Tags

, , , , ,


I do not hate you
For your faces are beautiful, too.
I do not hate you,
Your faces are whirling lights of loveliness and splendour, too.
Yet why do you torture me,
O, white strong ones,
Why do you torture me? 

Δεν σας μισώ
Γιατί και τα δικά σας πρόσωπα είν᾽ ωραία.
Δεν σας μισώ
Γιατί και τα δικά σας πρόσωπα είναι φώτα στροβιλιζόμενα ωραιότητος και λάμψης.
Άρα γιατί με βασανίζετε,
Ω ισχυροί λευκοί,
Γιατί με βασανίζετε;

langston-hughes-1Με το ποίημα “Οι Λευκοί” (“The White Ones”), ο Λάνγκστον Χιουζ μας χαρίζει ένα ακόμη έργο συγκλονιστικής απλότητας και ευθυβολίας, η ποιητική δύναμη του οποίου στηρίζεται στο πιο λιτό γραμματικό σχήμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί: στη ρητορική λειτουργία του too (“και τα δικά σας επίσης”). Ο καταπιεσμένος μαύρος δεν ανταποδίδει μίσος στο μίσος αλλά μια πονεμένη, μεγαλόψυχη απορία και αναγνωρίζει στα πρόσωπα των λευκών — με ελαφρά δόση ειρωνείας, οπωσδήποτε — την ωραιότητα και τη λάμψη που οι ίδιοι του αρνούνται.

To ποίημα, όπως και τα ανάλογα “Dream Variation” και “Brothers”, αποτυπώνει εμπειρίες του Χιουζ αυτή τη φορά όχι από την καταπίεση των μαύρων στην Αμερική αλλά από ένα ταξίδι του στην Αφρική το καλοκαίρι του 1923.

To ταξίδι αυτό, το οποίο ο νεαρός Αφροαμερικάνος αντιμετώπισε αρχικά ως τη χρυσή ευκαιρία να ξαναβρεί τη χαμένη του διασύνδεση με την Αφρική, “τη μάνα όλων των Νέγρων”, όπως σημείωνε, στο τέλος συνέτριψε συναισθηματικά τον ποιητή, που βρέθηκε διχασμένος ανάμεσα στους φυλετικούς του αδελφούς, τους μαύρους της Αφρικής, και στον πολιτισμό στον οποίο ο ίδιος ανήκε αναπόφευκτα, τον Δυτικό. Γράφει η Laurie Leach (σ. 22):

Καθόλη τη διάρκεια του ταξιδιού του στη μαύρη ήπειρο, ο Hughes ένιωθε φρίκη και αγανάκτηση για τον τρόπο με τον οποίο Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι εκμεταλλεύονταν την Αφρική, όμως τον βασάνιζε επίσης η δική του συνενοχή σε αυτή την εκμετάλλευση. Για παράδειγμα, σκανδαλίστηκε, όταν έμαθε ότι οι εργάτες της φυλής Κρου, που έκαναν μέρος της δουλειάς του [στο καράβι] με τον πιο σκληρό μόχθο, πληρώνονταν μόλις δύο σελίνια την ημέρα σε αντίθεση με τον δικό του μισθό των 35 δολλαρίων τον μήνα. Ως υπεύθυνος της τραπεζαρίας του καραβιού, σεβόταν το πρωτόκολλο της φυλετικής προτεραιότητας και σέρβιρε όλους τους λευκούς αξιωματικούς του πλοίου πριν εξυπηρετήσει τους ντόπιους τελωνειακούς και γραμματείς, που ήταν συνήθως μαύροι Αφρικανοί. Αντιστάθηκε στην κατάσταση αυτή μόνο μια φορά, όταν ένας λευκός αξιωματικός ήλθε στην τραπεζαρία καθυστερημένα και προσπάθησε να πετάξει έξω τους μαύρους γραμματείς και αξιωματούχους, που ήδη είχαν ξεκινήσει να τρώνε. Στα ποιήματα και στα διάφορα απομνημονεύματά του, ο Χιουζ αναφέρεται συγκινητικά στην τραγωδία των νεαρών μαύρων κοριτσιών που λόγω της φτώχιας τους αναγκάζονταν να πωλούν το κορμί τους στους ναύτες, κι όμως προφανώς ακολουθούσε κι αυτός μερικές φορές τα άλλα μέλη του πληρώματος στα μπουρδέλα.

Ακόμη πιο συνταρακτικό όμως για τον Hughes ήταν το γεγονός ότι, ενώ ο ίδιος ένιωθε να ταυτίζεται με τον πόνο του μαύρου εργάτη, οι νέγροι της Αφρικής αδυνατούσαν να τον αποδεχτούν ως δικό τους, ως έναν απ᾽ αυτούς. Για τους Αφρικανούς, ο Hughes ήταν παράγοντας του καταπιεστικού μηχανισμού της Δύσης· ήταν στην πράξη λευκός. O Arnold Rampersad (The Life of Langston Hughes, vol. I, σ. 78) παρατηρεί:

Στο ποίημα “The White Ones” o Hughes διακηρύσσει τη συγγένεια που τον ενώνει με τους Αφρικανούς. Έντρομος όμως γρήγορα διαπίστωσε πως κανείς Αφρικανός δεν μπορούσε να τον λογαριάσει ως δικό του άνθρωπο: “Οι Αφρικανοί με κοίταζαν και δεν μπορούσαν να δεχτούν πως ήμουν Νέγρος”. [Για τους Αφρικανούς] ο Hughes ήταν λευκός. […] Το γεγονός ότι επιδίωκε να τον εκλαμβάνουν ως μαύρο το θεωρούσαν εντελώς αλλόκοτο, ίσως και μια ελαφρά κοροϊδία εις βάρος τους. Μάταια διαμαρτυρόταν ότι δεν ήταν λευκός. “Δεν είσαι ούτε και μαύρος”, του απάντησε ένα μέλος της φυλής Κρου.

Το μόνο που μπορούσε να κάνει για να ματίσει το κομμένο σχοινί ήταν να γράψει ποιήματα…

langston-hughes

ΙΣΩΣ ΘΑ ΣΑΣ ΕΝΔΙΕΦΕΡΑΝ ΕΠΙΣΗΣ: