Tags

, , , , , , , , ,


Στο κείμενο που ακολουθεί συγκεντρώνονται οι πιο βασικές διαφορές ανάμεσα στην Παλαιά Κωμωδία (486-400 π.Χ.), την οποία γνωρίζουμε κυρίως από το έργο του Αριστοφάνη, και τη Νέα Κωμωδία (323 π.Χ. – 2ος αι. μ.Χ.), κυριότερος εκπρόσωπος της οποίας είναι για μας ο Μένανδρος.


  • Η Παλαιά Κωμωδία παρουσιάζει μεγάλη γκάμα πλοκών: έργα που αφορμώνται από την άμεση πολιτική επικαιρότητα, φανταστικές ιστορίες φυγής ή δημιουργίας εναλλακτικής πραγματικότητας, μυθολογικές παρωδίες, ιστορίες από τη ζωή των αστών κ.ά. Η πλοκή της Νέας Κωμωδίας, αντίθετα, στηρίζεται κατά κανόνα σε μια τυποποιημένη ρομαντική ιστορία (ένα αγόρι ερωτεύεται ένα κορίτσι, υπερπηδά τα εμπόδια που θέτει η κοινωνία με τη βοήθεια των φίλων του ή/και της τύχης και στο τέλος παντρεύεται την κοπέλα), η οποία έχει έμμεσες ιδεολογικές προεκτάσεις και η οποία ενίοτε αντικατοπτρίζει εν όλω ή εν μέρει γνωστά μυθικά μοτίβα, όπως αυτά διαμορφώθηκαν στην τραγωδία.


  • Οι χαρακτήρες της Νέας Κωμωδίας δεν έχουν την εξωπραγματική ποικιλία των μορφών της Παλαιάς. Στην Παλαιά Κωμωδία παρελαύνουν επί σκηνής πρόσωπα κάθε είδους: πλασματικοί χαρακτήρες και ιστορικές προσωπικότητες, ήρωες του μύθου και άνθρωποι της σύγχρονης καθημερινότητας, Έλληνες και βάρβαροι, θεοί και θνητοί, αφηρημένες έννοιες, ζωόμορφοι χαρακτήρες, ακόμη και τα γράμματα του αλφαβήτου, οι δήμοι της Αττικής και τα σύννεφα του ουρανού! Αντίθετα, οι χαρακτήρες της Νέας Κωμωδίας αποτελούν αναγνωρίσιμους ανθρώπινους-ηθικούς τύπους, ανάλογους με αυτούς που συναντά κανείς στους δρόμους των πόλεων ή που περιγράφει ο Θεόφραστος στους Χαρακτήρες του (βλ. παρακάτω για τα προσωπεία). Πάνω από όλα οι χαρακτήρες της Νέας αντανακλούν την αυστηρή διαστρωμάτωση της κοινωνίας, η οποία πλασάρεται ως scala naturae, ως φυσική δηλαδή ιεράρχηση των ανθρώπων, όπως την περιγράφει και ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά. Στη Νέα διατηρούνται επίσης ειδικότεροι τύποι χαρακτήρων, οι οποίοι είχαν αναπτυχθεί την εποχή της Μέσης, όπως ο μάγειρος, ο παράσιτος, ο επαγγελματίας στρατιώτης, ο πορνοβοσκός, η εταίρα, η προαγωγός κλπ.


  • Ως προς τη δομή τους, οι πλοκές της Νέας Κωμωδίας παρουσιάζουν συνεχόμενη αφήγηση, η οποία εξελίσσεται κατὰ τὸ εἰκὸς καὶ τὸ ἀναγκαῖον και χωρίζεται σε πέντε πράξεις. Στη Νέα, δηλαδή, δεν επιβιώνει η επεισοδιώδης δομή της πρώιμης αριστοφανικής κωμωδίας. Εκπίπτει επίσης εντελώς ο επιρρηματικός αγώνας και η παράβαση, κεντρικοί άξονες της Παλαιάς, και το χορικό στοιχείο περιθωριοποιείται πλήρως.


  • Στο γλωσσικό-υφολογικό επίπεδο, η Νέα Κωμωδία:

    • εγκαταλείπει την πολυείδεια του Αριστοφάνη και διαμορφώνει γλωσσικό όργανο το οποίο αντανακλά την καθημερινή γλώσσα των αστών του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ.
    • Η Νέα Κωμωδία έχει πια παραγκωνίσει σχεδόν πλήρως το ὀνομαστὶ κωμῳδεῖν και την αισχρολογία.
    • Η Νέα εγκαταλείπει επίσης την πολυμετρία της Παλαιάς Κωμωδίας και περιορίζεται με ελάχιστες εξαιρέσεις σε τρία μέτρα: το ιαμβικό τρίμετρο, το ιαμβικό τετράμετρο και το τροχαϊκό τετράμετρο — μέτρα που συνάδουν με τους ρυθμούς της καθημερινής ομιλίας.
    • Το λυρικό στοιχείο στη Νέα Κωμωδία περιορίζεται στα ἐμβόλιμα του χορού (τα οποία ήταν μάλλον τυποποιημένα άσματα, που δεν παραδίδονται μαζί με τα χειρόγραφα, καθώς δεν αποτελούσαν οργανικό κομμάτι των δραματικών έργων). Σπάνια, η Νέα Κωμωδία ενσωματώνει και σύντομα ἀπὸ σκηνῆς μέλη.

  • Στο επίπεδο της παράστασης, η Νέα Κωμωδία διαφοροποιείται από την Παλαιά ως προς το ότι μιμείται κατά το μάλλον ή ήττον ρεαλιστικά την καθημερινή ζωή των αστών χρησιμοποιώντας τα ανάλογα κοστούμια, σκηνικά και αντικείμενα.

    • Το σκηνικό της Νέας επιδεικνύει συνήθως δύο οικίες, οι οποίες έχουν ανάμεσά τους έναν δημόσιο χώρο (π.χ. ένα ιερό), ενώ αντίθετα το σκηνικό της Παλαιάς μπορεί να συμβολίζει οποιονδήποτε χώρο, πραγματικό ή εντελώς φανταστικό — και πάνω από όλα μπορεί να μεταμορφώνεται κατά το δοκούν. Ο τρόπος με τον οποίο η Νέα Κωμωδία διαχειρίζεται τον δραματικό χώρο και χρόνο προσεγγίζει τις πρακτικές της τραγωδίας: δεν χαρακτηρίζεται, δηλαδή, από την κωμική ρευστότητα και τη σχεδιασμένη ακαταστασία του Αριστοφάνη.
    • Τα κοστούμια της Παλαιάς Κωμωδίας είναι πιο ποικίλα στη μορφή και στις υποδηλώσεις τους από ό,τι εκείνα της Νέας. Στην Παλαιά, όπως είπαμε, εμφανίζονται ως πρόσωπα του δράματος μορφές κάθε λογής. Αντίθετα, με εξαίρεση τις προλογικές μορφές, οι οποίες ενίοτε μπορεί να είναι θεοί (Παν, Τύχη) ή προσωποποιημένες έννοιες (Άγνοια), η Νέα Κωμωδία παρουσιάζει απλούς ανθρώπους του άστεως ή της υπαίθρου, Αθηναίους ή άλλους, οι οποίοι φέρουν τη συνήθη ενδυμασία της εποχής.
    • Πέραν της ποικιλίας, στην οποία έγινε αναφορά παραπάνω, στο κοστούμι της Παλαιάς Κωμωδίας ξεχωρίζουν το σωμάτιον (είδος παραγεμίσματος, το οποίο οι ηθοποιοί φορούσαν κάτω από το κοστούμι τους, ώστε να τονίζονται οι κοιλιές, τα οπίσθια και τα μπούτια) και κυρίως ο δερμάτινος φαλλός, ο οποίος κρεμόταν εκτεθειμένος από το κοντό χιτώνιο και έδινε συχνά λαβή για αστεία στην παράσταση. Στη Νέα Κωμωδία το σωμάτιον διατηρείται, ο φαλλός όμως εξαφανίζεται και γενικά το κοστούμι καθίσταται εν πολλοίς ρεαλιστικό — αν και, αν πιστέψουμε τον Ιούλιο Πολυδεύκη, ορισμένοι τύποι χαρακτήρων, όπως ο νεανίσκος, ο παράσιτος, ο στρατιώτης και άλλοι, φαίνεται ότι διέπονταν από τυποποιημένες ενδυματολογικές συμβάσεις.
    • Αντιστοίχως, οι μάσκες της Παλαιάς Κωμωδίας ήταν ως επί το πλείστον μοναδικές κατασκευές, οι οποίες ανταποκρίνονταν στην ιδιαίτερη φύση του κάθε δραματικού προσώπου. Ήδη όμως από την εποχή της Μέσης — και με περισσότερη λεπτομέρεια την περίοδο της Νέας — το κωμικό προσωπείο τυποποιείται και χωρίζεται, σύμφωνα τουλάχιστον με το Ονομαστικόν του γραμματικού Πολυδεύκη (2ος αι. μ.Χ.), σε τέσσερα «γένη», το καθένα από τα οποία ανταποκρίνεται σε ένα διαφορετικό κοινωνικό στάτους: πάπποι, νεανίσκοι, δοῦλοι, γυναῖκες (στις οποίες περιλαμβάνονται ελεύθερες γυναίκες, ηλικιωμένες και νέες, εταίρες και θεράπαινες — το γένος των γυναικών, δηλαδή, περιλάμβανε προσωπεία και από τα τρία ανδρικά γένη).
    • Όλα τα έργα του Μενάνδρου μπορούν να παιχτούν με τρεις μόνο ηθοποιούς. Αντιθέτως, τα παραχορηγήματα είναι πολύ συχνότερα στον Αριστοφάνη, στον οποίο δεν σπανίζουν σκηνές που απαιτούν τέσσερις ή και πέντε υποκριτές.

 OLYMPUS DIGITAL CAMERA