φιλολογικός Ιστότοπος
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Στεριανή Ζάλη” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Πικρία” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Σταυρός του Νότου” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Pingback: Οι “Λωτοφάγοι” και η σύγχρονη λογοτεχνία (ελληνική και ξένη): μια καταγραφή | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Μαρέα” του Νίκου Καββαδία | Λωτοφάγοι
Pingback: Σύντομο υπόμνημα στο ποίημα “Καφάρ” του Νίκου Καββαδία « Λωτοφάγοι