Tags

, , , , , , , , ,


poster_electra_largeΗ διαταραχή των οικογενειακών σχέσεων αποτελεί κεντρικό διακύβευμα στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή, καθώς προβάλλει ως σύμπτωμα — και ως συνεκδοχή — της γενικότερης διαφθοράς του Οίκου των Ατρειδών. Ακόμη ευρύτερα, συμβολίζει την αταξία που προκαλεί σε συμπαντικό πια επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο της ηθικής τάξης των πραγμάτων, ο ατέρμονος κύκλος της βίας και της αλληλοσφαγής.

Η διαταραχή των οικογενειακών σχέσεων, χειρίστη εκδήλωση της οποίας συνιστά η αλλοίωση των φυσικών (και φυσιολογικών!) δεσμών ανάμεσα στον γονιό και το παιδί, εκδηλώνεται τουλάχιστον σε τρία επίπεδα στο έργο: (α) στο επίπεδο των ανθρωπίνων σχέσεων, (β) στο επίπεδο των κοινωνικών ρόλων και (γ) στο επίπεδο του ψυχισμού και του ήθους των δύο παιδιών του Αγαμέμνονα, ιδιαίτερα της Ηλέκτρας.

Στην Ηλέκτρα, οι φυσικές ανθρώπινες σχέσεις έχουν μπερδευτεί. Ο «ξένος» (ο Πυλάδης) ενεργεί σαν αδελφός, οι υπήκοοι (οι γυναίκες του χορού) παρέχουν στην Ηλέκτρα μητρική στοργή και η αδελφή συμπεριφέρεται σαν μητέρα-τροφός και σαν προστάτιδα ενός αδελφού που κινδυνεύει από την ίδια του τη μητέρα. Η μάνα μετατρέπεται σε αναίσχυντη, μοιχαλίδα σφετερίστρια, σε σκληρό βασανιστή της κόρης της και σε εν δυνάμει φόνισσα του γιου της, ο οποίος αποτελεί γι᾽ αυτήν πηγή όχι χαράς αλλά αγωνίας και φόβου. Τέλος ο γιος επιστρέφει ως τιμωρός και εκτελεστής μιας μάνας που δεν της αξίζει να λέγεται μάνα (μήτηρ ἀμήτωρ) και, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στον Ευριπίδη και τον Αισχύλο, σκοτώνει χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία.

electra-300x300-lst110473Και η Κλυταιμήστρα του Σοφοκλή, όμως, από την άλλη, δεν έχει κανένα από τα ελαφρυντικά που της προσδίδουν ανθρώπινο πρόσωπο στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη, κανένα από τα στοιχεία που στους άλλους δύο τραγικούς ποιητές μας επιτρέπουν να τη δούμε ακόμη και ως θύμα της πατριαρχίας σε ένα βαθμό ή έστω ως τραγικό πρόσωπο, που συλλαμβάνεται στο δίχτυ της Ανάγκης (στον Αισχύλο) και των ανθρωπίνων παθών (στον Ευριπίδη). Η Κλυταιμήστρα του Σοφοκλή έχει σχεδόν αποστραγγίσει από την ψυχή της κάθε ανθρώπινο συναίσθημα. Η είδηση του υποτιθέμενου θανάτου του Ορέστη την επηρεάζει μόνο για ένα ψήγμα χρόνου, για μια φευγαλέα στιγμή, προτού επιστρέψει στην κυνική της ψυχρότητα. Η μάνα βλέπει τον γιο ως θανάσιμη απειλή. Ο «θάνατός» του δεν εκλύει τα δάκρυά της, αλλά έναν βαθύ αναστεναγμό ανακούφισης.

Για την Ηλέκτρα η Κλυταιμήστρα μιλά με ασύλληπτη σκληρότητα και μίσος («κι αυτήν, που η πιο μεγάλη μου ήταν πληγή, σα σύνοικος, και πάντα το ακράτο της ψυχής μου αίμα ρουφούσε»). Η διαταραχή στις σχέσεις Ηλέκτρας και Κλυταιμήστρας έχει συνέπειες για την πρώτη στο επίπεδο του κοινωνικού της ρόλου αλλά και στο επίπεδο του ήθους της. Η συμπεριφορά της μητέρας φθείρει την κόρη τόσο ως κοινωνικό ον, εφόσον την εμποδίζει να παντρευτεί και τη μετατρέπει σε «νύφη του Άδη», όσο και ως ηθικό υποκείμενο: η Ηλέκτρα είναι μια Antigone manquée, μια χαμένη Αντιγόνη.

Η Ηλέκτρα είναι μια θρηνωδός αηδόνα, που θρηνεί νυχθημερόν τον θάνατο του πατέρα της και που αναμένει, τελώντας σε ένα είδος limbo, την επάνοδο του αδελφού της, η οποία ολοένα και αναβάλλεται. Από την άποψη του θεατρικού χώρου, η Ηλέκτρα παραμένει καθόλη τη διάρκεια της σκηνικής της παρουσίας αμετακίνητη, καρφωμένη στην είσοδο του παλατιού: σημειολογικά, δηλαδή, κινείται σε ένα οριακό επίπεδο, ανάμεσα στο αφιλόξενο «μέσα», στο οποίο οι γονείς της την κρατούν φυλακισμένη, και στο επικίνδυνο «έξω», στο οποίο δεσπόζει η απειλή της επικείμενης επιστροφής του Αιγίσθου (και της τιμωρίας που αυτή συνεπάγεται). Αυτή η θεατρική λεπτομέρεια, καθώς επίσης και το μαύρο, ρυπαρό ένδυμα της Ηλέκτρας, είναι η πιο εντυπωσιακή αποτύπωση της φθοράς των ανθρωπίνων σχέσεων στον Οίκο των Ατρειδών και ιδιαίτερα της διαταραχής στις σχέσεις μεταξύ γονιού και παιδιού.

Electra2Η Ηλέκτρα περιμένει την επιστροφή του Ορέστη με τον ίδιο πόθο και λαχτάρα με την οποία θα έπρεπε ως γυναίκα και ως βασιλοκόρη κανονικά να προσδοκά τον γάμο της και τη γέννηση των παιδιών της. Αναμένοντας τον Ορέστη η Ηλέκτρα αποποιείται τον κοινωνικό της ρόλο ως παρθένου που προορίζεται να παντρευτεί και να τεκνοποιήσει, τόσο εξ ανάγκης όσο και από επιλογή (δηλαδή και επειδή η Κλυταιμήστρα και ο Αίγισθος την εμποδίζουν, αλλά και επειδή με την παρθενία και τον ενοχλητικό της θρήνο αποτελεί για τους σφετεριστές ζωντανή καταδίκη και πηγή συνεχούς κατακραυγής). Η Ηλέκτρα παραμένει προσκολλημένη στο καθήκον της συντήρησης της μνήμης του πατέρα της· προτιμά «τον κλήρο των παντοτινών των θρήνων». Κανένα έργο δεν είναι γι᾽ αυτήν σημαντικότερο από αυτό. Έτσι μετατρέπεται τρόπον τινά σε νύφη του νεκρού Αγαμέμνονα και του απόντος Ορέστη, νύφη του Άδη — σε αυτή την περίπτωση όπως ακριβώς η Αντιγόνη, αλλά για διαφορετικό λόγο και με διαφορετικό τρόπο.

Με άλλα λόγια η ωμότητα και η αναισχυντία της Κλυταιμήστρας διαστρέφει σε κάτι μη φυσιολογικό τη σχέση της Ηλέκτρας όχι μόνο με την ίδια αλλά ακόμη και με τον πατέρα της και τον αδελφό της. Πάνω από όλα, όμως, η τερατώδης συμπεριφορά της ἀμήτορος Κλυταιμήστρας επενεργεί στην Ηλέκτρα σαν δηλητήριο που μολύνει την ψυχή της. Η Ηλέκτρα, που, όπως και η Αντιγόνη, «γεννήθηκε για ν᾽ αγαπά και όχι για να μισεί», μετατρέπεται σε κάτι ξένο με το φυσικό της. Κυριεύεται από το μίσος, από το πάθος της εκδίκησης, από μια διχόνοια που «δεν συμβιβάζεται πια με καμιά φιλική συνεννόηση». Για την ικανοποίησή της αψηφά ακόμη και τον θάνατο, είναι «έτοιμη και να κλείσει για πάντα τα μάτια της φτάνει μια τη διπλή να συντρίψει Ερινύα». Στο άκουσμα της είδησης για τον δήθεν θάνατο του Ορέστη, η Ηλέκτρα, προσωρινά έστω, εγκαταλείπει πλήρως ακόμη και τη γυναικεία της συστολή και επιχειρεί να πείσει την άτολμη αδελφή της, τη Χρυσόθεμη, να την ακολουθήσει στην αυτοκαταστροφική της φαντασίωση: επιθυμεί τώρα να αναδειχθεί η ίδια, υποκαθιστώντας τον νεκρό, υποτίθεται, Ορέστη, σε ένα είδος ένδοξου και τιμημένου τυραννοκτόνου, που διασώζει το όνομα της γενιάς του εκτελώντας αυτούς που την ντροπιάζουν.

electra21Αυτή η άτεγκτη σκληρότητα της Ηλέκτρας δεν διαφέρει πολύ επί της ουσίας από την αντίστοιχη της μητέρας της: δηλαδή η χειρότερη συνέπεια της διαταραχής των σχέσεων γονιού-παιδιού στο έργο αυτό για την κόρη του Αγαμέμνονα είναι ότι η Ηλέκτρα, επιτρέποντας στον εαυτό της να διολισθήσει στο βάραθρο του μίσους, καταλήγει να μοιάζει βαθιά στη γυναίκα που τόσο μισεί. Στο τέλος οδηγείται και η ίδια, χωρίς καμία απολύτως τύψη, σε ένα έγκλημα που αγγίζει τα όρια της βαρβαρότητας: διότι η Ηλέκτρα δεν παροτρύνει απλώς τον Ορέστη «να χτυπήσει δυο φορές» (παῖσον, εἰ σθένεις, διπλῆν, αλλά επίσης να παραδώσει τον νεκρό του Αιγίσθου «στους μόνους νεκροθάφτες που του ταιριάζουν», δηλαδή τα σκυλιά.

Μέσα στη διεφθαρμένη της ψυχή η Κλυταιμήστρα είχε τουλάχιστον κρατήσει ένα στοιχειώδες ίχνος decorum ή έστω έναν υποκριτικό κοινωνικό καθωσπρεπισμό: δεν στέρησε από τον Αγαμέμνονα την ταφή κι ας σύλησε το νεκρό του σώμα κι ας γελοιοποιεί κάθε μήνα το μνημόσυνό του. Με τον ίδιο τρόπο, παρόλη της την υποκρισία, η πωρωμένη γυναίκα ετοιμάζει την ταφή και του Ορέστη στολίζοντας την πλανερή νεκρική υδρία. Αντιθέτως, στο συνεχές της σκληρότητας, η Ηλέκτρα επιθυμεί να πάει ένα βήμα παραπέρα ακόμη κι από την απάνθρωπή της μάνα.

Το κείμενο αφήνει να πλανάται βασανιστική η αμφιβολία κατά πόσον οι φόνοι της Κλυταιμήστρας και του Αιγίσθου θα δώσουν πράγματι στην Ηλέκτρα την «αλάφρωση» από τα βάσανά της που επιζητεί ή αν αυτό που θα αποκομίσει τελικά δεν είναι παρά μόνο μια εφήμερη, ζωώδης ικανοποίηση, που όμως χάνει το νόημά της στο φόντο μιας ψυχής που καταστράφηκε και μιας ζωής που έχει ήδη πάει χαμένη.

Εθνικό Θέατρο, 1995 (σκην. Λ. Κονιόρδου)

Εθνικό Θέατρο, 1995 (σκην. Λ. Κονιόρδου)