Tags

, , , , , , , , ,


ΠΕΡΙ ΤΙΝΟΣ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ

Οι Επτά επί Θήβας του Αισχύλου αφηγούνται την αδελφοκτόνο διαμάχη μεταξύ των δύο γιων του Οιδίποδα, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, που ερίζουν για τον θρόνο της Θήβας.

Οι Επτά είναι η ιστορία μιας πατρικής ἀρᾶς, που κατατρύχει τα παιδιά μέχρι θανάτου. Η ίδια η ἀρά είναι συνέπεια μιας παραβασίας που συνέβη στην αμέσως προηγούμενη γενιά: οι Επτά, δηλαδή, αποτελούν τον καταληκτικό σταθμό μιας πορείας προς την καταστροφή, που διαρκεί τρεις γενιές και εκτυλίσσεται διαδοχικά στα τρία έργα μιας τραγικής τριλογίας.

Οι Επτά και η τριλογία τους όμως δεν αφηγούνται (μόνο) την επενέργεια μεταφυσικών δυνάμεων στις ζωές των ανθρώπων. Είναι ταυτόχρονα και η ιστορία ανθρώπων, που λαμβάνουν ελεύθερες, αυτόβουλες, καταστροφικές αποφάσεις, υποκινούμενες από τον χαρακτήρα τους και από τον (ηρωικό) κώδικα αξιών από τον οποίο εμφορούνται.

Οι Επτά είναι πάνω από όλα η ιστορία μιας Πόλης, της πόλης των Θηβών, και ενός Οίκου, του οίκου του Λαΐου, που αναπτύσσουν μεταξύ τους σχέση θανάσιμης ασυμβατότητας: η Θήβα νοσεί όσο ο οίκος του Λαΐου βασιλεύει· η Θήβα απειλείται, όσο ο οίκος του Λαΐου υπάρχει επί γης· η Θήβα σβήνει σιγά-σιγά, όσο οι απόγονοι του Λαΐου επιβιώνουν.

Γιατί αυτό; Επειδή, σύμφωνα με τον χρησμό του Απόλλωνα, ο Λάιος δεν πρέπει να τεκνοποιήσει, αν θέλει να βασιλεύσει σε μια ασφαλή, σταθερή Θήβα. Με άλλα λόγια, η Θήβα δεν μπορεί να ευημερήσει, όσο εμπεριέχει το σπέρμα του Λαΐου. Συνεπώς, η γενιά του Λαΐου πρέπει να εξαλειφθεί αύτανδρη από προσώπου γης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η σωτηρία της πόλης.

Οι φωτογραφίες στο πιο πάνω κολλάζ είναι από την παράσταση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (1993).

Οι φωτογραφίες στο πιο πάνω κολλάζ είναι από την παράσταση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος (1993).

ΜΕΡΟΣ ΜΙΑΣ ΤΕΤΡΑΛΟΓΙΑΣ

Οι Επτά επί Θήβας, όπως είπαμε, δεν είναι αυτόνομη τραγωδία: είναι μέρος της τραγικής τετραλογίας που ο Αισχύλος δίδαξε στα Μεγάλα Διονύσια του 467 π.Χ. Η τετραλογία κέρδισε το πρώτο βραβείο. (Με τον όρο τετραλογία αναφερόμαστε στο σύμπλεγμα των τεσσάρων έργων, τριών τραγωδιών και ενός σατυρικού δράματος, με τα οποία ο κάθε τραγικός ποιητής διαγωνιζόταν στα Μεγάλα Διονύσια. Διαγωνίζονταν συνολικά τρεις τραγικοί ποιητές. Με τον όρο τριλογία περιγράφουμε τις τρεις τραγωδίες της τετραλογίας.)

Από την τετραλογία των Επτά σώζεται μόνο το έργο που μελετούμε, η τελευταία από τις τρεις τραγωδίες. Τα πρώτα δύο ήταν ο Λάιος και ο Οιδίπους. Η τετραλογία έκλεινε με το σατυρικό δράμα Σφίγξ.

Όπως μαρτυρούν οι ίδιοι οι τίτλοι των έργων, και η τετραλογία αυτή, όπως και η Ορέστεια (458 π.Χ.), παρουσίαζε θεματική συνάφεια και αποτελούσε ολοκληρωμένη, διαχρονική εξιστόρηση της τραγικής μοίρας του οίκου του Λαΐου (ή του οίκου των Λαβδακιδών, όπως αλλιώς είναι γνωστός, από τον Λάβδακο, τον πατέρα του Λαΐου).

Οι συνέπειες της υπερβασίας του Λαΐου επηρεάζουν τρεις γενιές. Τρεις γενιές χρειάζονται, ώστε ο χρησμός του Απόλλωνα να εκπληρωθεί, ώστε αυτό που ο Λάιος θα μπορούσε να αποφύγει απλώς και μόνο μη τεκνοποιώντας, να συντελεστεί αφήνοντας πίσω του ένα ορμητικό ποτάμι γεμάτο από δάκρυα, αίμα και πτώματα.

Στους Επτά ως το καταληκτικό έργο μιας τραγικής τριλογίας κλείνει οριστικά ο φαύλος κύκλος της υπερβασίας και του μιάσματος στον οίκο του Λαΐου και του Οιδίποδα και εκπληρώνεται με τρόπο τραγικό ο χρησμός του Απόλλωνα, τον οποίο ο Λάιος είχε επιχειρήσει να αψηφήσει.

«Το να μην έχεις γεννηθεί ποτέ είναι το καλύτερο», τραγουδά ο χορός στον Οιδίποδα επί Κολωνώ του Σοφοκλή. Αυτό ισχύει οπωσδήποτε για τους απογόνους του Λαΐου, που δεν θα έπρεπε να είχαν γεννηθεί εξαρχής. Αν ο Λάιος δεν είχε τεκνοποιήσει, το άγος και η αδελφική αιματοχυσία που μολύνουν τον οίκο του και καταδικάζουν τους απογόνους του θα είχαν αποφευχθεί.

Εθνικό Θέατρο, 1968

Εθνικό Θέατρο, 1968

ΕΝΑ ΕΡΓΟ ΓΕΜΑΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΑ

Οι «Επτά» είναι έργο γεμάτο συγκλονιστική ειρωνεία:

  • Το να σκοτώσεις τον αδελφό σου είναι μίασμα — κι όμως η πόλις δεν μπορεί να σωθεί παρά μόνο μέσα από το μίασμα αυτό.
  • Ένα μίασμα, η αδελφοκτονία, προορίζεται να ξεπλύνει ένα άλλο μίασμα, την αιμομιξία: το άνομο χύσιμο του αδελφικού αίματος προορίζεται να ξεπλύνει την αμαρτία από την άνομη ερωτική ένωση δύο ομαίμων, του γιου και της μάνας.

Τασσόμενος ενάντια στον αδελφό του ο Ετεοκλής ουσιαστικά εγκαταλείπει το δοιάκι της πολιτείας: ξέρει ότι θα πεθάνει. Κι όμως, παραδόξως, μόνο πεθαίνοντας ο οἰακοστρόφος σώζει το καράβι της πολιτείας, αφού μόνο αφανίζοντας το γένος του Οιδίποδα η πόλη θα απαλλαγεί από την υπερβασία του Λαΐου, που αψήφησε τον απολλώνειο χρησμό.

Εθνικό Θέατρο 1968 (η φωτογραφία είναι παρμένη από το Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου)

Εθνικό Θέατρο 1968 (όλες οι φωτογραφίες είναι δανεισμένες από το Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου)

Ο ΟΙΚΟΣ ΤΩΝ ΛΑΒΔΑΚΙΔΩΝ ΣΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ:

Ο Αισχύλος δεν ήταν ο μοναδικός, ίσως ούτε καν ο πρώτος, τραγικός ποιητής που μεταχειρίστηκε τον μύθο των Επτά επί Θήβας, της προϊστορίας και των συνεπειών του. Για να περιοριστούμε στα σωζόμενα έργα:

  • Ο Ευριπίδης στις Φοίνισσες (τέλη της δεκαετίας του 410 π.Χ.) δραματοποιεί ακριβώς το ίδιο γεγονός, αν και με τρόπο εκτύπως αλλιώτικο, όπως θα διαπιστώσουμε στο δεύτερο μισό του εξαμήνου.
  • Οι Ικέτιδες και πάλι του Ευριπίδη ασχολούνται με τις συνέπειες της εκστρατείας των Επτά, αναφερόμενες στις προσπάθειες των Αργιτισσών να πάρουν πίσω τους νεκρούς τους, για να τους θάψουν.
  • Με τις συνέπειες της εκστρατείας και συγκεκριμένα με την τύχη του νεκρού Πολυνείκη, τον οποίο ο Κρέοντας θέλει να πετάξει στα σκυλιά, ασχολείται κατεξοχήν η περίφημη Αντιγόνη του Σοφοκλή.
  • Την ιστορία του Οιδίποδα τη δραματοποίησε ο Σοφοκλής σε δύο τραγωδίες που φέρουν το όνομα του ήρωα: τον Οιδίποδα Τύραννο και τον Οιδίποδα επί Κολωνώ.
  • Ο Οιδίπους Τύραννος καταπιάνεται με τα γεγονότα που οδηγούν στην ἀναγνώρισιν του Οιδίποδα ως πατροκτόνου και αιμομίκτη.
  • Ο Οιδίπους επί Κολωνώ αφηγείται την αυτοεξορία του γέροντα, τυφλού πια Οιδίποδα, ο οποίος περιπλανιέται συνοδευόμενος από την Αντιγόνη, μέχρι που τον υποδέχεται στα σπλάχνα της, κι αυτόν σαν ένα είδος Ευμενίδας, η γη της Αθήνας.
  • Ο Οιδίποδας συγκίνησε και τους Ρωμαίους τραγικούς: ο Oedipus και οι Phoenissae του Σενέκα αποτελούν σωζόμενα δείγματα αυτού του ενδιαφέροντος (το δεύτερο έργο, το οποίο συνομιλεί με τον ΟΚ του Σοφοκλή και τις Φοίνισσες του Ευριπίδη, σώζεται μερικώς).
Εθνικό Θέατρο, 1968

Εθνικό Θέατρο, 1968

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΤΑ: ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Όπως είπαμε, η τετραλογία στην οποία ανήκουν οι Επτά αφηγείται μια συνεχόμενη ιστορία, που καλύπτει τρεις γενιές Λαβδακιδών: από τον παππού (τον Λάιο) στον πατέρα (Οιδίποδα) κι από κει στους δύο γιους, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη.

Παρότι το τέλος του έργου, όπως το έχουμε, αποκαλύπτει κάτι που γνωρίζουμε από τις άλλες σχετικές τραγωδίες, δηλαδή πως τα βάσανα του βασιλικού οίκου της Θήβας δεν τελειώνουν ούτε κατ᾽ ελάχιστον με την αλληλοσφαγή των δύο Οιδιποδιδών, εντούτοις η κατάληξη των Επτά πρέπει να θεωρείται νόθη (μη γνήσια – βλ. παρακάτω): κατά πάσα πιθανότητα ο Αισχύλος κλείνει το έργο του με την αδελφοκτονία, διότι με αυτήν ακριβώς εκπληρώνεται ο χρησμός του Απόλλωνα: ο οίκος του Λαΐου, δηλαδή η ανδρική του ρίζα (αυτή είναι που μετρά), έχει παντελώς ξεριζωθεί· η Θήβα έχει σωθεί.

Την πλοκή της τετραλογίας δεν μπορούμε να την αποκαταστήσουμε πλήρως, διότι από τα άλλα τρία έργα δεν σώζονται παρά ισχνά αποσπάσματα. Μπορούμε όμως λίγο-πολύ να εικάσουμε το περιεχόμενο των χαμένων έργων ενεργοποιώντας τις ακόλουθες πηγές πληροφοριών (χωρίς όμως να θεωρούμε δεδομένο − το αντίθετο μάλιστα – ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται τον μύθο ο Αισχύλος συνέπιπτε απόλυτα με τις επιλογές των συναδέλφων του ποιητών).

Για την τριλογία των Επτά λοιπόν αντλούμε πληροφορίες από:

  • Ό,τι γνωρίζουμε για τον μύθο του Οιδίποδα στον Επικό Κύκλο και συγκεκριμένα στα έπη Οιδιπόδεια, Θηβαΐς και Επίγονοι.
  • Από την παρουσία του μύθου στη χορική λυρική ποίηση, με σημαντικότερη σχετική πηγή τον ποιητή Στησίχορο.
  • Από τις προαναφερθείσες τραγικές μεταποιήσεις του μύθου.
  • Από τα ίδια τα σωζόμενα αποσπάσματα της τραγικής τετραλογίας και τις μαρτυρίες (testimonia) που τα συνοδεύουν.
  • Από ένα σπάραγμα αρχαίας Υποθέσεως, που μας πληροφορεί για τον Λάιο.
  • Από νύξεις εντός των ιδίων των Επτά, ιδιαίτερα στους στ. 727-33 και 720-91, που δεν θα ήταν κατανοητές στους θεατές, αν δεν είχε προηγηθεί κάτι σχετικό στα άλλα έργα.
YE1968_05_PH009_sc

Εθνικό Θέατρο, 1968

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ: ΛΑΪΟΣ

Η τραγωδία Λάιος επικεντρώνεται στον χρησμό του Απόλλωνα και την τραγικώς εσφαλμένη αντίδραση σε αυτόν εκ μέρους του φερώνυμου Θηβαίου βασιλιά.

Αρχικά ο Λάιος, ίσως κατόπιν πειθαναγκασμού από την Ιοκάστη, επιλέγει να αψηφήσει τον χρησμό. Κοιμάται με τη γυναίκα του και κάνει ένα γιο, τον Οιδίποδα.

Όταν συνειδητοποιεί, όμως, τι έκανε και ποιες θα είναι οι συνέπειες της πράξης του για τον ίδιο (όχι μόνο για τη Θήβα), αποφασίζει να απαλλαγεί από το παιδί του: το εκθέτει στα βουνά, για να πεθάνει.

Ο Οιδίπους όμως σώζεται και καταφεύγει στην Κόρινθο, όπου τον υιοθετεί, χωρίς να του αποκαλύψει την ταυτότητά του, ο εκεί βασιλιάς.

Στο έργο του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος, ο Οιδίποδας φεύγει τελικά από την Κόρινθο, όταν πληροφορείται πως σύμφωνα με χρησμό προορίζεται να σκοτώσει τους γονείς του. Και ο Οιδίπους, δηλαδή, όπως ο πατέρας του, αποφασίζει να αψηφήσει τον χρησμό και παρασύρεται από την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να τον αποφύγει.

Ο Οιδίπους κατευθύνεται προς τη Θήβα, την ίδια στιγμή που ο Λάιος ίσως κατευθύνεται προς την Κόρινθο έχοντας ακούσει πως ο γιος του επέζησε και βρισκόταν εκεί. Στο τρίστρατο που οδηγεί στην πόλη συναντά τον Λάιο, τον οποίο φυσικά δεν γνωρίζει. Φιλονικούν και ο Οιδίπους τον σκοτώνει.

Με τον Λάιο σχετίζεται και μία ακόμη μυθική αφήγηση, αν και δεν γνωρίζουμε κατά πόσον ο Αισχύλος τη χρησιμοποίησε. Δεν είναι πάντως απίθανο να έγινε αναφορά σε αυτήν, αν όχι στον Λάιο, τότε στο σατυρικό δράμα Σφίγξ.

Σύμφωνα με την αφήγηση αυτή ο Λάιος ερωτεύτηκε και απήγαγε τον νόθο γιο του Πέλοπα, τον Χρύσιππο. Ντροπιασμένος ο νεαρός αυτοκτόνησε. Τότε ο Πέλοπας καταράστηκε τον Λάιο. Συνέπεια της κατάρας ήταν να σταλεί ως τιμωρία κατά της Θήβας ένα τέρας, η Σφίγγα, η οποία καταδυνάστευε την πόλη μέχρι τον ερχομό του Οιδίποδα.

Η ιστορία του Χρυσίππου επιτείνει την ενοχή του Λαΐου για τα δεινά του οίκου των Λαβδακιδών και αναδιπλασιάζει το μοτίβο της ἀρᾶς και του θεϊκού μίσους ενάντια σε αυτή τη βασιλική γενιά.

Εθνικό Θέατρο, 1968

Εθνικό Θέατρο, 1968

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ: ΟΙΔΙΠΟΥΣ

Ο τραγικός θάνατος λοιπόν του Λαΐου στα χέρια του γιου του, ο οποίος μάλιστα φέρεται να ρούφηξε και να έφτυσε το αίμα του, χειρονομία που αλλού συνδέεται με δόλιους φόνους (δολοκτασίαι), πρέπει να αποτέλεσε το κεντρικό γεγονός της πρώτης τραγωδίας στην τετραλογία μας, το οποίο ίσως παρουσιάστηκε στο κοινό μέσω εκτενούς αγγελικής ρήσης. Δεν αποκλείεται το σώμα του Λαΐου να παρουσιάστηκε επί σκηνής και η τραγωδία να έκλεισε με θρήνο, όπως και οι Επτά.

Η τραγωδία Οιδίπους με τη σειρά της περιλάμβανε τέσσερα βασικά γεγονότα, που ορίζουν τη δράση των Επτά. Η ακριβής σειρά με την οποία τα γεγονότα αυτά διαδραματίστηκαν δεν είναι σαφής, αλλά το πιθανότερο σχήμα είναι το ακόλουθο:

  • Ο Οιδίπους, γέρος πια (σε αντίθεση με την Ορέστεια, όπου η χρονική διαδοχή είναι άμεση, ο Οιδίπους τοποθετείται αρκετά χρόνια μετά τον Λάιο, όπως και οι Επτά μετά τον Οιδίποδα), έχει παραχωρήσει τη βασιλεία της Θήβας στους γιους του, που συμφωνούν να βασιλεύουν εκ περιτροπής μοιραζόμενοι την πατρική παρακαταθήκη.
  • Ένα όνειρο προϊδεάζει τον Ετεοκλή ότι αυτή η ομαλή αλληλοδιαδοχή των δύο στον θρόνο δεν θα συνεχιστεί για πολύ: κάποτε θα μοιράσουν την περιουσία του Οιδίποδα με τη βοήθεια ενός «Σκύθη ξένου» (του σιδήρου, δηλαδή του σπαθιού).

Αυτά τα πρώτα δύο γεγονότα ενδέχεται να συνέβησαν πριν την έναρξη της δράσης.

  • Ο Οιδίπους ανακαλύπτει τα σχετικά με την Ιοκάστη και το μίασμα που αποτελούσε η αιμομικτική γέννηση των παιδιών του. Τυφλώνεται και ίσως αυτοεξορίζεται. Δεν γνωρίζουμε την τύχη της Ιοκάστης στον Αισχύλο (στον Σοφοκλή αυτοκτονεί).
  • Ο Οιδίπους, πιθανότατα αμέσως μετά την ἀναγνώρισιν, καταριέται τα παιδιά του. Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια ούτε την αφορμή ούτε το περιεχόμενο της κατάρας, αλλά προφανώς αυτή κατέτεινε προς τον θάνατο αμφοτέρων των παιδιών, αν και οι δυο τους θα το κατανοήσουν αυτό πολύ αργά.

Οι Επτά μαρτυρούν σαφώς ότι η Κατάρα έπεται της ανακάλυψης της αιμομιξίας αλλά και της ταυτότητας του φονιά του Λαΐου και αποτελεί συνέπεια της τρέλας που κατέβαλε τον Οιδίποδα εξαιτίας της ενοχής του.

ΓΙΑΤΙ όμως ο Οιδίπους καταριέται τα παιδιά του;

Κάποιοι μελετητές πιστεύουν ότι τα καταριέται από αηδία για την αιμομικτική τους καταγωγή. Αυτό όμως δεν συνάδει με τις μαρτυρίες μας, που δείχνουν ότι η κατάρα εκστομίστηκε με αφορμή ένα μάλλον ασήμαντο ή έστω αναστρέψιμο σφάλμα των παιδιών, οι οποίοι προσέβαλαν τον Οιδίποδα παραχωρώντας του ένα παρακατιανό κομμάτι από το κρέας της θυσίας.

Ό,τι και να ισχύει, βλέπουμε ότι για δεύτερη φορά μετά τον φόνο του Λαΐου ο ορμητικός, αχαλίνωτος, εγωκεντρικός χαρακτήρας του Οιδίποδα και η ακραία αντίδρασή του στις προσβολές βλάπτει μοιραία τον οίκο του και έτσι μας φέρνει πιο κοντά στην εκπλήρωση του απολλώνειου χρησμού.

Εθνικό Θέατρο, 1968

Εθνικό Θέατρο, 1968

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ: ΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΕΡΓΟΥ

Ανάμεσα στον τέλος του Οιδίποδα και την έναρξη των Επτά μεσολαβούν τα εξής γεγονότα:

  • Ο Οιδίπους πεθαίνει, ίσως αυτοεξόριστος.
  • Ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης τσακώνονται
  • Ο Πολυνείκης εξορίζεται από τη Θήβα. Κάποιες ενδείξεις κυρίως από τον Επικό Κύκλο μαρτυρούν ότι ο Πολυνείκης ενδέχεται να ήταν κατά τι μεγαλύτερος από τον Ετεοκλή (που ίσως ήταν πάντως δίδυμος αδελφός του). Αυτό καθιστά (α) τη μεταξύ τους συμφωνία για τον θρόνο εντελώς ιδιαίτερη, καθώς κανονικά ο πρωτότοκος δικαιούται τον θρόνο, και (β) τη στάση του Ετεοκλή ακόμη πιο επιλήψιμη.

Ο Πολυνείκης καταφεύγει ικέτης στο Άργος και στον βασιλιά Άδραστο, τον οποίο πείθει να συγκεντρώσει στρατό και να τον αποκαταστήσει στον θρόνο της Θήβας. Ο Άδραστος του κάνει τη χάρη, καθώς ο Πολυνείκης είχε ήδη παντρευτεί μια από τις κόρες του και ίσως είχε κάνει κιόλας μαζί της παιδιά (κάτι που τοποθετεί την εκστρατεία κατά της Θήβας μερικά χρόνια μετά την εξορία του).

Ο Πολυνείκης, επικεφαλής ενός στρατού Αργείων, του οποίου ηγούνταν άλλοι έξι λοχαγέται (ανάμεσά τους ο σύγαμβρος του Πολυνείκη, ο άγριος Τυδέας, που επίσης ήλπιζε ότι θα αποκαθίστατο στο πατρικό του θρόνο με παρόμοιο τρόπο), προβαίνει στο αδιανόητο (και απονενοημένο) διάβημα: εισβάλλει στην πατρική του γη.

Καθώς το έργο μας ξεκινά, η πολιορκία διαρκεί για αρκετές μέρες και ο μάντις Τειρεσίας έχει προβλέψει ότι επίκειται μεγάλη επίθεση εναντίον των τειχών.

Η ΠΛΟΚΗ ΤΩΝ ΕΠΤΑ

Τα βασικά γεγονότα των Επτά συνοψίζονται ως εξής:

ΠΡΟΛΟΓΟΣ: Ο Ετεοκλής πληροφορεί τους πολίτες των Θηβών για την άμεση απειλή εναντίον των τειχών και τους προσκαλεί να επιδείξουν θάρρος και αποφασιστικότητα. Ένας Κατάσκοπος τον πληροφορεί για τις προετοιμασίες των εισβολέων, τον όρκο τους και την πρόθεσή τους να ρίξουν κλήρο για το πού θα ταχθεί ο κάθε λοχαγέτης.

ΠΑΡΟΔΟΣ: Μια ομάδα Θηβαίων παρθένων (νεαρών, ανύπαντρων κοριτσιών) ορμά στην ορχήστρα σε κατάσταση αλλοφροσύνης και πέφτει ικετευτικά στα αγάλματα των εφτά θεών, που προστατεύουν την πόλη, ψέλνοντας πανικόβλητες προσευχές για τη σωτηρία της Θήβας και των ιδίων.

ΠΡΩΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ: Ο Ετεοκλής επιτιμά βίαια τον χορό (και στο πρόσωπό του όλο το γυναικείο γένος) για τη στάση του, την οποία θεωρεί σχεδόν προδοτική, εφόσον υποσκάπτει το ηθικό των αμυνομένων. Ο χορός απαντά ότι η Θήβα δεν θα σωθεί με ενέργειες ανθρώπων αλλά μόνο με την παρέμβαση των θεών. Στο τέλος ο μεν Ετεοκλής μαλακώνει τη ρητορική του, ο δε χορός πείθεται να περιορίσει κάπως τις έξαλλες αντιδράσεις του.

ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ: Παρά την προηγούμενη υπόσχεσή τους, όμως, τα κορίτσια του χορού επανέρχονται με δυσοίωνες προφητείες για την καταστροφή της Θήβας και τον εξανδραποδισμό των ιδίων.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ: Στην κεντρική αυτή, εκτενή σκηνή του έργου, ο Κατάσκοπος πληροφορεί τον Ετεοκλή για το ποιοι Αργείοι λοχαγέται κληρώθηκαν για καθεμιά από τις επτά πύλες των Θηβών. Ο Ετεοκλής έχει ήδη επιλέξει τους αντιπάλους τους πριν την πληροφορία αυτή. Αντιλαμβάνεται ότι στις έξι πρώτες περιπτώσεις οι επιλογές του ήταν οι κατάλληλες: οι ευσεβείς και ικανοί υπέρμαχοί του θα κατανικήσουν τους φωνακλάδες και υβριστές αντιπάλους τους. Ο βασιλιάς όμως σοκάρεται, όταν μαθαίνει ότι η μοίρα τον φέρνει αντιμέτωπο με τον αδελφό του στην Εβδόμη Πύλη. Τότε καταλαβαίνει και το πλήρες νόημα της πατρικής ἀρᾶς. Επιλέγει να μην αντισταθεί στη μοίρα του και σπεύδει να αντιμετωπίσει τον αδελφό του στη μάχη.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (ἐπίρρημα Ετεοκλή-Χορού): Όσο ο Ετεοκλής φοράει τον πολεμικό του εξοπλισμό, ο χορός επιχειρεί ματαίως να τον πείσει να αλλάξει γνώμη, να στείλει άλλον στη θέση του στην Εβδόμη Πύλη. Ο Ετεοκλής δεν πείθεται.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ: Ο χορός ανακαλεί τις ρίζες της τωρινής σύγκρουσης, την παραβασία και τον φόνο του Λαΐου, την αιμομιξία και την κατάρα του Οιδίποδα. Οι συμφορές φτάνουν στην πόλη σαν τα κύματα της θαλάσσης: όταν το ένα πέφτει και σβήνει, ένα άλλο ακολουθεί τριπλό σε μέγεθος.

ΤΡΙΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ: Ένας «Άγγελος» (αγγελιαφόρος) ανακοινώνει το αποτέλεσμα της μάχης. Οι Θηβαίοι θριάμβευσαν. Όλοι οι αρχηγοί των εισβολέων είναι νεκροί. Αλλά μαζί με τον έβδομο – και από το χέρι του εβδόμου – έπεσε και ο Θηβαίος βασιλιάς. Στο τέλος πραγματικός νικητής ήταν ο Απόλλωνας.

ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ: Ο χορός εκφράζει την απόγνωσή του· δεν ξέρει αν πρέπει να εκφωνήσει θριαμβική κραυγή ή επιτάφιο θρήνο. Η μαύρη κατάρα εκπληρώθηκε, ο οίκος αφανίστηκε. Τα πτώματα των δύο αδελφών εισάγονται επί σκηνής.

ΕΞΟΔΟΣ (γνήσιο μέρος): Ο χορός, χωρισμένος σε δύο ημιχόρια, προεξάρχει του θρήνου και για τους δύο νεκρούς πρίγκιπες εξίσου. Ήθελαν να μοιράσουν μεταξύ τους την πατρική τους γη. Τώρα θα τους λάχει τόσο μέρος από αυτήν όσο αναλογεί στο ταφικό τους μνήμα. Έχουν συμφιλιωθεί επιτέλους – στον θάνατο...

ΕΞΟΔΟΣ (νόθο μέρος): Ο χορός θίγει το ζήτημα της ταφής των δύο αδελφών. Ένας Κήρυκας ανακοινώνει την απόφαση της πόλης αν απαγορεύσει την ταφή του Πολυνείκη. Τότε εισέρχονται η Αντιγόνη και η Ισμήνη, οι κόρες του Οιδίποδα. Η Αντιγόνη διατρανώνει τη βούλησή της να αψηφήσει το διάταγμα. Παίρνει το σώμα του αδελφού της και πορεύεται προς την ταφή συνοδευόμενη από το ένα ημιχόριο, ενώ το άλλο ημιχόριο φεύγει για το ξόδι του Ετεοκλή.

Εθνικό Θέατρο, 1968

Εθνικό Θέατρο, 1968

ΤΟ ΝΟΘΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΕΠΤΑ

Ήδη από την αρχαιότητα οι φιλόλογοι υποψιάζονταν ότι το τμήμα των Επτά που έπεται του στίχου 1004 ήταν «νόθο», δηλαδή δεν γράφτηκε από τον ίδιο τον Αισχύλο, αλλά προστέθηκε αργότερα από κάποιον μεταγενέστερο ποιητή.

Η πρακτική της παρείσφρησης νόθων τμημάτων στο πρωτότυπο κείμενο (interpolatio) ήταν πολύ συνηθισμένη, ιδιαίτερα τον 4ο αιώνα, κάτι που ώθησε τον Λυκούργο (περί το 330 π.Χ.) να τυποποιήσει το κείμενο των τριών μεγάλων τραγικών σε μια επίσημη, κρατική έκδοση. Ακόμη και έτσι, όμως, αρκετές interpolationes παρέμειναν στα κείμενά μας.

Η νόθευση των έργων συνέβαινε κατά κανόνα για να εξυπηρετηθούν οι σκοποί της αναπαράστασης των έργων. Συνηθέστερο κίνηρο ήταν η ενίσχυση ορισμένων τμημάτων του έργου, που έδιναν στον ηθοποιό, ο οποίος τον 4ο αιώνα είναι πλέον πραγματικός σταρ και, αν πιστέψουμε τον Αριστοτέλη, «είχε εξουσία μεγαλύτερη και από αυτήν του ποιητή», τη δυνατότητα να επιδείξει την τέχνη του.

Η νόθευση των Επτά πάντως ενδέχεται να έγινε ήδη τον 5ο αιώνα. Τα έργα των άλλων μεγάλων τραγικών υφίσταντο επανεκτελέσεις σε μαζική κλίμακα μετά το 386 π.Χ., οπότε εισάγεται στα Μεγάλα Διονύσια ο θεσμός της παλαιᾶς τραγῳδίας, δηλαδή της παρουσίασης ενός «κλασικού» έργου εκτός συναγωνισμού. Κατ᾽ εξαίρεση, όμως, τα έργα του Αισχύλου επανεκτελούναν ήδη από το 458 π.Χ. (στα Μεγάλα Διονύσια ή αλλού).

Η νόθευση των Επτά είναι περίπτωση όλως ιδιαίτερη. Στις δύο άλλες τραγωδίες στις οποίες η Έξοδος είναι νόθη (στις Βάκχες και την Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη) η προσθήκη νόθων στίχων οφειλόταν στο γεγονός ότι η τραγωδία ήταν ημιτελής ή/και ότι το γνήσιο τέλος χάθηκε.

Η νόθευση των Επτά ίσως να μην σχετιζόταν μόνο με τη ματαιοδοξία των ηθοποιών ή με την απώλεια του γνήσιου κειμένου. Πιθανότερη αιτία της ήταν η επιρροή της Αντιγόνης του Σοφοκλή ή/και των Φοινισσών του Ευριπίδη. Ειδικά η Αντιγόνη κατέστησε σχεδόν αδύνατη την αποφυγή του προβληματισμού σχετικά με την ταφή του Πολυνείκη, η οποία οδηγεί και τη νεαρή αδελφή του στον θάνατο.

Ο Αισχύλος πιθανότατα έκλεισε το έργο του λίγο μετά τον στ. 1004. Ο διασκευαστής του, όμως, έκρινε, ότι αυτό δεν ήταν ικανοποιητικό. Το τέλος των Επτά, όπως το έχουμε, είναι σαφώς επηρεασμένο από την Αντιγόνη, ενώ ο τρόπος με τον οποίο δένει με τα προηγούμενα είναι πλημμελής.

Τα σημαντικότερα πειστήρια για τον νόθο χαρακτήρα του δευτέρου μέρους της Εξόδου είναι τα ακόλουθα:

  • Η τριλογία κλείνει αρμονικά με την ολοσχερή καταστροφή της ρίζας του Λαΐου. Έστω κι αν αυτό που μετρά είναι οι αρσενικοί απόγονοι, η εμφάνιση των δύο θυγατέρων του Οιδίποδα ανατρέπει την αίσθηση της αποκατασταθείσας ισορροπίας.
  • Επιπλέον, βασικό μοτίβο του θρήνου που προηγείται του στ. 1004 είναι η ισότητα των δύο αδελφών στον θάνατο, ο θάνατος ως συμφιλιωτής στην έχθρα τους. Η διαμάχη για την ταφή του Πολυνείκη τους διαχωρίζει και κυρίως τους ιεραρχεί ξανά.
  • Σύμφωνα με τα αρχαιοελληνικά έθιμα, προεξάρχουσες του επικήδειου θρήνου ήταν οι γυναίκες-συγγενείς του νεκρού. Είναι άτοπο να είναι παρούσες οι δύο αδελφές, και τον θρηνητικό ύμνο να τον οδηγούν ξένες γυναίκες. Ο τρόπος με τον οποίο εισάγονται οι δύο αδελφές στον στ. 861 (μπαίνουν και αντί να σύρουν τον θρήνο παραμένου σιωπηλές για μεγάλο διάστημα) είναι άτεχνος και ανάξιος του Αισχύλου.
Εθνικό Θέατρο, 1968

Εθνικό Θέατρο, 1968