Tags

, , , , , , , ,


[Για την Ηλέκτρα του Σοφοκλή δείτε επίσης:

  1. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (1) Προκαταρκτικές παρατηρήσεις
  2. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (2) Σχόλια στους στ. 1-76
  3. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (3) Κόρη της μοναξιάς και της ειρωνείας
  4. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (4) Η αντίθεση φίλοι-ἐχθροί
  5. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (5) Η αντίθεση λόγος-ἔργον
  6. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (6) Η αντίθεση φως-σκοτάδι
  7. Για την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή: (8) Γονείς και τέκνα
H Kate Blanchett ως Ηλέκτρα

H Kate Blanchett ως Ηλέκτρα

Στην Έξοδο της Ηλέκτρας, ο Ορέστης, υπό τις ανηλεείς παροτρύνσεις της Ηλέκτρας («Τελείωνε, σκότωσέ τον, κι αφού το κάνεις ρίξε τον στους μόνους νεκροθάφτες που θα του άξιζε ποτέ να βρει, μακριά απ᾽ τα μάτια μας· γιατί κάτι τέτοιο μόνο θα μπορούσε να με ανακουφίσει από τις συμφορές μου», 1487-90), διατάσσει τον Αίγισθο να τον ακολουθήσει μέσα στον οίκο, όπου θα πεθάνει σφαγμένος κι αυτός από το χέρι του τιμωρού γιου του Αγαμέμνονα.

Αίγισθος και Ηλέκτρα (Εθνικό Θέατρο, 2005)

Αίγισθος και Ηλέκτρα (Εθνικό Θέατρο, 2005)

Ως συνήθως, ο Σοφοκλής εδώ παίζει με τις συμβάσεις του είδους του. Ο Ορέστης οδηγεί τον Αίγισθο στο εσωτερικό του παλατιού. Τυπικά μιλώντας δεν υπάρχει λόγος να το κάνει αυτό: γιατί δεν τον σκοτώνει επί τόπου; Η απάντηση στο ερώτημα είναι φαινομενικά απλή: διότι στην αρχαία ελληνική τραγωδία η παρουσίαση επί σκηνής σκηνών βίας, ειδικά φόνων και άλλων θανάτων (π.χ. αυτοκτονιών), είναι ταμπού· ο θάνατος ανήκει στο εσωτερικό, στο σκοτάδι· στο φως παρουσιάζονται μόνο οι συνέπειες της βίας, τα νεκρά σώματα και οι συντετριμμένοι φίλοι. Αυτό ακριβώς είχε συμβεί πριν από λίγο. Πριν σπρώξει τον εχθρό του προς τα μέσα, ο Ορέστης φροντίζει να του επιδείξει με χαιρεκακία το πτώμα της σφαγμένης του ερωμένης.

Κι όμως στα χέρια των μεγάλων μαστόρων καμία σύμβαση δεν είναι νεκρή. Ο Σοφοκλής, σε ένα έργο που επενδύει συνεχώς στην αμφισημία και που φροντίζει τεχνηέντως να αποτρέπει τις εύκολες ερμηνείες (η Ηλέκτρα είναι γραμμένη στα τέλη του 5ου αιώνα και η επιρροή της σοφιστικής σκέψης, της αμφισβήτησης της μίας αλήθειας είναι πλέον διάχυτη), βάζει τον ίδιο τον Αίγισθο να εντοπίζει τον παραλογισμό και να προσδίδει στην επιλογή του Ορέστη ουσιαστικές, όχι συμβατικές διαστάσεις:

Τί δ’ ἐς δόμους ἄγεις με; πῶς, τόδ’ εἰ καλὸν / τοὔργον, σκότου δεῖ, κοὐ πρόχειρος εἶ κτανεῖν (1493-4);

Η απάντηση του Ορέστη επιτείνει την αίσθηση της ειρωνείας, καθώς δεν είναι ιδιαιτέρως πειστική: πρέπει να πεθάνεις εκεί που σκότωσες, λέει, πάνω από την εστία του πατέρα μου. Ο Αίγισθος όμως επιμένει (1497-8):

Ἦ πᾶσ’ ἀνάγκη τήνδε τὴν στέγην ἰδεῖν / τά τ’ ὄντα καὶ μέλλοντα Πελοπιδῶν κακά;

Είναι ανάγκη να δει τις δικές σου συμφορές, του απαντά ο Ορέστης. Οι θεατές, όμως, που γνωρίζουν την Ορέστεια, ξέρουν ότι στα μέλλοντα κακά συμπεριλαμβάνεται και η τύχη του Ορέστη, τον οποίο θα καταδιώξουν ανηλεώς οι Ερινύες. Κι όμως ο Σοφοκλής δεν κάνει καμία απολύτως ρητή αναφορά στη μοίρα του Ορέστη. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στον Αισχύλο, οι Ερινύες δεν εμφανίζονται στο τέλος της Ηλέκτρας.

Οι παρατηρήσεις του Αίγισθου στη σκηνή αυτή, οι υπαινιγμοί που αφήνουν και οι απορίες που προκαλούν, συνοψίζουν εύστοχα το ερμηνευτικό πρόβλημα της Ηλέκτρας. Ο Σοφοκλής επανειλημμένως στο έργο αυτό επιχειρεί να υποβαθμίσει τη φρικαλεότητα της μητροκτονίας ως πράξης και να αποσιωπήσει (ή έστω να σπρώξει κάτω από το χαλί) τις συνέπειές της για τον ίδιο τον μητροκτόνο. Την ίδια στιγμή όμως, με πονηρές πινελιές, επιτρέπει στους θεατές του να δουν βαθιά στην ψυχή των δυο παιδιών του Αγαμέμνονα και να σοκαριστούν από το άσπονδο, ανηλεές, κτηνώδες μίσος που έχει φωλιάσει στην καρδιά τους — ακόμη και στην καρδιά της Ηλέκτρας, που λίγο πιο πριν, όπως είδαμε, παροτρύνει τον αδελφό της να αρνηθεί στον Αίγισθο ακόμη και την ταφή, να τον πετάξει στα σκυλιά. Η Ηλέκτρα, που τόσο μοιάζει στην Αντιγόνη κατά τα άλλα, γίνεται εδώ το άκρως αντίθετό της. Και ο Ορέστης σοκάρει επίσης: σε αντίθεση με τον αισχύλειο και τον ευριπίδειο εαυτό του, ο Ορέστης του Σοφοκλή δεν διστάζει ούτε στιγμή· μπροστά στη μητροκτονία, δηλαδή σε μια πράξη η οποία αντίκειται στα πιο θεμελιώδη ανθρώπινα ένστικτα, ο Ορέστης είναι εντελώς ψυχρός, κυνικός, σχεδόν μηχανικός στις ενέργειές του, απαρασάλευτος στην προσήλωσή του στον στόχο, που είναι όχι μόνο η τιμωρία των ενόχων αλλά και η αποκατάσταση του εαυτού του στον θρόνο του Αγαμέμνονα.

YE2005_Ορέστης και Ηλέκτρα

Ορέστης και Ηλέκτρα (Εθνικό Θέατρο, 2005)

Υπάρχει κάτι σκοτεινό στην πράξη του Ορέστη, κάτι σκοτεινό και στην ψυχή της Ηλέκτρας — και ο Αίγισθος, που επισημαίνει ειρωνικά ότι πράξεις ηθικά άσπιλες δεν υπάρχει λόγος να γίνονται στα κρυφά, το εμφαίνει αυτό με καυστική ειρωνεία. Ο Σοφοκλής εδώ παίζει ξανά με το μοτίβο του φωτός και του σκότους, το οποίο συνθέτει ένα πυκνό πλέγμα εικόνων και μεταφορών σε όλη την έκταση της τραγωδίας. Ο Ορέστης, που εισήλθε στη σκηνή καθώς ανέτειλλε το λαμπρό φως της μέρας, αποχωρεί μέσα στο λυκόφως ενός σπιτιού που έχει καταστεί συνώνυμο του εγκλήματος και του θανάτου. Από την άλλη η Ηλέκτρα, που σε όλο το διάστημα της απουσίας του Ορέστη διήγε σε ένα σκότος διηνεκές, αποκλεισμένη στον εσωτερικό χώρο ή φυλακισμένη στο βασανιστικό μεταίχμιο του έξω και του μέσα, στην είσοδο του παλατιού, εισέρχεται και πάλι στο σκότος. Πόσο έχει λυτρωθεί στ᾽ αλήθεια;

Ενισχυτικό της όλης αμφισημίας είναι και το γεγονός ότι, και πάλι σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη, η Ηλέκτρα του Σοφοκλή τελειώνει με τον φόνο του Αιγίσθου να εκκρεμεί, να μην έχει ακόμη συντελεσθεί, να αποτελεί γεγονός του μέλλοντος. Το εύρημα αυτό ενισχύει τη ρευστότητα των πραγμάτων και την αίσθηση του θεατή ότι με το τέλος του έργου δεν τελειώνουν όλα.

Συνεπώς, η σκηνική οργάνωση της τελευταίας σκηνής του έργου, υπογραμμισμένη από το πικρό σχόλιο του Αιγίσθου, όχι μόνο αποτελεί αναφαίρετο τμήμα της ερμηνείας της, αλλά επίσης, καθώς το έργο οδεύει προς το τέλος του, συμβάλλει και στη συμπύκνωση των νοημάτων του (ή μάλλον των αμφισημιών του) εν γένει.

Το έργο τελειώνει με δύο αφορισμούς, έναν από τον Ορέστη και έναν από τον χορό. Ο Ορέστης αποφαίνεται υπέρ της αναγκαιότητας της θανατικής ποινής ως του βελτίστου μέσου για την καταπολέμηση της πονηρίας και για την αποτροπή του κακού στον κόσμο: η απολυτότητα αυτής της θέσης, όσο κι αν προέρχεται από τον κόσμο του έπους και της διδακτικής ελεγείας, φαντάζει αφελής στους θεατές της τραγωδίας, στην οποία το αίμα πάντοτε φέρνει αίμα και το έγκλημα γεννά κι άλλο έγκλημα… Εξίσου ευσεποθικός μοιάζει να είναι και ο εξόδιος μακαρισμός του χορού προς τον Οίκο του Ατρέα, που επιτέλους «ελευθερώθηκε».

Όσο κι αν επιχειρεί ο Σοφοκλής να βάλει τελεία εδώ, όσο κι αν προσπαθεί να σβήσει την Ορέστεια ή την Ηλέκτρα του Ευριπίδη, και να επιστρέψει κατευθείαν πίσω στον Όμηρο, γεγονός παραμένει ότι έχει κυλήσει πολύ νερό στο λογοτεχνικό αυλάκι· οι θεατές του δεν μπορούν τόσο εύκολα να απελευθερωθούν οι ίδιοι από τις κειμενικές τους παρακαταθήκες.

Συνεπώς, το έργο δεν μπορεί παρά να τελειώνει αμφίσημα και ειρωνικά· και επειδή ο Σοφοκλής είναι μάστορας της ειρωνείας, μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα ότι κάτι τέτοιο το είχε προσχεδιάσει.

Εθνικό Θέατρο (1998)

Εθνικό Θέατρο (1998)