Tags

, , , , , , , , , , , ,


Κατά την ακαδημαϊκή χρονιά 2015-16, στο πλαίσιο της Θεματικής Ενότητας ΕΛΛ 411: Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο Ι (Τραγωδία) του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου (Πρόγραμμα “Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό”) η συνάδελφός μου Κατερίνα Μικελλίδου και εγώ θέσαμε στους φοιτητές το πιο κάτω ερώτημα:

Screenshot at Dec 15 11-19-00Ακολουθεί η δειγματική απάντηση που συντάξαμε σε συνεργασία με την Κατερίνα, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου. Η απάντηση αναρτάται σε δύο μέρη: το πρώτο πραγματεύεται τους χαρακτήρες του Πολυνείκη και του Ετεοκλή, το δεύτερο του Κρέοντα και του Μενοικέα.

EIKONA 2

Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου (2002). Σκηνοθεσία: Νίκος Χαραλάμπους

Εισαγωγη

Το παρόν κείμενο επιχειρεί να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο η αντίθεση ανάμεσα στο προσωπικό συμφέρον και το δημόσιο καλό, που διαπερνά το έργο των Φοινισσών, πραγματώνεται μέσα από τη στάση τεσσάρων κεντρικών χαρακτήρων, του Πολυνείκη, του Ετεοκλή, του Κρέοντα και του Μενοικέα.

Η συζήτηση οργανώνεται σε πέντε κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο, διασαφηνίζονται οι όροι ‘προσωπικό συμφέρον’ και ‘δημόσιο καλό’, όπως αυτοί νοηματοδοτούνται στο πλαίσιο του έργου. Το καθένα από τα τέσσερα επόμενα κεφάλαια είναι αφιερωμένο στους προαναφερθέντες χαρακτήρες. Τα κίνητρά τους εξετάζονται τόσο μέσα από τη δράση τους, όσο και μέσα από τα σχόλια των άλλων προσώπων που τους πλαισιώνουν. Τέλος, το πέμπτο κεφάλαιο εντάσσει την όλη αντίθεση προσωπικού/δημόσιου συμφέροντος μέσα στο φιλοσοφικο-πολιτικό προσανατολισμό του έργου.

Όπως θα διαφανεί τελικά, οι Φοίνισσες προβάλλουν έναν κόσμο που κυβερνιέται από αχαλίνωτη εξουσιολαγνεία∙ η μόνη φωτεινή εξαίρεση είναι ο Μενοικέας, του οποίου όμως η θυσία δίνεται σαν ένας μακρινός απόηχος μιας παρελθούσης ηθικής. 

EIKONA 3

Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου, 2002. Σκηνοθεσία: Νίκος Χαραλάμπους

Προσωπικο συμφερον και κοινο καλο. Οι εννοιες.

Κάνοντας αρχή με το σημασιολογικό περιεχόμενο των όρων ‘προσωπικό συμφέρον’ και ‘κοινό καλό’, θα λέγαμε ότι, ενώ το πρώτο επιφορτίζεται με ποικίλες σημασιολογικές διαστάσεις ανάλογα με τον δραματικό χαρακτήρα στον οποίο αναφέρεται, το δεύτερο έχει σταθερή έννοια αδιακρίτως περίστασης και εστίασης.

Πιο συγκεκριμένα, το ‘προσωπικό συμφέρον’ άλλοτε ταυτίζεται με τη διεκδίκηση της εξουσίας και της πατρικής περιουσίας (Πολυνείκης), άλλοτε με τη διατήρηση της τυραννίδας (Ετεοκλής), άλλοτε με την αφοσίωση στους οικογενειακούς δεσμούς σε βάρος της σωτηρίας της πόλης (Κρέων) και άλλοτε με την προσκόλληση στο ένστικτο της επιβίωσης (δυνητικά ο Μενοικέας).

Από την άλλη, το ‘κοινό καλό’ στις Φοίνισσες αναφέρεται στο δημόσιο συμφέρον, στο τι δηλαδή κρίνεται ωφέλιμο για τους πολίτες της Θήβας, την ασφάλεια και την ευημερία τους. Με άλλα λόγια, είναι συνυφασμένο με την έννοια του πατριωτισμού και, συνεπώς, ταυτόσημο με την αποφυγή της σύρραξης με τους Αργείους ή, όταν πια η μάχη ξεσπά, με τη νίκη των Θηβαίων.

Για κάθε χαρακτήρα, η πρόταξη του ‘κοινού καλού’ έναντι του ‘προσωπικού συμφέροντος’ συνεπάγεται συγκεκριμένες θυσίες, συμβιβασμούς ή/και ενέργειες.

  • Για τον Πολυνείκη, αυτό σημαίνει αποφυγή υποκίνησης εκστρατείας εναντίον της Θήβας και άρα παραίτηση από τα δικαιώματά του στον θρόνο και παραμονή στην εξορία∙ ή πάλι αποδοχή της πρότασης του Ετεοκλή, να του επιτραπεί η επιστροφή στην πατρίδα, αλλά ως πρίγκιπα και όχι ως συμβασιλέα.
  • Για τον Ετεοκλή, προϋποθέτει την παράδοση της εξουσίας στον αδελφό του ή έστω την επίλυση των διαφορών του μαζί του με κάποιον άλλου είδους διακανονισμό, προκειμένου να αποφευχθεί η γενικότερη αιματοχυσία.
  • Για τον Κρέοντα πάλι η αφοσίωση στο ‘κοινό καλό’ μπορεί να πραγματωθεί μέσα από την υιοθέτηση μιας αρνητικής στάσης απέναντι στην επικείμενη σύγκρουση των δυο ανιψιών του, αλλά και μέσα από την προσφορά του γιου του στον θεό Άρη.
  • Τέλος, για τον Μενοικέα η πρόκριση του ‘κοινού καλού’ σημαίνει απώλεια της ίδιας της ζωής του.

Πόσο πιστοί είναι οι χαρακτήρες που μας απασχολούν στη σωτηρία της Θήβας (‘κοινό καλό’) και σε ποιο βαθμό οι ενέργειές τους υποκινούνται από άλλες σκοπιμότητες (‘προσωπικό συμφέρον’) μένει να το δούμε στην ανάλυση που ακολουθεί.       

YE1960_05_PH010_sc

Εθνικό Θέατρο, 1960 (Αγώνας λόγων Ετεοκλή και Πολυνείκη)

Πολυνεικης

Είναι αλήθεια ότι στις Φοίνισσες παρακολουθούμε έναν Πολυνείκη πολύ πιο συμπαθή από αυτό των Επτά. Μάλιστα, σε αντίθεση με την πρακτική που ακολουθεί ο Αισχύλος, ο Ευριπίδης δεν περιορίζει την παρουσία του μόνο στον διηγητικό χώρο, αλλά τον καθιστά δραματικό πρόσωπο με σημαντική σκηνική παρουσία στο πρώτο επεισόδιο. Η θετική διαγραφή του Πολυνείκη και η ηθική του υπεροχή έναντι του Ετεοκλή είναι αισθητή σε διάφορα σημεία του έργου.

Καταρχάς, η ίδια η Ιοκάστη στον Πρόλογο κάνει λόγο για την ‘κοσμοακουσμένη ανδρεία του’ (στ. 56, κλεινήν Πολυνείκους βίαν). Το επίθετο κλεινήν δημιουργεί  λογοπαίγνιο με την ετυμολογία του ονόματος του Ετεοκλή και κάνει τον Πολυνείκη να οικειοποιείται μια ιδιότητα που κανονικά περικλείεται στο όνομα του αδελφού του. Έπειτα, παρά το γεγονός ότι η Ιοκάστη γενικά αποφεύγει να πάρει το μέρος ενός από τα δύο παιδιά της και προσπαθεί να παραμείνει ουδέτερη, στο πλαίσιο ενός συναισθηματικού ξεσπάσματος χαρακτηρίζει την εξορία του Πολυνείκη λώβην (στ. 316), δηλαδή ‘ατιμία’, ‘προσβολή’.

Στη σκηνή της Τειχοσκοπίας, ο δούλος της Αντιγόνης δηλώνει ρητά ότι το δίκαιο βρίσκεται με το μέρος του Πολυνείκη και των Αργείων, όχι του Ετεοκλή (στ. 154-5). Το ίδιο επισημαίνει και ο χορός των Φοινισσών (στ. 258-60). Η Αντιγόνη, πάλι, διαχωρίζει κάθετα τον Πολυνείκη από τον Καπανέα και τους λοιπούς υβριστές συντρόφους του και εκφράζεται γι’ αυτόν θερμότατα, ενώ εξομολογείται τον πόθο της να τον ξανασυναντήσει (στ. 161-9).

YE1960_05R01_PH001_sc (Δ. Μαλαβέτας, Παξινού)

Εθνικό Θέατρο

Η στάση του ίδιου του Πολυνείκη στη σκηνή της συνάντησής του με τη μητέρα του ενισχύει τη θετική σκιαγράφηση του χαρακτήρα του: είναι ιδιαίτερα τρυφερός μαζί της, εκφράζει την ανησυχία του για τον πατέρα του και τις αδελφές του (στ. 376-7) και τονίζει πως έχει πέσει θύμα αδικίας και πως είναι αντίθετα με τη θέλησή του που έχει φέρει έναν ξένο στρατό εναντίον της πόλης του (στ. 433-4). Μάλιστα, διατρανώνει τον πόθο της επιστροφής στην πατρίδα και διεκτραγωδεί τις συμφορές της εξορίας.

Πρωτίστως, λοιπόν, χρειάζεται να διερωτηθούμε τι επιδιώκει ο Ευριπίδης παρουσιάζοντας έναν τόσο διαφορετικό Πολυνείκη συγκριτικά με τον χαρακτήρα του Αισχύλου. Η βασική του επιδίωξη είναι σαφής: στοχεύει να αναδείξει έναν Ετεοκλή-τύραννο, αποκομμένο από τους πάντες και τα πάντα και κυρίως απαλλαγμένο από κάθε αίσθηση ηθικής ή ενοχής· πρόθυμο να κάνει τα πάντα, προκειμένου να προστατεύσει τον εαυτό του και τα συμφέροντά του.

Μια λεπτομέρεια όμως παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ως προς το περιεχόμενο του χρησμού υπάρχει σημαντική διαφορά ανάμεσα στους Επτά και τις Φοίνισσες. Στους Επτά, ο χρησμός έλεγε ότι η Θήβα θα καταστραφεί, αν ο Λάιος τεκνοποιήσει, καθώς η πόλη δεν μπορεί να επιβιώσει, όσο απόγονός του βρίσκεται στον θρόνο. Στις Φοίνισσες, αντιθέτως, ο χρησμός δεν συνδέεται με την επιβίωση της ίδιας της πόλης: λέει ότι ο Λάιος θα πεθάνει από το χέρι του γιου του και ότι «όλος ο οίκος του θα αιματοκυλιστεί». Οι γιοι του Οιδίποδα φυλακίζουν τον πατέρα τους, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τις συνέπειες του χρησμού («λες και θα ήταν δυνατόν ποτέ να ξεφύγουν από το θέλημα των θεών», λέει με πικρή ειρωνεία ο Τειρεσίας, 873) και επισύρουν εις βάρος τους την κατάρα (θηκτῷ σιδήρῳ δῶμα διαλαχεῖν τόδε, 68), η οποία επιτείνει την καταστροφική νομοτέλεια του χρησμού. Η λεπτομέρεια αυτή ενισχύει την ενοχή και των δύο αδελφών εξίσου, οι οποίοι «υπέπεσαν σε ανόητο σφάλμα κρίσης» (ἥμαρτον ἀμαθῶς, 874).

Μια δεύτερη λεπτομέρεια είναι επίσης σημαντική. Σε αντίθεση και πάλι με τους Επτά, όπου είναι ασαφές ποιος αδελφός είναι ηλικιακά μεγαλύτερος (κάποιες ενδείξεις, μάλιστα, από την επική παράδοση υποβάλλουν ως μεγαλύτερο τον Πολυνείκη), στις Φοίνισσες λέγεται ρητά ότι νεώτερος είναι ο τελευταίος (στ. 71). Γιατί προστίθεται αυτή η λεπτομέρεια, που δηλώνει ότι υπό κανονικές συνθήκες ο Ετεοκλής θα είχε ούτως ή άλλως δικαίωμα και προτεραιότητα στον θρόνο;

Ο Ευριπίδης αφήνει περιθώριο για τρεις ερμηνείες:

  • είτε ότι ο Ετεοκλής, προκειμένου να αποφύγει τις αρνητικές συνέπειες για τον εαυτό του, υιοθέτησε τη συμφωνία έχοντας εξαρχής σκοπό να την αθετήσει, δηλαδή έχοντας στόχο να βγάλει απλώς από τη μέση τον αδελφό του, που καταχρηστικώς εμφιλοχώρησε στη διεκδίκηση του θρόνου εξαιτίας της Αράς (αν δεν υπήρχε η Κατάρα, διάδοχος του Οιδίποδα θα ήταν δικαιωματικά ο Ετεοκλής· η Αρά, όμως, θηκτῷ σιδήρῳ δῶμα διαλαχεῖν τόδε, βάζει διά της πλαγίας οδού και τον Πολυνείκη στο «παιγνίδι των θρόνων».
  • είτε ότι ο Ετεοκλής και πάλι είχε εξαρχής σκοπό να εκμεταλλευτεί την Αρά, για να βγάλει από τη μέση τον αδελφό του, επειδή ήταν τόσο πλεονέκτης, που δεν μπορούσε να αρκεστεί απλώς στην κατάκτηση του θρόνου, αλλά δεν επιθυμούσε καν να μοιραστεί μαζί του ούτε καν τον οικογενειακό πλούτο·
  • είτε, αντιθέτως, ότι ο Πολυνείκης εκμεταλλεύτηκε το περιεχόμενο της κατάρας ως ευκαιρία, για να διεκδικήσει πράγματα στα οποία κανονικά δεν είχε κληρονομικό δικαίωμα: διότι, όσο κι αν δικαιούται μέρος της πατρικής περιουσίας (αυτό του το προσφέρει ο Ετεοκλής, έστω υποκριτικά), ο Πολυνείκης ως νεώτερος ΔΕΝ είχε δικαίωμα στον θρόνο, όσο ο αδελφός του ήταν ζωντανός. Η κατάρα του Οιδίποδα, δηλαδή, θα μπορούσε θεωρητικά να είχε αποφευχθεί (αν υποθέσουμε ότι αποφεύγονται οι κατάρες…), αν ο Πολυνείκης παραιτούνταν από μια διεκδίκηση, στην οποία ούτως ή άλλως δεν είχε νόμιμο δικαίωμα.

Συνεπώς, η εντύπωση του “καλού” Πολυνείκη έναντι του “κακού” Ετεοκλή αποτελεί ευριπίδεια παγίδα, την οποία ο προσεκτικός θεατής καλείται να αποφύγει. Η λεπτομέρεια της ηλικίας του Πολυνείκη σε σχέση με τον Ετεοκλή περιπλέκει την ηθική ερμηνεία της συμπεριφοράς του.

Στον αγώνα λόγων που διεξάγεται ανάμεσα στα δύο αδέλφια, ο Πολυνείκης μιλά πρώτος, εφόσον αυτός βρίσκεται στη θέση του κατηγόρου (469-96). Ισχυρίζεται πως είναι πρόθυμος να αποσυρθεί εάν ο Ετεοκλής τού δώσει το μερίδιο της εξουσίας που του αναλογεί (484-91), αλλά αυτή η προθυμία του επισκιάζεται από την απειλή που εξαπολύει κατά της Θήβας σε περίπτωση που ο Ετεοκλής απορρίψει το αίτημά του. Για άλλη μια φορά, φαίνεται να προκρίνει το προσωπικό συμφέρον έναντι του κοινού καλού. Εξάλλου, η άποψή του για τη δικαιοσύνη είναι εντελώς υποκειμενική και υπεραπλουστευτική. Αναγνωρίζει την περίπτωσή του ως τη μόνη δίκαιη και κλείνει τα μάτια μπροστά στην αδικία που πρόκειται να διαπράξει με την κατάληψη της ίδιας του της πατρίδας, εφόσον θεωρεί ότι δικαιούται να ανακαταλάβει αυτό που του ανήκει με κάθε τρόπο. Η μονομέρεια της οπτικής του διαφαίνεται και στην απόφασή του να σκοτώσει τον αδελφό του (στ. 621), διαπράττοντας έτσι αδελφοκτονία (πηγή ανίατου μιάσματος), καθώς και στο γεγονός ότι μεταθέτει την ευθύνη για την πολιορκία της Θήβας σ’ αυτόν (στ. 629).

Επομένως, και ο ευριπίδειος Πολυνείκης, όπως και ο αισχύλειος, ψέγεται για την απόφασή του να εισβάλει στη Θήβα και να χύσει θηβαϊκό αίμα. Όσο κι αν τύποις, από νομικής άποψης, έχει δίκιο, το γεγονός ότι στρέφεται ενάντια στην πατρίδα του του αφαιρεί το ελάχιστο έστω ηθικό πλεονέκτημα που έχει αφετηριακά και τον παρουσιάζει σε τελική ανάλυση ως έναν ακατάσχετο εκδικητή, που προτάσσει τη δίψα για εξουσία εις βάρος του δημόσιου συμφέροντος της πατρικής γης.

YE1960_05_PH006_sc. Πολυνείκης (Καζής) και Ιοκάστη (Παξινού)

Ιοκάστη και Πολυνείκης (Εθνικό Θέατρο, 1960)

Ετεοκλης

Αν στον Ετεοκλή των Επτά η πόλις ήταν το πρόταγμα, έστω υποκριτικά ή υπό την επήρεια της Αράς, στον Ετεοκλή των Φοινισσών δεν υπάρχει καν πόλις. Γι’ αυτόν, η Θήβα ταυτίζεται με την πολιτική εξουσία και την υλική περιουσία· οι άνθρωποί της είναι το μέσον για την κατάκτηση της εξουσίας και της περιουσίας.

Ο ευριπίδειος Ετεοκλής είναι ένας κυνικός, αμοραλιστής και αριβίστας βασιλιάς, ο οποίος δεν διστάζει να δηλώσει εντελώς ανερυθρίαστα πως η τυραννίς, δηλαδή η πολιτική εξουσία και δύναμη, είναι το απόλυτο αγαθό (στ. 504-6) και πως θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν, ώστε να την κρατήσει για τον εαυτό του, ακόμη και αν έτσι θα θέσει σε κίνδυνο την πόλη. Η διατήρηση, λοιπόν, της εξουσίας και η προσωπική του πρόοδος αποτελούν αυτοσκοπό και απόλυτη προτεραιότητα, που δεν μπορεί να παρεμποδίζεται από λεπτομέρειες όπως η ευσέβεια και η δικαιοσύνη. Αντιθέτως, η παραχώρηση των κεκτημένων του σε κάποιον πιο αδύναμο είναι αδιανόητη και ντροπιαστική, από τη στιγμή που έχει τη δυνατότητα να τη διατηρήσει για τον εαυτό του. Εξάλλου, όπως πιστεύει, στα ανθρώπινα πράγματα ισχύει το δίκαιο του ισχυρότερου.

YE1960_05_PH018_sc. Αλέκος Δεληγιάννης (Ετεοκλής)

Εθνικό Θέατρο, 1960 (Ετεοκλής)

Στον διάλογό του, πάλι, με τον Κρέοντα σχετικά με την πολεμική τακτική που θα ακολουθηθεί στην επικείμενη μάχη, ο Ετεοκλής προβάλλει ανάμεσα στα άλλα και ως σαφώς άπειρος και αδύναμος στα στρατιωτικά. Έτσι, η ακαταλληλότητά του ως πολιτικού και στρατιωτικού ηγέτη, η οποία έχει ήδη προβληθεί ως απόρροια της πρόκρισης του προσωπικού συμφέροντος έναντι του δημόσιου, υπονομεύεται ακόμα περισσότερο. Ταυτόχρονα, όμως, ο Ετεοκλής είναι πρόθυμος να δεχτεί συμβουλές και δεν επιμένει στις δικές του λανθασμένες επιλογές. Αυτό έρχεται σε αντιδιαστολή προς την προηγούμενη άτεγκτη στάση του απέναντι στον αδελφό του και δείχνει πώς η συμπεριφορά του διαφοροποιείται ανάλογα με το τι εξυπηρετεί τα συμφέροντά του σε κάθε περίπτωση.

Η δράση του εκτός σκηνής φωτίζει περαιτέρω τα ατομικιστικά του κίνητρα. Η εισήγησή του να μονομαχήσει με τον αδελφό του, προκειμένου να αποφευχθεί μια γενικότερη αιματοχυσία (στ. 1225-34), δεν υποκινείται στ᾽ αλήθεια από την ειλικρινή έγνοια του για την ασφάλεια των Θηβαίων, αλλά από τη διακαή επιθυμία του να συγκρουστεί με τον αδελφό του. Πράγματι, ο τρόπος με τον οποίο δίνεται από τον Ευριπίδη το θέμα της μονομαχίας είναι ενδεικτικός των επιλήψιμων κινήτρων βάσει των οποίων δρουν οι γιοι του Οιδίποδα. Τα δύο αδέλφια δεν συγκρούονται στο ευρύτερο πλαίσιο της μάχης, αλλά αποφασίζουν απροσδόκητα και χωρίς ουσιαστικό λόγο να μονομαχήσουν, πράγμα που χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τον Αγγελιαφόρο ως τολμήματα αἴσχιστα (1219-20).

Η όλη σκηνή ανατρέπει το ομηρικό πρότυπο της μονομαχίας Μενελάου και Πάρη. Σε αντίθεση με τους ομηρικούς ήρωες που πράγματι επιδιώκουν να αποτρέψουν μια γενικότερη συμπλοκή, η μονομαχία στις Φοίνισσες λαμβάνει χώρα μετά τη μάχη και αφότου οι Θηβαίοι έχουν ήδη νικήσει. Είναι εντελώς αυτοαναφορική και ενδοτροπική στη φύση της και ενδύεται τον μανδύα του περιττού. Το ομηρικό πρότυπο και η σύγκριση με τον Πάρη λειτουργεί υπονομευτικά για τον Ετεοκλή: όπως και ο Πάρης, ο Ετεοκλής αδυνατεί να παραδεχθεί το σφάλμα του και οδηγεί τους συμπολίτες του στην άδικη σφαγή.

Η εντύπωση του παραλόγου ενισχύεται περαιτέρω από το αποτέλεσμα της μονομαχίας: αντί να αποτρέψει την περαιτέρω αιματοχυσία, ο ταυτόχρονος θάνατος των δύο πριγκίπων αναζωπυρώνει τη μάχη και οδηγεί και άλλους ανθρώπους στον θάνατο.

Στην εξέταση των κινήτρων που καθορίζουν τις ενέργειες του Ετεοκλή διαφωτιστική είναι και η στάση που οι γυναίκες της Φοινίκης τηρούν απέναντι στον βασιλιά της πόλης που τις φιλοξενεί. Παρατηρούμε ότι ο χορός των Φοινισσών διατηρεί απόσταση ασφαλείας από αυτόν. Του απευθύνει τον λόγο με προσοχή και αποφεύγει τη σύγκρουση μαζί του. Ο χορός δεν έχει την παρρησία που του αναγνωρίζει ο αρχαίος Σχολιαστής, τουλάχιστον όχι ενώπιον του βασιλιά. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη σύμβαση που θέλει τους τραγικούς χορούς να εκπροσωπούν τις τοπικές κοινότητες, τους κοινούς ανθρώπους που υφίστανται τις συνέπειες των επιλογών που κάνουν οι μεγάλοι ήρωες, αναδεικνύει την πολιτική πραγματικότητα του ετεόκλειου καθεστώτος και τον χαρακτήρα του ιδίου του βασιλιά: ο Ετεοκλής είναι τύραννος, είναι απομονωμένος από την τοπική κοινότητα.

Εκτός από τις γυναίκες του Χορού, και ο έτερος εκπρόσωπος των απλών ανθρώπων της Θήβας, ο γερο-δούλος της Αντιγόνης, αναγνωρίζει το άδικο των πράξεων του Ετεοκλή. Από την άλλη, το γεγονός ότι οι Θηβαίοι, το ανώνυμο πλήθος, είναι πρόθυμοι να πολεμήσουν και να πεθάνουν γι’ αυτόν λέει περισσότερα για τη δική τους πατριωτική προθυμία να σώσουν την πόλη τους από την ξένη επιβουλή, περισσότερα για την αδικοπραγία και του ιδίου του Πολυνείκη, και πολύ λιγότερο, μάλλον τίποτα, για τη δυνατότητα του ευριπίδειου Ετεοκλή να εμπνεύσει στους υπηκόους του πολεμική αλκή και έρωτα πατρίδος. Τονίζει επίσης ένα βασικό τραγικό θέμα που συναντάμε και αλλού: το γεγονός ότι οι μικροί άνθρωποι συμπαρασύρονται στις έχθρες και τις συγκρούσεις των ηρωικών κολοσσών και γίνονται βορά της ίδιας τους της ηθικής, του πατριωτισμού ή της αδυναμίας.

Συνεπώς, ο ευριπίδειος Ετεοκλής παρουσιάζεται ως ένας κυνικός άρπαγας της εξουσίας, ο οποίος δεν χαίρει της εμπιστοσύνης ή της εκτίμησης του λαού του. Τόσο αυτός όσο και ο αδελφός του είναι προσηλωμένοι στα ιδιωτικά τους συμφέροντα και δεν δείχνουν καμιά ειλικρινή έγνοια για το κοινό καλό. Καθώς, τελικά, αδυνατούν να μοιραστούν την εξουσία, παραμένουν αξεδιάλυτοι, αδιαχώριστοι ο ένας από τον άλλο.

Snip20150808_14