Tags

, , , , , , ,


Συγκεντρώνω εδώ μεταφράσεις έξι ποιημάτων του Langston Hughes, που έχουν δημοσιευθεί παλαιότερα στο ιστολόγιο. Πληροφορίες για καθένα από τα ποιήματα, καθώς και το αγγλικό πρωτότυπο, μπορείτε να βρείτε ανατρέχοντας στις αρχικές δημοσιεύσεις. Πρόκειται συγκεκριμένα για τις:

Όπως πάντα, προτάσεις για βελτίωση και διόρθωση είναι ευπρόσδεκτες!

2015-02-02-LangstonHughes

ΟΝΕΙΡΑ

Να τα φυλάς τα όνειρα·
τα όνειρα αν ξεφύγουν,
σπασμένες οι φτερούγες της ζωής
και δεν ανοίγουν.

Να τα φυλάς τα όνειρα·
όνειρα πεθαμένα,
ζωή, χέρσα κατσάβραχα
και παγωμένα.

langston-hughes

ΕΧΩ ΓΝΩΡΙΣΕΙ ΠΟΤΑΜΙΑ

Έχω γνωρίσει ποτάμια:

Έχω γνωρίσει ποτάμια αρχαία ίσαμε τον κόσμο, παλιότερα κι απ᾽ το ανθρώπινο αίμα στις ανθρώπινες φλέβες

η ψυχή μου βάθυνε σαν τα ποτάμια

Λούστηκα στον Ευφράτη, όταν οι αυγές ήταν νεαρές
Έκτισα την καλύβα μου κοντά στον Κόγκο και με νανούρισε να κοιμηθώ
Αγνάντεψα τον Νείλο κι ανασήκωσα τις πυραμίδες πάνωθέ του
Άκουσα το τραγούδι του Μισσισσιπή, όταν ο Έιμπ Λίνκολν κατέβηκε στη Νέα Ορλεάνη, κι είδα τον λασπωμένο κόρφο του χρυσό στο ηλιοβασίλεμα.

Έχω γνωρίσει ποτάμια:
αρχαία, μελαχρινά ποτάμια

Η ψυχή μου βάθυνε σαν τα ποτάμια.

rivers

ΥΜΝΟΥΣ ΨΑΛΛΩ ΚΙ ΕΓΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ

indexΎμνους ψάλλω κι εγώ για την Αμερική.

Είμαι ο αδελφός ο μελαμψός.
Με στέλνουνε να φάω στην κουζίνα
σαν έρθει συντροφιά.
Όμως γελώ
και τρώω καλά
και δυναμώνω.

Αύριο
θα είμαι στο τραπέζι
σαν έρθει συντροφιά.
Κανείς
δεν θα τολμήσει να μου πει
«Φάε στη κουζίνα!»
τότε.

Στο κάτω-κάτω
θα αναβλέψουνε την ομορφιά μου
και θα ντραπούν.

Είμαι κι εγώ η Αμερικἠ.

itoo-am-america-darker-brotherr

ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ

Γράφω για τα παιδιά που πεθαίνουν,
Μαύρα και λευκά,
Γιατί παιδιά σίγουρα θα πεθαίνουν.
Οι γέροι και οι πλούσιοι θα ζήσουνε για λίγο ακόμη,
ως συνήθως,
τρώγοντας αίμα και χρυσό,
αφήνοντας παιδιά να πεθαίνουν.

Παιδιά θα πεθαίνουνε στους βάλτους του Μισισσιπή
Οργανώνοντας κολίγες
Παιδιά θα πεθαίνουνε στους δρόμους του Σικάγο
Οργανώνοντας εργάτες
Παιδιά θα πεθαίνουνε στους πορτοκαλεώνες της Καλιφόρνια
Λέγοντας σ᾽ άλλους να ενώσουν τις δυνάμεις
Λευκούς και Φιλιππίνους,
Νέγρους και Μεξικάνους.
Κάθε λογής παιδιά θε να πεθαίνουν
Που δεν πιστεύουνε στο ψέμα, στα λαδώματα και στον συμβιβασμό
Και σε μια άθλια ειρήνη.

Ως φυσικόν, σοφοί και μορφωμένοι
αυτοί που γράφουν τα κείμενα τα ωραία στις φυλλάδες
Κι οι κύριοι με το Dr. μπροστά απ᾽ τα ονόματά τους,
Λευκοί και μαύροι,
Που κάνουν έρευνες και γράφουνε βιβλία
Θα συνεχίσουνε να υφαίνουν λέξεις, για να πνίξουν τα παιδιά που πεθαίνουν
Και τα διεφθαρμένα δικαστήρια
Κι οι μπάτσοι που γυρεύουν τη δωροδοκία
Κι οι στρατηγοί που αγαπούν το αίμα
Όλοι θ᾽ ασκώνουνε τα χέρια τους ενάντια στα παιδιά που πεθαίνουν
Χτυπώντας τα με νόμους και με ρόπαλα, με ξιφολόγχες και με σφαίρες
Για να τρομάξουν τον λαό —
Γιατί τα παιδιά που πεθαίνουν μοιάζουνε σαν το σίδερο στο αίμα του λαού —
Κι οι γέροι και οι πλούσιοι δεν θέλουν o λαός
Να πάρουν γεύση από το σίδερο των παιδιών που πεθαίνουν,
Δεν θέλουν ο λαός να πάρουν πρέφα ποια είναι η δύναμή τους,
Να πιστεύουν έναν Angelo Herndon, ή έστω να ενώσουνε δυνάμεις

Ακούστε, παιδιά που πεθαίνετε —
Ίσως, τώρα, δεν θα υπάρξει μνημείο για σας
Παρά μονάχα μέσα στις καρδιές μας
Ίσως τα σώματά σας να χαθούν σε κάνα βάλτο
Ή σε φυλακισμένο μνήμα ή στου κεραμέα τον κάμπο
Ή στα ποτάμια όπου πνιγήκατε όπως ο Leibknecht

Μα η μέρα θα ᾽ρθει —
Είστε οι ίδιοι βέβαιοι ότι θα ᾽ρθει —
Όταν τα πόδια των μαζών σε μια πορεία μεγάλη
Θα υψώσουν για χατίρι σας μνημείο ολοζώντανο αγάπης
Και γέλιου, και χαράς
Και μαύρα χέρια κι άσπρα χέρια σ᾽ ένα θα ενωθούν,
Θα υψώσουνε ωδή που θ᾽ ακουμπά τον ουρανό —
Ωδή για τη ζωή που θριαμβεύει
Χάρη στα παιδιά που πεθαίνουν.

kwd

ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΑΥΡΗ ΠΛΥΣΤΡΑ

Ω πλύστρα
Ως τους αγκώνες βουτηγμένη μες την άσπρη σαπουνάδα
Ψυχή πλυμένη
Ρούχα ξεπλυμένα —
Έχω πολλά τραγούδια να σου τραγουδήσω
Να ᾽βρισκα μόνο, άμποτε, τις λέξεις.

Να ᾽τανε τέσσερις η ώρα ή έξι ένα χειμωνιάτικο απόγευμα, που σ᾽ είδα να ξεβγάζεις το στερνό πουκάμισο μες την κουζίνα της Κυρά Λευκής; Να ᾽τανε τέσσερις η ώρα ή έξι; Δεν θυμάμαι.

Γνωρίζω όμως, πως η ώρα εφτά ένα ανοιξιάτικο πρωινό περπάταγες στη Βερμόντ Στριτ με έναν μπόγο στην αγκάλη και κινούσες για μπουγάδα.

Γνωρίζω ακόμη πως σε είδα στο μετρό στη Νέα Υόρκη το σούρουπο στο σπίτι να γυρνάς απ᾽ την μπουγάδα.

Ναι, σε γνωρίζω, πλύστρα.
Γνωρίζω πώς τα στέλνεις τα παιδιά σου στο σχολειό και στο γυμνάσιο και στο κολλέγιο ακόμα.
Γνωρίζω πώς δουλεύεις και βοηθάς τη φαμελιά σου, όταν σφίγγουνε οι καιροί.
Γνωρίζω πώς οικοδομείς την κατοικία σου απ᾽ τη σκάφη και την αποκαλείς το σπιτικό σου.
Και πώς τις εκκλησιές σου υψώνεις από άσπρη καμωμένες σαπουνάδα να λατρεύουνε τον Άγιο τον Θεό.

Σε είδα και να τραγουδάς, πλύστρα. Έξω, στην πίσω αυλή, κάτω από τις μηλιές, να τραγουδάς, ασπρόρουχα κρεμώντας σε μακριά σχοινιά μες στο λιοπύρι.

Σε είδα και μια Κυριακή πρωί στην εκκλησιά ψάλλοντας ύμνους να δοξάζεις τον Χριστό σου, γιατί μια μέρα σίγουρα θε να καθίσεις εκ δεξιών του Υιού του Θεού και θα ξεχάσεις πως ποτέ σου υπήρξες πλύστρα. Την πλάτη που πονά, τον μπόγο με τα ρούχα, κανείς δεν πρόκειται να τα θυμάται τότε.

Ναι, σε είδα και να τραγουδάς.

Κι έτσι για σένα,
Ω πλύστρα που μας τραγουδάς
Για σε, κοντούλα μελαμψή που τραγουδάς,
Μαύρη γυναίκα δυνατή που τραγουδάς
Ψηλή γυναίκα κίτρινη που τραγουδάς,
ως τους αγκώνες βουτηγμένη μες την άσπρη σαπουνάδα
Ψυχή καθάρια
Ρούχα καθαρά —
Για σε πολλά τραγούδια έχω να φτιάξω
Να ᾽βρισκα μόνο, άμποτε, τις λέξεις.

Washwoman,+Jackson,+1930s

ΟΙ ΛΕΥΚΟΙ

Δεν σας μισώ
Γιατί και τα δικά σας πρόσωπα είν᾽ ωραία.
Δεν σας μισώ
Γιατί και τα δικά σας πρόσωπα είναι στροβιλιζόμενα φώτα ωραιότητος και λάμψης.
Κι όμως γιατί με βασανίζετε,
Ω ισχυροί λευκοί,
Γιατί με βασανίζετε;

Schwartz-Ferguson-Hughes-1200