Tags

, , , , ,


1. “ΕΚΑΒΗ” ΚΑΙ ΡΗΤΟΡΙΚΗ

Η Εκάβη του Ευριπίδη είναι έργο στο οποίο η ρητορική καταδικάζεται επανειλημμένα από τα χείλη της ίδιας της πρωταγωνίστριας. Ιδού τα δύο χαρακτηριστικότερα αποσπάσματα. Και τα δύο προέρχονται από ρήσεις της Εκάβης, που έχουν ως αποδέκτη τον Αγαμέμνονα:

(α) 814–9:

τί δῆτα θνητοὶ τἄλλα μὲν μαθήματα
μοχθοῦμεν ὡς χρὴ πάντα καὶ ματεύομεν, (815)
πειθὼ δὲ τὴν τύραννον ἀνθρώποις μόνην
οὐδέν τι μᾶλλον ἐς τέλος σπουδάζομεν
μισθοὺς διδόντες μανθάνειν, ἵν’ ἦν ποτε
πείθειν ἅ τις βούλοιτο τυγχάνειν θ’ ἅμα;

(β) 1187–94:

Ἀγάμεμνον, ἀνθρώποισιν οὐκ ἐχρῆν ποτε
τῶν πραγμάτων τὴν γλῶσσαν ἰσχύειν πλέον·
ἀλλ’ εἴτε χρήστ’ ἔδρασε χρήστ’ ἔδει λέγειν,
εἴτ’ αὖ πονηρὰ τοὺς λόγους εἶναι σαθρούς,
καὶ μὴ δύνασθαι τἄδικ’ εὖ λέγειν ποτέ.
σοφοὶ μὲν οὖν εἰσ’ οἱ τάδ’ ἠκριβωκότες,
ἀλλ’ οὐ δύνανται διὰ τέλους εἶναι σοφοί,
κακῶς δ’ ἀπώλοντ’· οὔτις ἐξήλυξέ πω.

Η στάση της Εκάβης έναντι της ρητορικής στο έργο αυτό είναι κάτι αξιοσημείωτο, καθώς αντικατοπτρίζει τη μετάπτωση του χαρακτήρα της. Η στενή διασύνδεση της έντεχνης πειθούς με τον δόλο, κατεξοχήν χαρακτηριστικό του γυναικείου γένους, σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό ανδρικό φαντασιακό, προσδίδει στο μοτίβο αυτό ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της έμφυλης σύγκρουσης που μαίνεται στο έργο.

Η Εκάβη, αν και πλήρως απορριπτική έναντι της έντεχνης πειθούς, την κατέχει σε υψηλό επίπεδο και τη χρησιμοποιεί όποτε είναι απαραίτητο για την προώθηση των συμφερόντων της. Το στοιχείο που καθιστά αναποτελεσματική τη ρητορική της στο πρώτο μέρος του έργου (στη συνάντησή της με τον Οδυσσέα) δεν είναι το άτεχνο της επιχειρηματολογίας, αλλά το περιεχόμενό της. Η Εκάβη επιχειρηματολογεί τῷ δικαίῳ (271 κ.ε.): επικαλείται δηλαδή υπερβατικές ηθικές αξίες χωρίς να λαμβάνει υπόψη το πραγματολογικό πλαίσιο του λόγου της· με άλλα λόγια χωρίς να υπολογίζει το πρόσωπο του συνομιλητή της και το κατά πόσον αυτά τα επιχειρήματα θα είχαν επιρροή επάνω του. Στο δεύτερο μέρος του έργου, απευθυνόμενη στον Αγαμέμνονα και τον Πολυμήστορα, θα διορθώσει αυτό το σφάλμα. Τα επιχειρήματά της δεν σχετίζονται πλέον ούτε με τη λογική ούτε με τη δικαιοσύνη· σχετίζονται μόνο με την ανάγκη να επιτευχθεί πρακτικό αποτέλεσμα. Δεν την ενδιαφέρει το ηθικό περιεχόμενο του λόγου, αλλά η δυνατότητά της να πετύχει τον σκοπό της χρησιμοποιώντας τον ως μέσο. Η ρητορική της Εκάβης στο δεύτερο μέρος έχει, δηλαδή, καταστεί πλήρως σοφιστική, κάτι που παραπέμπει ταυτόχρονα αφενός στο εκφυλισμένο ηθικό περιβάλλον στο οποίο η Εκάβη κινείται, αφετέρου στο γεγονός ότι έχουν πια βγει στην επιφάνεια τα δαιμονικά στοιχεία της θηλυκής φύσης της. Το γεγονός αυτό και μόνο δείχνει πόσο η Εκάβη έχει μεταστραφεί. Στη ρήση που εκφωνεί αμέσως μετά την τιμωρία του Πολυμήστορα επαναλαμβάνει την καταδίκη της ρητορικής. Υπό το φως των όσων προηγήθηκαν αυτή η καταδίκη μοιάζει αυτοκαταγγελία.

2. Η ΒΙΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Δεν πρέπει επ᾽ ουδενί να θεωρήσουμε ότι η βία των γυναικών στην Εκάβη προσκτάται θετικό πρόσημο επειδή στρέφεται προς ένα ανθρωπόμορφο κτήνος. Ο Αθηναίος θεατής δεν μπορεί παρά να σοκάρεται μπροστά στο θέαμα των έξαλλων γυναικών που σαν χταπόδια ή σαν μαινόμενες Βάκχες, κατά την αφήγηση του Πολυμήστορα, αρπάζουν και ξεσκίζουν τα θύματά τους.

Η προβληματική φύση της γυναικείας βίας, επίσης, δεν προκύπτει αποκλειστικά και μόνο από το γεγονός ότι σφάζουν τα παιδιά του Πολυμήστορα. Η γυναικεία βία είναι προβληματική πρωτίστως επειδή είναι γυναικεία. Περιέργως, η ανδρική βία, είτε κατ᾽ ανδρών είτε κατά γυναικών, θεωρείται τροποντινά εγγενής και αποδεκτή πτυχή του ηρωικού ιδεώδους (εξαιρούνται μόνο οι περιπτώσεις της βίας κατά ικετίδων, της βεβήλωσης ναών και άλλων παρόμοιων εγκλημάτων, που προσβάλλουν τους θεούς). Στο ελληνικό φαντασιακό, όμως, η «εξέγερση» του Θηλυκού και η στροφή του εναντίον του Αρσενικού, ανεξαρτήτως των αιτιών της, εκλαμβάνεται ως σύμπτωμα ευρύτερης ηθικής ανατροπής και ως εκ τούτου καταδικάζεται. Στο ανδρικό φαντασιακό, η γυναίκα πρέπει να παραμένει παθητική. Οι γυναίκες που αντιδρούν, και μάλιστα βίαια, θεωρούνται παράγοντες ανατρεπτικοί της πατριαρχικής τάξης, αρχέτυπα τερατώδους αταξίας.

3. ΣΚΗΝΙΚΟ ΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑ ΚΑΙ ΕΥΡΙΠΙΔΕΙΑ ΕΙΡΩΝΕΙΑ

Σημαντική παράμετρος της έμφυλης σύγκρουσης στην Εκάβη είναι και η ειρωνική χρήση του σκηνικού οικοδομήματος. Το σκηνικό οικοδόμημα στην τραγωδία εκπροσωπεί κατά κανόνα, όπως γνωρίζουμε, έναν βασιλικό οίκο. Στην Εκάβη, όμως, δεν έχουμε παρά τον ειρωνικό απόηχο αυτής της σύμβασης. Παρά το γεγονός ότι στη σκηνήν ζει ένας βασιλιάς, το οίκημα αυτό δεν είναι παλάτι, δεν είναι καν μόνιμη και σταθερή κατοικία, αλλά πρόχειρο κατάλυμα, που τονίζει το γεγονός ότι τα πάντα στην Εκάβη τελούν σε επικίνδυνη εκκρεμότητα.

Επιπλέον, με ειδική αναφορά στην έμφυλη σύγκρουση, έχει ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι αυτός ο νέος «οίκος» είναι μια στρατιωτική σκηνή: ένας χώρος, δηλαδή, καθαρά ανδρικός, στον οποίο μια γυναίκα δεν έχει θέση παρά ως λάφυρο πολέμου και ως σεξουαλική σκλάβα.

Παρά ταύτα, όμως, το σκηνικό οικοδόμημα δεν παύει να είναι ένα “μέσα” κι η τραγική σύμβαση απαιτεί αυτό το μέσα να είναι ο προνομιακός χώρος δράσης του Θηλυκού. Στο θέμα αυτό, ο Ευριπίδης, και πάλι ειρωνικά, τηρεί τη συμβατική κανονικότητα. Όντως, στην απουσία του Αγαμέμνονα, που γενικώς στο έργο αυτό είναι σκιά του ιλιαδικού εαυτού του, οι γυναίκες καταλαμβάνουν τον μέσα χώρο, όπου ενεργούν με δαιμονική βιαιότητα. Η τιμωρία του Πολυμήστορα του ιδίου είναι αναμφιβόλως δίκαιη· η θανάτωση όμως των δύο αθώων παιδιών του καταδικάζεται εμμέσως ακόμη και από τον χορό, που μιλά για καινὰ κακά.

Εκάβη